Η Ορθοδοξία στην Ιρλανδία
& στη Δυτική Ευρώπη
Greek Flowers of Orthodoxy 12
ORTHODOX CHRISTIANITY – MULTILINGUAL ORTHODOXY – EASTERN ORTHODOX CHURCH – ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ – SIMBAHANG ORTODOKSO NG SILANGAN – 东正教在中国 – ORTODOXIA – 日本正教会 – ORTODOSSIA – อีสเทิร์นออร์ทอดอกซ์ – ORTHODOXIE – 동방 정교회 – PRAWOSŁAWIE – ORTHODOXE KERK - නැගෙනහිර ඕර්තඩොක්ස් සභාව – СРЦЕ ПРАВОСЛАВНО – BISERICA ORTODOXĂ – GEREJA ORTODOKS – ORTODOKSI – ПРАВОСЛАВИЕ – ORTODOKSE KIRKE – CHÍNH THỐNG GIÁO ĐÔNG PHƯƠNG – EAGLAIS CHEARTCHREIDMHEACH – ՈՒՂՂԱՓԱՌ ԵԿԵՂԵՑԻՆ / Abel-Tasos Gkiouzelis - https://theflowersoforthodoxy.blogspot.com - Email: gkiouz.abel@gmail.com - Feel free to email me...!
Άγιος Κέβιν του Γκλεντάλω. Ημέρα Μνήμης: 3 Ιουνίου.
Ο Όσιος Κέβιν (Kevin of Glendalough) καταγόταν από ιρλανδική οικογένεια βασιλικής γενιάς. Η γέννησή του αναγγέλθηκε από έναν Άγγελο στην μητέρα του περί τό 498 (Έξ ου και τό όνομα του: «καλογεννημένος», Coemgen) και μετά την βάπτισή του ανατέθηκε η μόρφωσή του στους άγιους μοναχούς της Μονής του Κιλλνάμαναγκ.
Αφού χειροτονήθηκε πρεσβύτερος αποσύρθηκε σε τόπο έρημο καλούμενο Γκλεντάλω («Κοιλάδα των δύο λιμνών»), νότια του Δουβλίνου. Ξεχασμένος από τον κόσμο, διήγε εκεί βιοτή αφιερωμένη καθ’ ολοκληρίαν στον Θεό, ενδεδυμένος μηλωτή και τρεφόμενος μόνο με τσουκνίδες και ξυνήθρες, περνώντας ολόκληρες νύχτες στο παγωμένο νερό της λίμνης, όπου είχε την φωλιά του ένα τέρας, απαγγέλλοντας το Ψαλτήριο.
Αναφέρεται ότι παρέμεινε επτά χρόνια όρθιος, με τά χέρια υψωμένα σε σχήμα σταυρού, δίχως να κλείσει μάτι. Ένα πουλί έκτισε την φωλιά του στην χούφτα του και ο άγιος δεν χαμήλωσε τα χέρια παρά μόνο αφού βγήκαν από το αυγό και μπόρεσαν να πετάξουν οι νεοσσοί. Με παρόμοιους αγώνες απέκτησε τόσην εύνοια παρά τω Θεώ, ώστε οι Άγγελοι έδειχναν να συνοδεύουν την προσευχή του, ενώ τα δένδρα έκλιναν τους κλώνους τους στο πέρασμά του.
Σύντομα συγκεντρώθηκαν μαθητές κοντά του για να μιμηθούν την ουράνια πολιτεία του. Καθώς δεν είχαν άλλη μέριμνα πέραν της εγκαρτερήσεώς τους στην προσευχή, ο Κύριος φρόντιζε για τις ανάγκες τους και μία ενυδρίδα τούς έφερνε καθημερινά έναν φρέσκο σολομό. Όταν όμως ένας από τους μοναχούς έβαλε κατά νού να σκοτώσει το ζώο για το ωραίο τρίχωμά του, η ενυδρίδα έγινε άφαντη. Ο Άγιος εγκατέστησε αργότερα την αδελφότητα λίγο πιο μακριά και η μονή έγινε κέντρο μιας πραγματικής μοναχικής πολιτείας, όπου λέγεται ότι συγκεντρώθηκαν χιλιάδες μοναχοί, οι οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα στην πρόοδο του Χριστιανισμού της ανατολικής Ιρλανδίας. Επιστρέφοντας από προσκύνημα στην Ρώμη, ο Άγιος Κέβιν έφερε μαζί του πολλά ιερά λείψανα τα οποία χάρις στην μεσιτεία του επιτέλεσαν πλήθος θαυμάτων.
Μετά από πολλά χρόνια πνευματικής καθοδήγησης των μαθητών του και του λαού εκοιμήθη εν ειρήνη σε ηλικία εκατόν είκοσι ετών (περί το 618). Ο Όσιος Κέβιν τιμήθηκε εν συνεχεία μεταξύ των μεγαλύτερων Αγίων της Ιρλανδίας: Πατρικίου (τιμάται 17 Μαρτίου), Βριγίδης (τιμάται 1η Φεβρουαρίου), και Κολόμβα (τιμάται 9 Ιουνίου), ενώ η μονή του κατέστη ένας από τους τέσσερεις σπουδαιότερους τόπους προσκυνήματος της Ιρλανδίας.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/06/3_22.html
<>
Ἅγιος Φουλγέντιος Ἐπίσκοπος Ρουσπῶν. Ήμέρα Μνήμης: 1η Ἰανουαρίου.
Γόνος οἰκογενείας Συγκλητικῶν τῆς Καρχηδόνος (περ. 467), ὁ Κλαύδιος Γόρδιος Φουλγέντιος ἔγινε Γενικὸς Ἐπίτροπος Φόρων στὴν Ἐπαρχία Βυζακινῆς*.
Ἀπὸ τὴν χήρα εὐσεβῆ μητέρα του ἔλαβε ἀρίστη θρησκευτικὴ καὶ θύραθεν μόρφωσι. Ἐγνώριζε ἀπταίστως τὴν ἑλληνικὴ καὶ εἶχε ἀποστηθίσει τὸν Ὅμηρον!...
Λαμπρὰ σταδιοδρομία ἀνοίγετο ἐνώπιόν του, ὑποσχομένη πλούτη καὶ τιμές, ὕστερα ὅμως ἀπὸ τὴν ἀνάγνωσι τῶν συγγραμάτων τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου, καὶ μάλιστα ἑνὸς Κηρύγματός του ἐπὶ τοῦ Ψαλμοῦ λϚ', ὁ Φουλγέντιος ἀπεφάσισε νὰ ἐγκαταλείψη κάθε τι τὸ κοσμικὸ καὶ ἐζήτησε νὰ γίνη δεκτὸς ὡς Μοναχὸς στὴν Κοινότητα, τὴν ὁποίαν διηύθυνε ἐκεῖ πλησίον ὁ Ἐπίσκοπος Φαῦστος.
Οἱ δισταγμοὶ τοῦ Φαύστου νὰ δεχθῆ αὐτὸν τὸν λεπτεπίλεπτο ἀριστοκράτη ἐξαφανίσθηκαν συντόμως, ὅταν διεπίστωσε τὸν ζῆλο τοῦ Φουλγεντίου γιὰ ἀσκητικοὺς ἀγῶνες.
Καθὼς οἱ Μοναχοὶ διεσκορπίσθησαν ἀπὸ τὶς διώξεις τῶν Ἀρειανῶν, ὁ Φουλγέντιος μετέβη σὲ γειτονικὸ Μοναστήρι, ὅπου τοῦ ἀνετέθη συντόμως τὸ ἔργο τῆς πνευματικῆς καθοδηγήσεως τῶν Ἀδελφῶν.
Διωχθεὶς καὶ πάλι ἀπὸ τὴν ἐπιδρομὴ τῶν Νουμιδῶν (νομαδικὸς λαὸς τῆς ΒΔ. Ἀφρικῆς), περιπλανήθηκε ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, συνελήφθη καί βασανίσθηκε φρικτῶς ἀπό τούς Ἀρειανούς, οἱ ὁποῖοι φθονοῦσαν τήν εὐγλωττία τοῦ κηρύγματός του.
Τέλος κατέφυγε στὸ Μιντιντί, στὰ σύνορα τῆς Μαυριτανίας (ΒΔ. Ἀφρική), ὅπου παρέμεινε κάποιο διάστημα στὴν ἡσυχία.
Ὁ Ἅγιος ποθοῦσε νὰ μιμηθῆ τὶς ἀρετὲς τῶν Ἀναχωρητῶν τῆς Αἰγύπτου καὶ ἐπεχείρησε νὰ τοὺς ἐπισκεφθῆ. Ὅταν ὅμως ἔφθασε στὶς Συρακοῦσες, τὸν ἀπέτρεψαν μὲ τὸ πρόσχημα, ὅτι οἱ περιοχὲς αὐτὲς ἐμαστίζοντο ἀπὸ αἱρετικούς, καὶ ἔτσι ὁ Φουλγέντιος κατευθύνθηκε στὴν Ρώμη.
Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴν Ἀφρική, ἕνας χριστιανὸς εὐγενής, θερμὸς θαυμαστὴς τῶν ἀρετῶν του, ἀνέθεσε εἰς Αὐτὸν νὰ ἱδρύση μία Μονή.
Μόλις ἔφερε εἰς πέρας τὸ ἔργο, ὁ Φουλγέντιος ἀνεχώρησε γιὰ.νὰ ἀπομονωθῆ, ὥστε νὰ ἀφοσιωθῆ ὁλοκληρωτικὰ στὴν προσευχή, στὴν μελέτη καὶ σὲ ἕνα ταπεινὸ ἐργόχειρο.
Ὁ Ἐπίσκοπος Φαῦστος τὸν ὑποχρέωσε ὡστόσο νὰ ἀναλάβη πάλι τὸ λειτούργημα τοῦ Ἡγουμένου, τὸν ἐχειροτόνησε Πρεσβύτερο καὶ παρὰ τὶς διαμαρτυρίες του, ὁ Φουλγέντιος ἀποδέχθηκε τελικῶς τὴν ἐκλογή του εἰς Ἐπίσκοπον τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ρουσπῶν (πλησίον τῆς Τύνιδος, πρωτ. τῆς Τυνησίας), τὸ 507.
Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ τίποτε δὲν ἄλλαξε στὴν ἀσκητικὴ διαγωγή, τὴν ὁποία εἶχε ἐφαρμόσει ὅσο ζοῦσε στὴν ἔρημο: ἐνήστευε αὐστηρότατα καὶ προσηύχετο νυχθημερόν.
Ὁ Βασιλεὺς τῶν Βανδάλων** Θρασιμόνδος (496-523), φανατικὸς ὁπαδὸς τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ὠργίσθηκε ἀπὸ τὴν σθεναρὴ ἀντίστασι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων καὶ ἐξώρισε ἑξήντα ἀπὸ αὐτοὺς στὴν Σαρδινία, ὅπου ὁ Φουλγέντιος, ὁ νεώτερος ἀνάμεσά τους, ἀλλὰ ἔχων θέσιν οἱονεὶ ὡς ἀρχηγοῦ, δὲν ἔπαυσε νὰ κατηγορῆ τοὺς Ἀρειανούς, διαλάμπων μὲ τὴν θεολογικὴ δραστηριότητα καὶ τὴν θαυμαστὴ εὐγλωττία του.
Στὴν Σαρδινία ὁ Φουλγέντιος ἐξακολούθησε τὴν πνευματική του δραστηριότητα, μὲ τὴν ἵδρυσι καὶ Ἱερᾶς Μονῆς στὸ Κάλιαρι.
Ὅταν ἐπληροφορήθη γιὰ τὰ χαρίσματά του, ὁ Θρασιμόνδος τὸν προσεκάλεσε περὶ τὸ 515 νὰ συζητήσουν καὶ τόσο ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου, ὥστε τὸν ἐπεφόρτισε νὰ συνθέση ἐκτενῆ Ἔκθεσι τῆς Ὀρθοδόξου Διδασκαλίας κατ᾿ ἀντίθεσιν ἐκείνης τῶν Ἀρειανοφρόνων, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο καὶ ἔγινε: ἀνήρεσε κάποια ἀρειανικὰ συγγράμματα, τὰ ὁποῖα εἶχαν τεθῆ ὑπ᾿ ὄψιν του.
Οἱ αἱρετικοὶ ὡστόσο κατώρθωσαν νὰ ἐκτοπίσουν στὴν Σαρδινία αὐτὸν τὸν ἐπικίνδυνο ἀντίπαλο (517), γιὰ ὀλίγον καιρὸν ὅμως, διότι μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Βασιλέως Θρασιμόνδου (523), ὁ μετριοπαθὴς διάδοχός του Χιλδέριχος (523-530) ἀπελευθέρωσε τὶς Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες εὑρίσκοντο γιὰ μεγάλο διάστημα ὑπὸ διωγμόν.
Οἱ Ἐπίσκοποι ἐπέστρεψαν στὶς Ἕδρες τους ἐπευφημούμενοι ἀπὸ τοὺς πιστοὺς καὶ ὁ Ἅγιος Φουλγέντιος ἀπέκτησε ἀπὸ τότε ἰδιαίτερο κῦρος στὴν χριστιανικὴ Ἀφρική: ἀπὸ παντοῦ ἤρχοντο πλήθη γιὰ νὰ ἀκούσουν τὰ κηρύγματά του,τὰ ὁποῖα εἶχαν τὴν δύναμι νὰ συγκινήσουν καὶ τοὺς πλέον σκληροκάρδιους. Συνέβαλε ἔτσι.τὰ μέγιστα στὴν ἀνάπτυξι τοῦ Μοναχισμοῦ καὶ στὴν εὐημερία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ρουσπῶν.
Φθάνοντας σὲ προχωρημένη ἡλικία, ἀποσύρθηκε στὸ νησάκι τῆς Κερκενὰ (Χίλμι), γιὰ νὰ προετοιμασθῆ γιὰ τὴν ἀναχώρησί του πρὸς τὸν Θεὸ μὲ σιωπή, προσευχὴ καὶ δάκρυα.
Ὑπὸ τὴν πίεσι τῶν πιστῶν ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὰ Ρουσπά, ὅπου καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα στὸν Κύριο τὴν 1ην Ἰανουαρίου τοῦ 532, ἀφοῦ προηγουμένως ἐζήτησε ταπεινὰ συγχώρησι ἀπὸ τοὺς Κληρικούς του καὶ τοὺς Μοναχοὺς γιὰ ὅποια πιθανὴ στενοχωρία τοὺς προεκάλεσε καὶ προέτρεψε ὅλους τοὺς πιστοὺς νὰ μείνουν προσηλωμένοι στὴν Ὀρθόδοξο Πίστι καὶ στὴν ἀγάπη τῶν ἀρετῶν.
Λέγεται, ὅτι ὑπῆρξε ὁ λογιώτερος καὶ ὁ ἁγιώτερος τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἐποχῆς του.
Ἔγραψε ἀρκετὰ συγγράμματα, ἐκ τῶν ὁποίων μόνο μερικὰ διεσώθησαν.
Ἀσχολήθηκε κυρίως μὲ τὴν Ἀντιρρητικὴ Γραμματεία, κατὰ τῶν Ἀρειανῶν καὶ τῶν Πελαγιανῶν. Ἔγραψε ἐπίσης Ἔργα Δογματικά, Ὁμιλίες καὶ Ὕμνους.
Διεσώθησαν 19 Ἐπιστολές του. Σημαντικώτερα ἔργα ἐκ τῶν σωζωμένων εἶναι τὰ ἑξῆς: Liber contra Arianos (Βιβλίο κατὰ Ἀρειανῶν), Ad Thrasamundum regem Vandalorum libri tres (Πρὸς Θρασιμόνδον Βασιλέα, 3 βιβλία), De fide ad Petrum (Περὶ πίστεως πρὸς Πέτρον), De Trinitate ad Felicem (Περὶ Τριάδος πρὸς Φήλικα).
(*) Βυζακινὴ Ἀφρική· Στὸ τέλος του Γ΄ αἰ. μ.Χ., περίπου τὸ 293, ὁ Ρωμαῖος Αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς (284-305) διαίρεσε τὴν μεγάλη Ρωμαϊκὴ Ἐπαρχία τῆς Ἀφρικῆς Ἀνθυπατικῆς σὲ τρεῖς μικρότερες Ἐπαρχίες: τὴν Ζευγυτάνα στὰ βόρεια, ἡ ὁποία ἐξακολουθεῖ νὰ διοικεῖται ἀπὸ ἕναν Ἀνθύπατο καὶ ἀναφέρεται ὡς Ἀνθυπατική, τὴν Βυζακινὴ καὶ τὴν Τρίπολι στὸ νότο. Ἡ Βυζακινὴ ἀντιστοιχοῦσε περίπου στὸ σημερινὸ Σαχὲλ τῆς Τυνησίας.
(**) Βάνδαλοι· Γερμανικὸς λαός. Στὶς ἀρχὲς τοῦ Ε΄ αἰ. μ.Χ. εἰσέβαλαν μὲ ἄλλα βαρβαρικὰ φῦλα στὴν Γαλατία-Γαλλία (407) καὶ στὴν Ἰσπανία (409). Μὲ ἡγέτη τὸν Γκιζέριχο (428- 477), κατέκτησαν τὴν Ρωμαϊκὴ Ἀφρικὴ καὶ ἵδρυσαν ἕνα ἐκτεταμένο καὶ ἰσχυρὸ Βασίλειο, τὸ ὁποῖο περιελάμβανε καὶ τὴν Σικελία. Οἱ Βάνδαλοι ἐπολιόρκησαν τὸ 455 τὴν Ρώμη, τὴν ὁποία κατέλαβαν καὶ λεηλάτησαν. Τὸ κράτος αὐτὸ διαλύθηκε τὸ 533 ἀπὸ τοὺς Βυζαντινοὺς (ἐκστρατεία Βελισσαρίου, Στρατηγοῦ τοῦ Ἰουστινιανοῦ).
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/06/1_29.html
<>
Αγία Λιόβη εκ Γουιμβόρνης και Βίσοφσχάιμ. Ημέρα Μνήμης: 28 Σεπτεμβρίου.
Παρότι η ημερομηνία της γέννησης της είναι άγνωστη, η γέννηση της θεωρείται σαν θαύμα.
Η Αγία Λιόβη γεννήθηκε από ηλικιωμένους γονείς οι οποίοι ήταν στείροι. Η μητέρα της είχε ένα όνειρο στο οποίο πληροφορήθηκε πως θα κυοφορήσει ένα εκλεκτό - αγαπημένο παιδί του Χριστού. Στο όνειρο, πληροφορήθηκε επίσης το ότι το παιδί της θα ζούσε μία πνευματική ζωή, και θα υπηρετούσε την Εκκλησία.
Όταν το παιδί μεγάλωσε αφιερώθηκε και δόθηκε στην μητέρα Αγία Τέττα (τιμάται 28 Σεπτεμβρίου) προκειμένου να διδαχθεί τα σχετικά με την πνευματική ζωή. Είχε γεννηθεί με το όνομα Leofgyth στο Wessex μέσα σε αριστοκρατική οικογένεια.
Η μητέρα της συνδεόταν με τον Άγιο Βονιφάτιο - ήταν μακρινά ξαδέρφια - (τιμάται 5 Ιουνίου) και ο Άγιος Βονιφάτιος ήταν φίλος του πατέρα της. Μπήκε στο μοναστήρι του Wimborne και είχε την ίδια εξουσία με τον Άγιο Βονιφάτιο. Ο Άγιος Βονιφάτιος αργότερα αναζήτησε την Αγία Λιόβη η οποία ήταν ευρέως γνωστή για τα χαρίσματα της, για να τον βοηθήσει στην αποστολή του να διαδώσει τον Χριστιανισμό κατά μήκος της Γερμανίας. Επανειλημμένα ζήτησε από την Αγία Λιόβη να τον συνοδεύσει γιατί πίστευε πως πολλοί θα ωφελούνταν από την αγιότητα και το παράδειγμα της. Η Αγία Λιόβη δέχτηκε να τον συνοδεύσει αφότου είδε ένα όνειρο.
Το όνειρο την πληροφόρησε πως θα είχε πολλούς ακολούθους, θα μιλούσε μέσα από την καρδιά της και θα μπορούσε να κάνει πράξη όλα αυτά για τα οποία μιλούσε.
Έφτασε στη Γερμανία γύρω στο 748. Ανάμεσα στους συγγενείς που τη συνόδευαν ήταν και η Αγία Θέκλα του Κίτσινγκεν (τιμάται 15 Οκτωβρίου).
Ο Άγιος Βονιφάτιος εγκαθίδρυσε μια γυναικεία μονή στην περιοχή Tauberbischofsheim, όπου η Αγία Λιόβη έγινε ηγουμένη. Της εμπιστεύτηκε το σημαντικό έργο της ηγουμενίας και ήταν υπεύθυνη για όλες τις μοναχές. Το 754, όταν ο Άγιος Βονιφάτιος ετοίμαζε ένα ταξίδι στην Frisia, όπου και επρόκειτο να μαρτυρήσει, έδωσε το μοναστικό του σκούφο στην Αγία Λιόβη για να δηλώσει έτσι πως όταν έλειπε, εκείνη θα τον αντικαθιστούσε.
Ήταν μορφωμένη γυναίκα και στα χρόνια που ακολούθησαν συμμετείχε στην ίδρυση γυναικείων μονών στο Kitzingen και στο Ochsenfurt. Είχε κυρίαρχο ρόλο στο να διαδώσει το Ευαγγέλιο στην περιοχή της και αναφέρεται πως μια φορά σταμάτησε με μία εντολή της μια καταιγίδα. Ήταν η μοναδική γυναίκα στην οποία επέτρεπαν οι ηγούμενοι των μοναστηριών της Fulda να μπαίνει στα μοναστήρια τους και να νουθετεί τους εκκλησιαστικούς αρχηγούς σε θέματα των μοναστηριακών κανόνων.
Αργότερα αποσύρθηκε με μερικές ακόμη Άγγλο-Σάξονες μοναχές σε μία εγκατάσταση στο Mainz στο Schornsheim. Η εγκατάσταση παραχωρήθηκε για την δική της αποκλειστική χρήση από τον Καρλομάγνο. Κοιμήθηκε οσιακά στις 28 Σεπτεμβρίου του έτους 782.
Ο Άγιος Βονιφάτιος είχε ορίσει να θαφτεί η Αγία Λιόβη στον δικό του τάφο. Παρόλα αυτά, όταν κοιμήθηκε, τοποθετήθηκε σε έναν τάφο δίπλα στον δικό του και όχι μέσα στον ίδιο τάφο.
Πολλά θαύματα συνέβησαν στο τάφο της και σύντομα αγιοκατατάχθηκε. Τα ιερά λείψανά της μεταφέρθηκαν δύο φορές και τώρα είναι τοποθετημένα πίσω από το ιερό σε έναν ναό στο Petersburg στη Fulda. Ο Ροδόλφος (Rudolf) της Fulda ανέλαβε να γράψει τον βίο της σε συνδυασμό με την δεύτερη μετακομιδή των λειψάνων της.
Πολλά θαύματα συνέβησαν κατά τη ζωή της και μετά το θάνατο της. Κατά τη διάρκεια της ζωής της, έσωσε ένα χωριό από μια φωτιά, προστάτεψε την πόλη από μια καταιγίδα, έσωσε τη ζωή μιας μοναχής που ήταν θανάσιμα άρρωστη. Όλα αυτά τα θαύματα έγιναν μέσα από τις προσευχές της.
Θαύματα στον τάφο της: Έσωσε έναν άνθρωπο απαλλάσσοντας τον από τις αλυσίδες που ήταν δεμένες γύρω από τα χέρια του. Γιάτρεψε έναν Ισπανό που υπέφερε από σπασμούς. Λόγο αυτών των θαυμάτων των οποίων μάρτυρας υπήρξε ο Rudolf, τα λείψανά της, μεταφέρθηκαν δύο φορές για λόγους ασφαλείας.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/06/28.html
<>
Ἅγιος Κουεντῖνος, Φωτιστὴς τῆς Πικαρδίας. Ήμέρα Μνήμης: 31 Ὀκτωβρίου.
Υἱὸς ἑνὸς Ρωμαίου Ἄρχοντος, ὁ Κουεντῖνος ἐζήτησε τὴν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Γαΐου Πάπα Ρώμης (283-296, τιμάται 22 Ἀπριλίου), γιὰ νὰ.ἐπιχειρήση τὸν εὐαγγελισμὸ τῶν κατοίκων τῆς χώρας τῶν Ἀμβιανῶν, περιοχῆς τῆς σημερινῆς Πικαρδίας.
Ἔφθασε μέχρι τῆς Ἀμιένης (Amiens) μὲ μία μικρὴ ὁμάδα. Ἐβάπτιζε στὶς πλατεῖες, ἰάτρευε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ τοὺς ἀσθενεῖς, πολλοὶ ἐκ τῶν ὁποίων ὑπέφεραν ἀπὸ ἀρθρίτιδα, ὑδρωπικία, βρογχίτιδα, τύφλωσι. Τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ προκαλοῦσαν τὸν ἐνθουσιασμὸ τῶν καλοπροαιρέτων, ἀλλὰ καὶ τὸ μῖσος τῶν σκληροκάρδων.
Δὲν ἄργησε νὰ κατηγορηθῆ ὁ Κουεντῖνος στὸν σκληρὸ καὶ ἀπάνθρωπο Ρωμαῖο Διοικητὴ Ρικτιοβάρο, ὁ ὁποῖος ἐκάλεσε τὸν
Κουεντῖνο σὲ ἀνάκρισι:
- Πῶς ὀνομάζεσαι;
- Λέγομαι Χριστιανός, ὁ Πατέρας μου εἶναι Γερουσιαστὴς στὴν Ρώμη. Ἔλαβα τὸ ὄνομα Κουεντῖνος.
- Πῶς; Ἕνας τόσο εὐγενὴς ἄνδρας κατήντησε νὰ πιστεύση σὲ τέτοιες δεσιδαιμονίες;
- Ἡ πραγματικὴ εὐγένεια εἶναι νὰ εἶναι κανεὶς δοῦλος τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἡ πίστις στὸν Χριστό μας δὲν εἶναι δεσιδαιμονία. Μᾶς ἀνεβάζει στὴν τελεία εὐτυχία μὲ τὴν γνῶσι τοῦ παντοκράτορος Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ Aὐτοῦ τοῦ γεννηθέντος πρὸ πάντων τῶν αἰώνων.
- Ἄφησε τὶς μωρίες αὐτὲς καὶ θυσίασε στοὺς Θεούς.
- Ποτέ! Οἱ θεοί σου εἶναι δαίμονες καὶ ἡ ὄντως μωρία εἶναι νὰ τοὺς λατρεύη κανείς.
- Θυσίασε, εἰ δὲ μὴ θὰ σὲ βασανίσω ἕως θανάτου.
- Δὲν φοβᾶμαι τίποτε. Ἔχεις ἐξουσία στὸ σῶμα μου, ἀλλὰ ὁ Χριστός μας θὰ σώσει τὴν ψυχή μου.
Ὁ τύραννος, μετὰ τὴν γενναία ὁμολογία τοῦ Μάρτυρος, παρέδωσε αὐτὸν στοὺς δημίους, γιὰ νὰ τὸν μαστιγώσουν.
Ὁ Θεὸς ὅμως ἐνεδυνάμωνε τὸν δοῦλο Του καὶ ἀκούσθηκε φωνὴ ἐξ οὐρανοῦ: «Κουεντῖνε, ὑπόμεινον εἰς τέλος, ἐγώ εἰμι μετὰ σοῦ!». Πάραυτα, οἱ δήμιοι αὐτοῦ ἔπεσαν στὸ ἔδαφος.
Ὁ Ἅγιος ἐκλείσθη στὴν φυλακή, ἀπὸ τὴν ὁποία τὸν ἐλευθέρωσαν Ἅγιοι Ἄγγελοι. Ὁ Μάρτυς ἔτρεξε νὰ κηρύξη καὶ πάλι στὸ κέντρο τῆς πόλεως καὶ μετέστρεψε στὴν πίστι 600 ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἐζήτησαν τὸ ἅγιο Βάπτισμα.
Ὁ τύραννος, πλήρης θυμοῦ καὶ μανίας, ἐδοκίμασεν ὅλα τὰ βασανιστήρια στὸ σῶμα τοῦ μακαρίου δούλου τοῦ Θεοῦ: τροχό, λάδι κοχλάζον, πίσσα, ἀναμμένες λαμπάδες...
Ὁ Μάρτυς ὅμως δὲν ἐκάμπτετο: «Ἀπάνθρωπε, υἱὲ τοῦ διαβόλου, τὰ βάσανά σου εἶναι γιὰ μένα ἀναψυχή»...
Τότε ὁ τύραννος σὲ ἕναν παροξυσμὸ ὠμότητος, παρήγγειλε νὰ περάσουν τὸ σώμα του μάρτυρος από πάνω έως κάτω με δύο σιδηρένιες σούβλες, και να μπήξουν καρφιά κάτω από τους όνυχές του.
“Ο Άγιος όμως έμενε ατάραχος και προσευχόμενος, χωρίς να αισθανθή τις οδύνες των φοβερών βασάνων, τις οποίες ήσθάνοντο όμως παραδόξως, αντί εκείνου, οἱ δήμιοί του...
Τελικὰ ὁ τύραννος ἀπεφάσισε νὰ μεταφέρη τὸν Μάρτυρα στὴν Ρένς. Στὸν δρόμο, στὴν πόλι Aὐγούστα (Augusta Viroman-duorum), ὅπως καὶ ἐνωρίτερα στὴν πόλι Μαρτεβίλ, ὁ Ἅγιος ἔκανε νὰ ἀναβλύση στὴν ὑπόγεια φυλακή του μία πηγὴ ὕδατος, ἡ ὁποία ἀνεδείχθη ὕστερα πηγὴ ἰαμάτων.
Στὴν Aὐγούστα, ὁ Ρικτιοβάρος, μὴ ἀνεχόμενος πλέον τὴν ἀκτινοβολία τῆς ἁγιότητος τοῦ Μάρτυρος, ἐξέδωσε τὴν ἀπόφασι νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν καὶ νὰ ρίξουν στὸν ποταμὸ Σάμαρα (νῦν Σόμμε) τὴν σορὸ καὶ τὴν κεφαλή του.
Οἱ παρισταμένοι εἶδαν τότε τὴν ψυχή του νὰ πετάη στὸ οὐρανὸ σὲ μορφὴ λευκῆς περιστερᾶς καὶ ἄκουσαν φωνή: «Εὖ Κουεντῖνε, δοῦλε Μου ἀγαθέ, δέξου τὸν στέφανο, τὸν ὁποῖον σοῦ ἐτοίμασα. Ἰδοὺ καὶ οἱ Ἄγγελοι ἔρχονται γιὰ νὰ σὲ συνοδεύσουν».
Ἦταν ἡ 31η Ὀκτωβρίου τοῦ ἔτους 287, ἐπὶ Γαΐου τοῦ εὐσεβοῦς Πάπα Ρώμης, καὶ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ.
Πενήντα πέντε ἔτη ἀργότερα, μία εὐγενὴς Ρωμαία, ὀνόματι Εὐσεβία, ἡ ὁποία ἦταν τυφλή, εἶδε ἕνα ὅραμα, διὰ τοῦ ὁποίου ὁ Θεὸς τῆς ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ μεταβῆ στὴν Aὐγούστα, ὅπου θὰ εὕρη τὰ τίμια Λείψανα τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος καὶ θὰ ἀνακτήση δι᾿αὐτῶν τὴν ὅρασί της.
Πράγματι ἡ εὐσεβὴς δούλη τοῦ Θεοῦ μετέβη στὴν Aὐγούστα καὶ κατέβη στὸν ποταμὸ Σάμαρα. Ἐκείνη τὴν ὥρα ἀνεδύθησαν ἀπὸ τὰ ὕδατα ἡ ἱερὰ κεφαλὴ καὶ τὸ ὑπόλοιπο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς Εὐσεβίας ἠνοίχθησαν.
Ἀφοῦ ἀνεκομίσθησαν τὰ ἅγια Λείψανα, οἱ πιστοὶ ἀπεφάσισαν νὰ μεταφέρουν αὐτὰ στὴν πόλι Βερμάνδ. Ἀφοῦ ὅμως διήνυσαν μίαν μικρὰ ἀπόστασι, τὰ ἱερὰ Λείψανα ἔγιναν ὑπερβολικὰ βαρειά, ὥστε κατέστη ἀδυνατὸν νὰ προχωρήση ἡ ἅμαξα.
Συντόμως ἀνέγειραν ἐκεῖ οἱ πιστοὶ ἕνα παρεκκλήσιον καὶ ἔπειτα ἐκκλησίες ὅλο καὶ μεγαλύτερες, λόγῳ τῶν πολλῶν προσκυνητῶν, τοὺς ὁποίους ἡ φήμη τῶν ἀναριθμήτων καὶ ποικίλων θαυμάτων τοῦ ἐνδόξου Μάρτυρος προσείλκυε.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/06/31.html
<>
Άγιος Cennydd της Ουαλίας, ο Ερημίτης. Ημέρα Μνήμης: 5 Ιουλίου.
Ο Άγιος Cennydd ήταν ο γιος του βασιλιά Dihoc - κατά πάσα πιθανότητα του Deroch II της Δουμνόνιας - μέσα από μια αιμομικτική σχέση με την ίδια του την κόρη. Ενώ η πριγκίπισα ήταν έγκυος, ο βασιλιάς Deroch κλήθηκε από τον Υψηλό βασιλέα Αρθούρο για να παρακολουθήσει τις εκδηλώσεις για τον εορτασμό των Χριστουγέννων που πραγματοποιούνταν στην βασιλική αυλή στο Aber Llychwr (Loughor). Οι δύο ταξίδευαν εκεί μαζί και ο Άγιος Cennydd γεννήθηκε πιθανότατα στο κοντινό Caer Gynydd στο Waunnarlwydd. Γεννήθηκε κολοβός με την κνήμη του ενός ποδιού προσκολλημένη στο μηρό.
Ένας ιερέας κατάφερε να βαπτίσει το βρέφος, δίνοντάς του το όνομα Cennydd, πριν ο βασιλιάς Deroch διατάξει τη ρίψη του γιού του στον ποταμό. Ο Άγιος Cennydd τοποθετήθηκε σε ένα ψάθινο καλάθι από ιτιά και ρίχθηκε στον ποταμό Lliw. Το δυνατό ρεύμα του ποταμού τον έφερε γρήγορα στον ποταμό Llwwchwr (ποταμός Loughor) όπου χυνόταν στην θάλασσα. Ξαφνικά μια μεγάλη καταιγίδα ξέσπασε και οδήγησε το ψάθινο καλάθι, χορεύοντας στην κορυφή των κυμάτων, στο Ynys Weryn (Head Worm), όπου ξεβράστηκε στην παραλία. Εκεί ένα σμήνος γλάρων πέταξε πάνω από το μωρό και τον έφερε στην κορυφή ενός βράχου. Εκεί οι γλάροι απογύμνωσαν τα στήθη τους και χρησιμοποίησαν τα πούπουλά τους για να κάνουν ένα κρεβάτι για τον μικρό Cennydd. Τα πουλιά πρόσεχαν συνεχώς τον Άγιο προστατεύοντάς τον, απλώνοντας τα φτερά τους πάνω του για να τον προστατέψουν από τον άνεμο, τη βροχή και το χιόνι.
Πριν περάσουν εννέα μέρες από την ημέρα που οι γλάροι θαυματουργικά έσωσαν τον νεαρό Άγιο, Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τον ουρανό, φέρνοντας έναν ορειχάλκινο κωδωνίσκο σε σχήμα στήθους, τον οποίο τοποθέτησε στο στόμα του νηπίου, και μασούσε έντονα στη λαβή, σαν κρίκο οδοντοφυΐας. Έτσι ο Άγιος Cennydd έζησε μέχρι που ήταν αρκετά μεγάλος για να περπατήσει και τα ενδύματα με τα οποία ήταν τυλιγμένος, μεγάλωναν μαζί του και επεκτείνονταν, όπως ακριβώς και ο φλοιός στον κορμό ενός δέντρου καθώς αυτό μεγαλώνει.
Μια μέρα ένας αγρότης χωρικός που ζούσε κοντά στη θάλασσα και δεν είχε οικογένεια είδε τον νεαρό Άγιο. Πήρε τον Άγιο Cennydd, τον έφερε σπίτι και τον έδωσε στη σύζυγό του, που έβαλε αμέσως το μικρό αγόρι στο κρεβάτι. Αυτό προκάλεσε μεγάλη ταραχή άγχος και έκπληξη στους γλάρους. Πέταξαν προς το σπίτι του χωρικού και έφτασαν μεγάλο αριθμό, διαιρεμένει σε δύο σμήνη. Ένα σμήνος εισήλθε στο σπίτι και έβγαλε τα σκεπάσματα από τον Άγιο Cennydd. Το δεύτερο κοπάδι, χρησιμοποιώντας τα ράμφη τους, τα νύχια τους και κραυγές, οδήγησαν τα βοοειδή του αγρότη προς τη θάλασσα. Εκνευρισμένος για τα ζώα του, ο αγρότης μετέφερε βιαστικά τον Άγιο Cennydd πίσω εκεί που τον βρήκε. Στη συνέχεια, οι γλάροι οδήγησαν τα βοοειδή του πίσω στα λιβάδια τους και, με τον πιο τακτικό τρόπο, αντικατέστησαν το κάλυμμα στο κρεβάτι.
Μέχρι εκείνη την εποχή, ο Άγιος Cennydd τρεφόταν από μία ελαφίνα, η οποία ερχόταν καθημερινά από το δάσος και γέμιζε με γάλα τον κωδωνίσκο σε σχήμα στήθους που χρησιμοποίησε το αγόρι ως θήλαστρο. Γέμιζε επίσης τις κοιλότητες στα κοντινά βράχια με γάλα για να έχει ο Άγιος καθ'όλη τη διάρκεια της ημέρας. Ο Άγιος Cennydd συνέχισε αυτή τη διατροφή, συμπληρωμένη από ρίζες και βότανα, μέχρι που έφτασε στην ηλικία των δεκαοκτώ ετών. Έπειτα, ένας Άγγελος Κυρίου, κατέβαινε και τον κατηχούσε στις χριστιανικές διδασκαλίες, και τον πληροφόρησε ότι πρέπει να αναχωρήσει για μία περιοχή με πολλά καλαμοειδή φυτά που ονομάζεται Llangennydd (Llangennith), περίπου ένα μίλι μακριά. Ο Άγιος Cennydd ξεκίνησε την πορεία του, αλλά έκανε αργή πρόοδο εξαιτίας της σωματικής του κατάστασης. Σταμάτησε περίπου είκοσι τέσσερις φορές και σε κάθε στάση θαυματουργικά ανέβλυζε μια πηγή με καθαρά και δροσερά νερά για να σβήσει τη δίψα του. Όταν τελικά ο Άγιος Cennydd έφτασε στον προορισμό του, εκεί ο ίδιος έχτισε μια καλύβα από κορμούς και φύλλα ιτιάς και στέγη από καλάμια. Επίσης βρήκε και έναν υπηρέτη για να τον βοηθάει ο οποίος ήταν ανάξιος εμπιστοσύνης και η ατιμία του φανερώθηκε από το ακόλουθο θάυμα.
Μια μέρα, εννέα ληστές, που λεηλατούσαν την περιοχή, επισκέφτηκαν τον Άγιο Cennydd για να δουν τι θα μπορούσαν να κλέψουν από αυτόν. Όταν έφτασαν στην καλύβα του Αγίου άφησαν τα όπλα τους έξω και εκμεταλλευόμενοι την φιλοξενία του Αγίου μπήκαν στην καλύβα του. Εντωμεταξύ, ο υπηρέτης του Αγίου Cennydd είδε ένα από τα πολυπόθητα δόρατα των ληστών και το έκλεψε. Όταν ο ληστής ρώτησε για την λόγχη του, ο υπηρέτης ορκίστηκε ότι δεν το είχε δει: "Φέρτε τον κωδωνίσκο σε σχήμα στήθους και θα κάνω όρκο σε αυτόν". Έχοντας ξεπεράσει τον εαυτό του, ο υπηρέτης του Αγίου Cennydd τρελάθηκε και έφυγε στις απομακρυσμένες περιοχές γύρω από τον Mynyw (Saint Davids). Εκεί ζούσε σαν άγριο θηρίο, μέχρι που οι τρίχες του σώματός του και τα μαλλιά του τον κάλυψαν εντελώς. Μετά από επτά χρόνια, ο Άγιος Cennydd προσευχήθηκε για την αποκατάστασή του και ο άνθρωπος επέστρεψε στην υπηρεσία του με ειλικρινή μετάνοια.
Αργότερα, ο βασιλιάς Morgan του Glywysing πραγματοποίησε επιδρομές στην περιοχή γύρω από το Llangennydd (Llangennith), συγκεντρώνοντας μαζί του μεγάλη ποσότητα λαφύρων. Ο Άγιος ερημίτης έστειλε τον υπηρέτη του με τον κωδωνίσκο σε σχήμα στήθους για να ζητήσει μερίδιο από τα λάφυρα. Αυτός, φυσικά, συναντήθηκε με τον υπηρέτη σε κλίμα άρνησης και ύβρεων. Τότε οι λεηλάτες άρχισαν να διαφωνούν και να μάχονται μεταξύ τους για τη μοιρασιά των λαφύρων. Ήρθαν σε σύγκρουση και πολλοί σκοτώθηκαν. Ο βασιλιάς Morgan, αποδίδοντας αυτή την καταστροφή στην αδίκη αντιμετώπιση κατά του Αγίου αλλά και για την ύβρη που διέπραξε όσον αφορά την ιερότητα του θεόδοτου κωδωνίσκου σε σχήμα στήθους, πήγε σε αυτόν και προσέφερε αποζημίωση. Ο βασιλιάς πήρε τον Άγιο Cennydd επάνω στην πλαγιά του λόφου και, κοιτάζοντας το βασίλειό του, χορήγησε στον Άγιο τόση γη όση επιθυμούσε.
Όταν οι Άγιοι Δαϋίδ (Dewi/David), Επίσκοπος Mynyw (τιμάται 1η Μαρτίου), Τέιλο (Teilo) Επίσκοπος Llandeilo (τιμάται 9 Φεβρουαρίου) και Παντάρν (Padarn) της Ουαλίας (τιμάται 15 Απριλίου) ταξίδεψαν στην Ουαλία το 545, κάλεσαν τους ηγούμενους και τους επισκόπους της χώρας στη Σύνοδο του Llanddewi Brefi προκειμένου να καταδικάσουν την αίρεση του Πελαγιανισμού, σταμάτησαν στο κελί του Αγίου Cennydd και δέχτηκαν την φιλοξενία του. Ο Άγιος Δαϋίδ ζήτησε να παραστεί στη συνέλευση. Ωστόσο, δείχνοντάς του το παραμορφωμένο πόδι του, ο Άγιος Cennydd εξήγησε ότι δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει σε ένα τέτοιο ταξίδι. Έτσι ο Άγιος Δαϋίδ προσευχήθηκε για την ανακούφιση και αποκατάσταση του ποδιού του, έτσι ώστε ο Άγιος Cennydd να μπορεί να περπατήσει όπως και κάθε άλλο άτομο. Αυτό δεν ευχαρίστησε τον Άγιο Cennydd, που ήθελε να παραμείνει όπως τον είχε δημιουργήσει ο Θεός. Αυτός, λοιπόν, προσευχήθηκε να επανέλθει η δυσμορφία στο πόδι του και αμέσως βγήκε στο άκρο του όπως πριν και η κνήμη του βρέθηκε πάλι προσκολλημένη στον μηρό. Έτσι ο Άγιος δεν παρακολούθησε τη Σύνοδο, όμως επέκτεινε την επαφή του με τον κόσμο χτίζοντας μία ιερά μονή κοντά στο ερημητήριό του όπου καθημερινά δεχόταν πλήθος προσκυνητών και ανθρώπων που ζητούσαν τις συμβουλές του και την βοήθειά του.
Κάποια στιγμή, ο Άγιος Cennydd επέστρεψε στην πατρίδα των γονιών του, ίδρυσε εκκλησίες και παρεκκλήσια στο Ploumelin, το Saint-Caradec, το Plaintel (όπου μπορεί κανείς να δει το πέτρινο κρεβάτι του) και το Languidic, την κύρια κατοικία του στη Βρετάνη. Εγκαταστάθηκε σε αυτό το τελευταίο μέρος, αφού καταδιώχθηκε από μια μικρή ομάδα πέντε πολεμιστών. Προσευχήθηκε για βοήθεια και αμέσως οι πέντε πολεμιστές μετατράπηκαν με θαυματουργικό τρόπο σε πέτρες. Παραμένουν ως μια σειρά από πέτρες που τώρα ονομάζονται «Στρατιώτες του Αγίου Κορνήλιου», αλλά κάποτε ήταν γνωστές ως «Στρατιώτες του Αγίου Cennydd». Ο Άγιος Cennydd κοιμήθηκε οσιακά κατά πάσα πιθανότητα την 1η Αυγούστου κάποια στιγμή στα τέλη του 6ου αιώνα. Στο Llangennydd (Llangennith), ωστόσο, η μνήμη του τιμάται την 5η Ιουλίου και η ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του στις 27 Ιουνίου.
Ο Άγιος Cennydd είναι επίσης γνωστός και ως Άγιος Κέννεθ (Kenneth) ή Kenetus (Κενέτος) στα λατινικά και δεν θα πρέπει να συγχέεται με τον Άγιο Kenneth (Cainnech ή Cannice ή Kenny ή Canicus) ηγούμενο του Αγκάμποε (Aghaboe) της Ιρλανδίας του οποίου η μνήμη τιμάται στις 11 Οκτωβρίου.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/01/cennydd.html
<>
Άγιος Κεντβάλλα βασιλεύς του Ουέσσεξ. Ημέρα Μνήμης: 20 Απριλίου.
Ο Άγιος Κεντβάλλα του Ουέσσεξ ήταν βασιλιάς του Ουέσσεξ (685 - 688) μέλος του Οίκου του Ουέσσεξ. Στην νεότητα του εξορίστηκε από το Ουέσσεξ, την περίοδο της εξορίας του συγκέντρωσε δυνάμεις και επιτέθηκε στους νότιους Σάξονες σκοτώνοντας τον βασιλιά τους Έθελγουιλ στο Σάσσεξ. Ο Κεντβάλλα στάθηκε ανίκανος να κρατήσει την περιοχή της νότιας Σαξονίας και εξορίστηκε ξανά από τον Έθελγουιλ, το 685 έγινε βασιλιάς του Ουέσσεξ αλλά αμέσως βρέθηκε στην δίνη ταραχών με αντίπαλες οικογένειες. Μετά την άνοδο του στο θρόνο έφτασε στο Σάσσεξ κατακτώντας ολόκληρη την περιοχή και την Νήσο του Γουάιτ. Κέρδισε και την περιοχή του Κεντ τοποθετώντας τον αδελφό του Μουλ του Κεντ ως βασιλιά, ο Μουλ κάηκε σε επανάσταση την επόμενη χρονιά και ο Κεντβάλλα επέστρεψε στο Κεντ αναλαμβάνοντας την κυβέρνηση του βασιλείου προσωπικά ο ίδιος. Ο Κεντβάλλα τραυματίστηκε θανάσιμα την εποχή που κατακτούσε την Νήσο Γουάιτ αυτός ήταν πιθανότατα ο λόγος για τον οποίο παραιτήθηκε από τον θρόνο (688). Τον Απρίλιο του 689 έφτασε στην Ρώμη όπου βαπτίστηκε χριστιανός από τον πάπα Σέργιο Α΄ το Μεγάλο Σάββατο του ίδιου χρόνου, πέθανε 10 μέρες αργότερα στις 20 Απριλίου 689 και τον διαδέχτηκε ο Ίνε του Ουέσσεξ (τιμάται 8 Σεπτεμβρίου).
Μια κύρια πηγή σχετικά με τα γεγονότα που έγιναν εκείνη την εποχή στην χώρα των Δυτικών Σαξόνων ήταν η Εκκλησιαστική ιστορία που γράφηκε από τον Άγιο Βέδα τον Σεβάσμιο (731). Ο Βέδας συγκέντρωσε πληροφορίες για τον Κεντβάλλα από τον επίσκοπο Δανιήλ του Ουίντσεστερ, το βασικό ενδιαφέρον του Βέδα ήταν ο εκχριστιανισμός των Δυτικών Σαξόνων αλλά το έργο του μας δίνει πολλές πληροφορίες για τον Κεντβάλλα και το βασίλειο του. Το έργο του Στεφάνου του Ριπόν "Η ζωή του Αγίου Ουίλφριντ" αναφέρεται στον Κεντβάλλα. Άλλη μια σημαντική πηγή για τα γεγονότα της βασιλείας του ήταν το Αγγλοσαξωνικό χρονικό το οποίο γράφηκε τον 9ο αιώνα υπό την επίβλεψη του βασιλιά Αλφρέδου του Μεγάλου (τιμάται 26 Οκτωβρίου) στα χρονικά φαίνεται το γενεαλογικό δέντρο των βασιλέων του Ουέσσεξ. Τα καταστατικά εμφανίζουν τις δωρεές που προσφέρουν οι βασιλείς στους υπηκόους τους και στην εκκλησία, είναι τα πρώτα γραπτά κείμενα της Αγγλικής ιστορίας. Στα τέλη του 7ου αιώνα οι Δυτικοί Σάξονες βρισκόντουσαν σε μια περιοχή της Νοτιοδυτικής Αγγλίας τα σύνορα της οποίας δεν έχουν διευκρινιστεί. Στα δυτικά εκεί που βρίσκεται σήμερα το Ντέβον και η Κορνουάλη υπήρχε το αρχαίο βασίλειο της Νταμνονίας, στα βόρεια η Μερκία της οποίας ο βασιλιάς Γούλφχερ της Μερκίας ο οποίος στην διάρκεια της βασιλείας του κυβερνούσε ολόκληρη την νότια Αγγλία. Το 674 τον Γούλφχερ διαδέχθηκε ο αδελφός του Έθελρεντ ο οποίος είχε λιγότερες στρατιωτικές ικανότητες αλλά παρόλα αυτά οι δυτικοί Σάξονες δεν κατόρθωσαν να ανακάμψουν και να ανακαταλάβουν τις περιοχές που είχε κατακτήσει ο Γούλφχερ. Στα ανατολικά εκεί που σήμερα βρίσκεται το Σάσσεξ βρισκόταν το βασίλειο των νότιων Σαξόνων και στα ανατολικά εκεί που βρίσκεται σήμερα το Λονδίνο βρισκόταν το βασίλειο των ανατολικών Σαξόνων.
Οι θέσεις που περιγράφονται στο χρονικό δεν έχουν διευκρινιστεί αλλά είναι φανερό ότι οι δυτικοί Σάξονες πολεμούσαν στο βόρειο Σόμερσετ, στο νότιο Γκλόστερσαιρ και στο βόρειο Γουιλσάιρ εναντίον των βασιλείων των Βρετανών και της Μερκίας. Στα δυτικά και νότια η απόδειξη της επίδρασης των δυτικών Σαξόνων αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο Κενβάλ του Ουέσσεξ ο οποίος κυβέρνησε την περίοδο 642 - 673 αναφέρεται στο πρώτο Σαξονικό αβαείο του Σέρμπορν στο Ντόρσετ. Ο Σέντγουιν του Ουέσσεξ που βασίλευσε την περίοδο 676 - 685 ήταν ο πρώτος προστάτης του Γκλάστονμπερι στο Σόμερσετ ενώ το Έξετερ στο Ντέβον βρισκόταν υπό τον έλεγχο των δυτικών Σαξόνων το 680 την εποχή που σπούδασε εκεί ο Άγιος Βονιφάτιος. Ο Βέδας αναφέρει ότι ο Κεντβάλλα ήταν ένας νεαρός δυναμικός άντρας πληροφορώντας για τη ημερομηνία θανάτου του το 689 σε ηλικία περίπου 30 ετών μεταθέτοντας με αυτόν τον τρόπο την ημερομηνία γέννησης του γύρω στο 659. Σύμφωνα με το χρονικό ο Κεντβάλλα ήταν γιος του Κενμπέρχτ του Ουέσσεξ και απόγονος του Κέρντικ ιδρυτή του Οίκου του Ουέσσεξ ο οποίος κυβέρνησε την Αγγλία. Φαίνονται πολλές δυσκολίες να διευκρινιστεί η καταγωγή του, αυτό φαίνεται σε προσπάθειες όλων των ιστορικών να μπορέσουν με διαφορετικούς τρόπους ως προπάτορα του τον Κέρντικ, το γενεαλογικό του δέντρο έχει πάντοτε προσεκτική μεταχείριση. Το όνομα του είναι μια Αγγλική μορφή του Βρετανικού ονόματος Καντβαλλόν το οποίο φανερώνει Βρετανική καταγωγή. Η πρώτη αναφορά για τον Κεντβάλλα περιγράφεται στην Ζωή του Αγίου Ουίλφριντ η οποία τον περιγράφει σαν έναν εξόριστο ευγενή στα δάση του Τσίλτερν και του Άντρεντ. Την περίοδο του 7ου αιώνα ήταν πολύ συνηθισμένο γεγονός να περάσει κάποιος ευγενής ένα χρονικό διάστημα στη εξορία πριν αναλάβει τον θρόνο, ο Όσβαλντ της Νορθουμπρίας είναι άλλη μια χαρακτηριστική περίπτωση. Σύμφωνα με το Αγγλοσαξωνικό Χρονικό η ημερομηνία στην οποία ο Κεντβάλλα άρχισε να αγωνίζεται για το βασίλειο του ήταν το 685. Παρά το γεγονός ότι βρισκόταν στην εξορία μπόρεσε να συγκεντρώσει ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, να νικήσει να σκοτώσει τον Έθελεγουιλ και να αναλάβει ο ίδιος τον θρόνο του Σάσσεξ. Ωστόσο πολύ σύντομο και ο ίδιος ανατράπηκε και εξορίστηκε από δυο ευγενείς οπαδούς του Έθελεγουιλ τον Μπέρθαν και τον Άντχαν που πιθανότατα κυβέρνησαν οι ίδιοι από τότε ως βασιλείς.
Το νησί του Γουάιτ, η κοιλάδα του Μεόν και το ανατολικό Χαμσάιρ κατακτήθηκαν για λογαριασμό του Έθελεγουιλ από τον Ουίλφλερ της Μερκίας. Το χρονικό τοποθετεί το γεγονός αυτό το 661 αλλά σύμφωνα με τον Βέδα δεν συνέβη πιο νωρίς από την στρατιωτική αποστολή του Ουίλφλερ στους νότιους Σάξονες την δεκαετία του 680, η επίθεση του Κεντβάλλα στον Έθελεγουιλ μπορεί να θεωρείται απάντηση στην πίεση την οποία δέχτηκε από την Μερκία. Άλλη μια απόδειξη της πολιτικής κι στρατιωτικής διαίρεσης των Δυτικών Σαξόνων την δεκαετία του 660 στο Ντόρτσεστερ ήταν η μεταφορά της έδρας στο Ουιντσέστερ πολύ κοντά στο βασίλειο των νότιων Σαξόνων. Η εξήγηση που δίνει ο Βέδας για την διαίρεση αυτή είναι η αδυναμία του Κεντβάλλα να κατανοήσει την Φραγκική προφορά του επισκόπου του Ντόρτσεστερ αλλά ο πραγματικός λόγος της μεταφοράς ήταν η προστασία από τις επιθέσεις της Μερκίας καθώς οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Κεντβάλλα σπάνια υπήρχαν στον βορά. Την ίδια εποχή οι Δυτικοί Σάξονες άρχισαν να επικρατούν σημαντικά απέναντι σε όλους τους υπόλοιπους Αγγλοσαξονικούς λαούς και να αποκτήσουν την εξουσία. Ο Κεντβάλλα έγινε βασιλιάς των Δυτικών Σαξόνων όταν ο προκάτοχος του Σέντγουιν του Ουέσσεξ αποσύρθηκε σε μοναστήρι (685), ο Βέδας λέει ότι κυβέρνησε δυο χρόνια αλλά ο πραγματικός χρόνος που παρέμεινε στην εξουσία ήταν πάνω από τρία χρόνια. Το γενεαλογικό δέντρο των Δυτικών Σαξόνων αναφέρει ότι η περίοδος της βασιλείας του ήταν τρία χρόνια. Σύμφωνα με τον Βέδα πριν από τον Κεντβάλλα το Ουέσσεξ κυβερνούσαν υποβασιλείς τους οποίους ο ίδιος ανέτρεψε. Ο Βέδας δίνει την ημερομηνία θανάτου του Κενβάλ στην αρχή της δεκαετής περιόδου στην οποία οι Δυτικοί Σάξονες κυβερνήθηκαν από τους συγκεκριμένους υποβασιλείς, γι'αυτό πιστεύεται ότι πέθανε γύρω στο 673. Ο προκάτοχος του Κεντβάλλα Σέντγουιν πιθανότατα ξεκίνησε σαν ένας από τους υποβασιλείς αλλά κατέληξε τελικά σαν μοναδικός βασιλιάς στο τέλος της δεκαετούς περιόδου, οι υποβασιλείς ανήκαν σε άλλον αντίπαλο κλάδο της δυναστείας του Ουέσσεξ που διεκδικούσαν για λογαριασμό τους την εξουσία. Ο Βέδας είχε σαν βασική πηγή πληροφόρησης προκειμένου να ολοκληρώσει το έργο του για τα γεγονότα στο βασίλειο των Δυτικών Σαξόνων τον επίσκοπο Δανιήλ του Ουίντσεστερ. Είναι φανερό ότι οι δυο αντιβασιλείς εκθρονίστηκαν, ο βασιλιάς Μπίλντριντ βασίλευσε στην περιοχή του Σόμερσετ και του Γουιλσάιρ αναφέρεται σε έγγραφα (681, 688) σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς. Μια άλλη σύγχυση απο τους ιστορικούς εμφανίζει τον πατέρα του Ίνε Σένρεντ του Ουέσσεξ να κυριαρχεί στο Ουέσσεξ μετά την άνοδο του ίδιου του Ίνε του Ουέσσεξ.
Όταν ανέβηκε στον θρόνο ο Κεντβάλλα σκοτώνοντας τον βασιλιά Μπερθάν κατόρθωσε να υποτάξει τη περιοχή. Κατέκτησε την νήσο του Γουάιτ η οποία ήταν ένα ακόμα παγανιστικό βασίλειο, σκότωσε τον γηγενή πληθυσμό του νησιού τοποθετώντας τον δικό του λαό, ο βασιλιάς της νήσου Άρβαλντ άφησε τους δυο αδελφούς του ως διαδόχους. Δραπέτευσαν από το νησί αλλά βρέθηκαν στο Χαμσάιρ και εκτελέστηκαν με εντολή του Κεντβάλλα επιτρέποντας σε έναν ιερέα να τους βαπτίσει χριστιανούς πριν τον θάνατο τους. Ο Κεντβάλλα τραυματίστηκε σύμφωνα με τον Βέδα αλλά ανάρρωσε από τα τραύματα του όταν έδωσε την άδεια στον ιερέα να βαπτίσει τους πρίγκιπες. Σε ένα καταστατικό του 688 ο Κεντβάλλα παραχωρεί το Φάρνχαμ σε έναν υπουργό του αυτό είναι απόδειξη ότι είχε τον έλεγχο του Σάρρεϋ, επιτέθηκε στο Κεντ (686) και ίδρυσε ένα μοναστήρι στο Χού βορειοανατολικά του Ρότσεστερ ανάμεσα στο Μέντγουέι και τον Τάμεση. Τοποθέτησε τον αδελφό του Μουλ βασιλιά του Κεντ αλλά σύμφωνα με το Αγγλοσαξωνικό χρονικό ο αδελφός του κάηκε μαζί με άλλους 12 σε εξέγερση. Η απάντηση του Κεντβάλλα μετά τον φόνο του αδελφού του επιτέθηκε στο Κεντ και έκαψε την γη, μετά την δεύτερη εκστρατεία φαίνεται ότι ο ίδιος προσωπικά κυβέρνησε την περιοχή του Κέντ. Ο Κεντβάλλα δεν βαπτίστηκε όταν ανέβηκε στον θρόνο και παρέμεινε αβάπτιστος μέχρι το τέλος αλλά ευνόησε σημαντικά τον χριστιανισμό, έκανε σημαντικές δωρεές στις εκκλησίες και ίδρυσε πολλά μοναστήρια. Όταν επιτέθηκε στους νότιους Σάξονες ο Βίλφριντ βρισκόταν στην αυλή του βασιλιά Έθελγουιλθ, με τον θάνατο του Έθελγουιλθ ο Βίλφριντ επιτέθηκε ο ίδιος στον Κεντβάλλα. Ο Βίος του Βίλφριντ αναφέρει ότι ο Κεντβάλλα τον έβλεπε σαν τον πνευματικό του πατέρα, ο Βέδας αναφέρει ότι ο Κεντβάλλα είχε υποσχεθεί να δώσει ένα τμήμα της Νήσου του Γουάιτ όταν το κατακτούσε στον Βίλφριντ σαν δώρο στην εκκλησία, αναφέρει επίσης ότι επέτρεψε στους δυο αδελφούς του Άρβαλντ να βαπτιστούν χριστιανοί πριν εκτελεστούν. Ο Βίλφριντ συνεργάστηκε στενά με τον Κεντβάλλα στα εκκλησιαστικά θέματα αλλά δεν συμμετείχε στις στρατιωτικές του επιχειρήσεις. Οι σχέσεις του Κεντβάλλα με τον Βίλφριντ είναι επιβεβαιωμένες και με άλλους τρόπους όπως στο "Ο Βίος του Βίλφριντ" φαίνεται οτι ο επίσκοπος Καντερβουρίας Άγιος Θεόδωρος (τιμάται 19 Σεπτεμβρίου) είχε εκφράσει την επιθυμία να τον διαδεχτεί ο Βίλφριντ, σχετίζεται με τις σχέσεις του Βίλφριντ με τον Κεντβάλλα στις περιοχές του νότου.
Το 688 ο Κεντβάλλα παραιτήθηκε από τον θρόνο και αναχώρησε στην Ρώμη προκειμένου να βαπτιστεί χριστιανός, γνώριζε ότι τα τραύματα του από την μάχη στην Νήσο του Γουάιτ ήταν θανάσιμα και ο θάνατος του βέβαιος. Ο Βέδας αναφέρει ότι είχε εκφράσει την επιθυμία να βαπτιστεί στο ιερό των Αγίων Αποστόλων, στον δρόμο για την Ρώμη σταμάτησε κοντά στο Καλαί όπου ίδρυσε εκκλησία, στην συνέχεια παραβρέθηκε στην αυλή του βασιλιά των Λομβαρδών Κούνινσπερτ. Όταν έφτασε στην Ρώμη βαπτίστηκε χριστιανός από τον πάπα Σέργιο Α' (τιμάται 8 Σεπτεμβρίου) το τελευταίο Σάββατο πριν την Πεντηκοστή, πέθανε αμέσως μετά και τάφηκε στον ναό του Αγίου Πέτρου. Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό και ο Βέδας τοποθετούν την ημερομηνία θανάτου του στις 20 Απριλίου αλλά η επιστολή αναφέρει ότι πέθανε 7 μέρες μετά την βάπτιση του στις 10 Μαρτίου του ίδιου χρόνου, η επιγραφή στον τάφο του τον αναφέρει ως "βασιλιά των Σαξόνων". Η αναχώρηση του Κεντβάλλα (688) φαίνεται ότι άφησε σε μεγάλη αστάθεια τα νότια της Αγγλίας, ο διάδοχος του Ίνε παραιτήθηκε το 726 αφού βασίλευσε 37 χρόνια όπως αναφέρει το Γενεαλογικό δέντρο των Δυτικών Σαξόνων ξεκινώντας την βασιλεία του από το 689. Η βασιλεία άλλαξε και στο Κέντ, αναφέρεται ότι το 688 τοποθετήθηκε βασιλιάς ο Οσβίν ευνοούμενος της Μερκίας, τον έλεγχο του Κέντ απέκτησε η δυναστεία με τον Εγβέρτο πάνω από 100 χρόνια αργότερα.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/09/20.html
<>
Άγιος Χάρολντ βασιλεύς της Αγγλίας, ο τελευταίος ορθόδοξος βασιλιάς της Αγγλίας. Ημέρα Μνήμης: 14 Οκτωβρίου.
Στις 14 Οκτωβρίου, 1066, στο Χέιστινγκς στη νότια Αγγλία, ο τελευταίος Ορθόδοξος βασιλιάς της Αγγλίας, Χάρολντ ο δεύτερος , σκοτώνεται σε μία μάχη ενάντια στον Δούκα Γουλιέλμο της Νορμανδίας. Ο Γουλιέλμος έλαβε την ευλογία να εισβάλει στην Αγγλία από τον πάπα της Ρώμης Αλέξανδρο προκειμένου να φέρει την Αγγλική Εκκλησία σε πλήρη επαφή με τον "αναμορφωμένο παπισμό". Από το 1052 ο Άγγλος αρχιεπίσκοπος τιμωρήθηκε και καταγγέλθηκε σαν σχισματικός από τη Ρώμη.
Το αποτέλεσμα της Νορμανδικής Κυριαρχίας ήταν ότι η Αγγλική εκκλησία και οι άνθρωποι της ενσωματώθηκαν στην αιρετική "εκκλησία" της Δύσης, στην παπική χριστιανοσύνη, η οποία το 1054 εξέπεσε και απομακρύνθηκε από την επικοινωνία της με την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, η οποία αντιπροσωπεύεται από τους ανατολικούς πατριάρχες της Κωνσταντινούπολης, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας και της Ιερουσαλήμ. Αυτό τελείωσε 500 χρόνια ιστορίας της Άγγλο - Σαξονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, επακολούθησε ο θάνατος της Κελτικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ουαλία, την Σκωτία και την Ιρλανδία.
Χέιστινγκς (Hastings) - 1066 -1993.
Ο βασιλιάς Χάρολντ σφαγιάστηκε, και ο Λέοφγουΐν και ο Γκυρθ, τα αδέρφια του, και πολλοί καλοί άνδρες. Αυτή η μάχη συνέβη την ημέρα της εορτής του Αγίου Καλλίστου.
Το Άγγλο-Σαξονικό χρονικό.
Μπροστά μας μία πεδιάδα γεμάτη τρόμο,
κορμιά σε εκατοντάδες κείτονται νεκρά,
άλογα χωρίς αναβάτη περιφέρονται,
σπαθιά, πανοπλίες, τριξίματα, στενάζουν διαπεραστικά.
Ο θάνατος είναι που πέταξε πάνω από το πεδίο της μάχης, πάνω από τους πεσόντες και τα ατσαλένια σπαθιά. Θάνατο βλέπω, καθώς παρασέρνει και πετάει, οι ψυχές δείχνουν να λαχταρούν να αναστηθούν, μα δεν τολμούν ακόμη τα σώματα τους να αφήσουν,
πράγματι, ψυχές είναι αυτές και όχι σκιές.
(μετάφραση από τον I. Avtamonov από κείμενο του ποιήματος του για τους Βλαδίμηρο τον Μονομάχο και την Γκύθα κόρη του Χάρολντ).
Συνοδευόμενος από τον Μάλκολμ Ντάνσταλ (Malcolm Dunstall), πραγματοποίησα μία επίσκεψη στο πεδίο της μάχης του Χέιστινγκς στις 27 Οκτωβρίου αυτού του έτους. Ο Μάλκολμ Ντάνσταλ είναι ο ιδρυτής των "Άγγλων Συντρόφων", μία κοινότητα που ως σκοπό έχει να προωθήσει το ενδιαφέρον και τις αξίες της Άγγλο - Σαξονικής Αγγλίας. Μέσα από αυτό μου δόθηκε η ευκαιρία να πραγματοποιήσω μία παιδική επιθυμία, να πάω και να προσευχηθώ για εκείνους που σφαγιάστηκαν στο Χέιστινγκς από τον εισβολέα του 1066 και πέθαναν επικαλούμενοι τον Τίμιο Σταυρό.
Έχοντας ζητήσει και παραλάβει μία άδεια από την "Αγγλική Κληρονομιά", μου δόθηκε η δυνατότητα να υπηρετήσω το Ορθόδοξο μνημόσυνο για τους Σφαγιασθέντες Ορθόδοξους Πολεμιστές. Αυτό συνέβη στην περιοχή Χάρολντ - Στόουν, στο σημείο όπου 927 χρόνια πριν σφραγίστηκε η μοίρα του Αγγλικού έθνους, των Βρετανικών Νήσων και όλου του γύρω κόσμου που ομιλούσε την Αγγλική.
Αποτελεί ένθερμη ελπίδα μας και προσευχή, με τη Χάρη του Θεού, αυτό το ιστορικό μνημόσυνο, που γίνεται σε αυτό το συγκεκριμένο σημείο την ημέρα της μοιραίας μάχης, 14 Οκτωβρίου σύμφωνα με τα Ορθόδοξα ημερολόγια και τα ημερολόγια της Παλιάς Αγγλίας, να γίνει ένα σταθερό και ποιο ευρέως διαδεδομένο γεγονός.
Παρά τον αφορισμό που υπέβαλε ο Πάπας Λέοντας Θ' δώδεκα χρόνια πριν από τη μάχη, το 1054, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Αγγλία της περιόδου αυτής βρισκόταν ακόμη σε επικοινωνία με εκείνους που δεν εξέπεσαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία, στην Ανατολή. Αυτό αποδεικνύετε από το γεγονός του ότι η Νορμανδική εισβολή ευλογήθηκε από τους Πάπες και μαρτυρείτε επίσης από τις πολλές αλληλογραφίες μετά το 1066 μεταξύ των Αγγλοσαξόνων και της Κωνσταντινούπολης, όπου πολλοί χιλιάδες Άγγλων που υπηρετούσαν την Ορθοδοξία κατέφυγαν με τους ιερείς τους για να γλυτώσουν από την πίεση των Νορμανδών τυράννων.
Στον Ορθόδοξο νου, υπάρχει ουσιαστικότερος σύνδεσμος με το Χέιστινγκς. Η κόρη του Χάρολντ (γεννημένη το 1056) επρόκειτο να εγκαταλείψει την Αγγλία μετά την εισβολή και να πάει στη φιλική Δανία και από εκεί στη Ρωσία. Εκεί παντρεύτηκε τον μελλοντικό πρίγκιπα του Κιέβου, τον Βλαδίμηρο τον Μονομάχο, στον Ιερό ναό του Σωτήρος στο Τσέρνιγκωφ τον Απρίλιο του 1074.
Ο Βλαδίμηρος, ο οποίος ήταν μισός Έλληνας, ήταν εγγονός της Αγίας Άννας του Νόβγκοροντ (τιμάται 10 Φεβρουαρίου) , ο οποίος βαπτίστηκε από τον μοναχό και ιεραπόστολο του Γκλανστόνμπερυ, Άγιο Ζιγεφρείδο από την Σουηδία (τιμάται 15 Φεβρουαρίου).
Ανάμεσα στα παιδιά του Βλαδίμηρου και της Γκύθα ήταν ο Άγιος Μστισλάβ - Χάρολντ
(Mstislav - Harold), στην βάπτιση του Θεόδωρος, η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Απριλίου, ο οποίος έφερε ένα σλαβικό όνομα καθώς και το όνομα του παππού του από την πλευρά της μητέρας του (το όνομα του βασιλιά Χάρολντ δηλαδή).
Σύμφωνα με τα χρονικά, "καμία γυναίκα σε όλο τον κόσμο δεν ήταν τόσο ευτυχισμένη όσο αυτή", η Γκύθα είχε δώδεκα παιδιά, ανάμεσα σε αυτά ο Γεώργιος (Yuri) που ίδρυσε τη Μόσχα.
Στο έπος των 200 σελίδων για τον Βλαδίμηρι και την Γκύθα(τυπωμένο με τις ευλογίες του Επισκόπου Ιλαρίωνα), ο Ρώσος ποιητής Igor Avtamonov γράφει τα ακόλουθα:
Ο Χάρολντ ο βασιλιάς πέθανε άφοβα, όμως μας είπε πριν τη σφαγή, πως αν επρόκειτο να χαθεί εκεί, έπρεπε να σώσουμε την κόρη του Γκύθα, και να της δώσουμε το στέμμα της παλιάς Αγγλίας, και να νικήσουμε τους Νορμανδούς!
Μακάρι ο Κύριος να κοιτάξει προς εμάς τους αμαρτωλούς και να μας δωρήσει, σε εμάς που ακολουθήσαμε την Γκύθα πνευματικά και αναζητήσαμε να εκδιώξουμε τους δαίμονες, αιώνια στέμματα στο ανέσπερο φως της Ουράνιας Βασιλείας του.
Στον ύπνο των ευλογημένων δώρησε Κύριε, αιώνια ανάπαυση στις ψυχές των υπηρετών σου που αποχώρησαν από αυτή τη ζωή, τον Χάρολντ τελευταίο βασιλιά της Αρχαίας Αγγλίας, τους αδερφούς του Λέοφγουΐν και Γκυρθ, στους ακολούθους του και σε όσους έδωσαν τη ζωή τους στο πεδίο της μάχης για την Πίστη και την Αγγλία και δώρησε τους αιώνια μνήμη.
Ο Άγιος Χάρολντ Γκόντουινσον (Harold Godwinson, 1022 - 14 Οκτωβρίου 1066), αποκαλούμενος συχνά ως Χάρολντ Β΄, ήταν ο τελευταίος εστεμμένος Αγγλοσάξονας βασιλιάς της Αγγλίας.
Ήταν γιος του Γκόντουιν του Ουέσσεξ και της Γκύθα Θόρκελσντατερ αδελφής του Ουλφ Γιαρλ του πατέρα του Σβεν Β΄ της Δανίας. Έπεσε στην μάχη του Χέιστινγκς (14 Οκτωβρίου) εναντίον των Νορμανδών εισβολέων με επικεφαλής τον Γουλιέλμο τον Κατακτητή, ο θάνατός του σήμανε το τέλος της κυριαρχίας των Αγγλοσαξόνων στην Αγγλία. Ο Χάρολντ ήταν ισχυρός κόμης και μέλος εξέχουσας Αγγλοσαξονικής οικογένειας με δεσμούς με τον Κνούτο. Μετά τον θάνατο του Εδουάρδου του Εξομολογητή τον Ιανουάριο του 1066 το βασιλικό συμβούλιο κάλεσε τον Χάρολντ Γκόντουινσον να τον διαδεχτεί, η στέψη του Χάρολντ ως νέου βασιλιά έγινε στο Αββαείο του Ουέστμινστερ. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους αντιμετώπισε επιτυχώς μια επίθεση ενός άλλου διεκδικητή του θρόνου της Αγγλίας του Χάραλντ Γ΄ της Νορβηγίας μόλις δυο βδομάδες αργότερα ο στρατός του αντιμετωπίσει τον Γουλιέλμο τον Κατακτητή στην μάχη του Χέιστινγκς, στην μάχη έπεσε ο Χάραλντ Χαράλντα. Ο αδελφός της μητέρας του Ουλφ Γιαρλ είχε παντρευτεί την αδελφή του Κνούτου Έστριντ Σβέινσνταττερ,με τον γάμο αυτό ο θείος του έγινε γαμπρός του Σβεν Α΄ της Δανίας. Ο γιος τους Σβεν Β΄ της Δανίας έγινε κατόπιν βασιλιάς της Δανίας (1047).
Ο πατέρας του Χάρολντ Γκόντουιν ήταν γιος του Βούλφνοθ ενός γηγενούς ευγενή από το Σάσσεξ, ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία στο πλευρό του βασιλιά Έντμουντ του Σιδηρόπλευρου αλλά στην συνέχεια όταν ο Κνούτος τον διόρισε κόμη του Ουέσσεξ υποστήριξε τον Κνούτο (1018). Ο Γκόντουιν ήταν ο ένας από τους δυο κόμητες της εποχής της βασιλείας του Κνούτου που παρέμειναν στην θέση του μετά από αυτόν. Μετά τον θάνατο του Κνούτου (1035) ο Έντουιν υποστήριξε αρχικά τον Αρθακανούτο αλλά σύντομα άλλαξε την υποστήριξη του στον Χάρολντ τον Λαγοπόδαρο (1037) την ίδια εποχή που κατηγορήθηκε για εμπλοκή του στη τύφλωση του Άλφρεντ Έθελινγκ του αδελφού του μελλοντικού βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου του Εξομολογητή. Μετά τον θάνατο του Χάρολντ του Λαγοπόδαρου και την άνοδο στον θρόνο του Αρθακανούτου (1040) ο Έντουιν κατηγορήθηκε για εμπλοκή του στον φόνο του Άλφρεντ αλλά κατάφερε να δωροδοκήσει τον Αρθακανούτου με ένα μεγάλο πλοίο αφού πρώτα έκανε όρκο ότι ο ίδιος δεν επιθυμούσε το κακό του Άλφρεντ. Μετά τον θάνατο του Αρθακανούτου ο Έντουιν είχε σημαντικό ρόλο στην άνοδο στον θρόνο του νέου βασιλιά Εδουάρδου του Εξομολογητή, έφτασε στο αποκορύφωμα της δύναμης του όταν η κόρη του Έντιθ του Ουέσσεξ παντρεύτηκε τον Εδουάρδο. Οι γονείς του είχαν 6 γιους και τρεις κόρες μια από τις οποίες η Έντιθ, ο Χάρολντ Γκόντουινσον ήταν ο δεύτερος γιος τους, ο μεγαλύτερος ήταν ο Σβεν Γκόντουινσον. Ο Χάρολντ καταγράφεται ότι ήταν περίπου 25 χρονών το 1045 γεγονός που παραπέμπει την γέννηση του γύρω στα 1020.
Η Έντιθ παντρεύτηκε τον Εδουάρδο τον Εξομολογητή στις 23 Ιανουαρίου 1045, την ίδια εποχή ο Χάρολντ έγινε κόμης της Ανατολικής Αγγλίας, φαίνεται ως κόμης σε έγγραφα από το 1044 αλλά ο τίτλος του επισημοποιήθηκε το 1045. Ο Χάρολντ φαίνεται ότι τοποθετήθηκε σε αυτή την θέση προκειμένου να υπερασπίσει το Αγγλοσαξωνικό βασίλειο από τις επιθέσεις του Νορβηγού βασιλιά Μάγκνους του Καλού, πιθανότατα μετακίνησε μερικά πλοία στην νήσο του Σάντουιτς προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον Μάγκνους. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Χάρολντ Σβεν πήρε και εκείνος τον τίτλο του κόμη (1043).Την εποχή που ο Χάρολντ ονομάστηκε κόμης φαίνεται ότι ξεκίνησε την σχέση του με μια ευγενή με το όνομα Έντιθ η οποία ήταν κληρονόμος του Κεϊμπριτζσάιρ, του Σάφοκ και του Έσσεξ εδάφη τα οποία ανήκαν στο νέο δουκάτο του Χάρολντ. Η σχέση ήταν ένα είδος γάμου χωρίς να επισημοποιηθεί, δεν καταδικάστηκε από την εκκλησία ενώ έγινε δεκτή από πολλούς οπαδούς του, στην σχέση αυτή ο Χάρολντ προχώρησε προκειμένου να εξασφαλίσει υποστήριξη στην νέα του κομητεία.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του Χάρολντ Σβεν εξορίστηκε (1047) μετά την αποτυχημένη απόπειρα του να απαγάγει την ηγουμένη του Λέομινστερ, τα εδάφη του διανεμήθηκαν ανάμεσα στον ίδιο τον Χάρολντ και τον Δανό ξάδελφο τους Μπέορν Έστριντσον. Το 1049 ο Χάρολντ ήταν αρχηγός του στόλου στην βοήθεια που στάλθηκε στον Ερρίκο Γ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας προκειμένου να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει την εξέγερση του Βαλδουίνου Ε΄ της Φλάνδρας. Στην διάρκεια αυτής της εκστρατείας ο Σβεν επέστρεψε στην Αγγλία για να διεκδικήσουν τα εδάφη του, οι δυο δούκες αρνήθηκαν να του δώσουν πίσω τα εδάφη τους, ο Σβεν απήγαγε τον ξάδελφο του Μπέορν και τον δολοφόνησε. Ο κόμης Έντουιν εξορίστηκε και ο Χάρολντ βοήθησε τον πατέρα του να ανακτήσει τα εδάφη του, ο Έντουιν πέθανε (1053), ο Χάρολντ τον κληρονόμησε στην κομητεία του Ουέσσεξ και έγινε ο ισχυρότερος άντρας της Αγγλίας μετά τον βασιλιά. Ο Χάρολντ έγινε επιπλέον κόμης του Χέρεφορντ (1058) προκειμένου να αυξηθεί περισσότερο η Νορμανδική επίδραση στην Αγγλία μετά την επαναφορά του Οίκου του Ουέσσεξ με τον Εδουάρδο τον Εξομολογητή ο οποίος είχε περάσει περίπου 25 χρόνια εξορίας στην Νορμανδία. Έγινε αρχηγός σε μια σειρά από εκστρατείες εναντίον του Γκρίφφιντ-απ-Λιουέλιν, βασιλιά της Ουαλίας την περίοδο (1062 - 1063), οι εκστρατείες έληξαν με επιτυχία και τον θάνατο του Γκρίφφιντ (1063).
Το 1064 ο Χάρολντ ναυάγησε στο Ποντιέ, υπάρχουν πολλές απόψεις για αυτό το ταξίδι η παλιότερη αναφέρει ότι ο Εδουάρδος έστειλε τον Ροβέρτο αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι στον Γουλιέλμο για να τον ορίσει διάδοχο του και στην συνέχεια έστειλε τον ίδιο τον Χάρολντ να του ορκιστεί πίστη. Οι νεώτεροι ιστορικοί διαφωνούν με το γεγονός ότι ο Εδουάρδος ο Εξομολογητής είχε ορίσει κάποιον συγκεκριμένο διάδοχο του, σαν απόδειξη ισχυρίζονται την σύγκλιση των ευγενών μετά τον θάνατο του για να ορίσουν τον νέο βασιλιά. Άλλοι ιστορικοί ισχυρίζονται ότι είχε καλέσει τον Εδουάρδο τον εξόριστο από την Ουγγαρία να τον διαδεχτεί γιο του Έντμουντ του Σιδηρόπλευρου (1057), αυτό είναι άλλη μια απόδειξη ότι δεν είχε ορίσει ως διάδοχο του τον Γουλιέλμο. Μετέπειτα Νορμανδοί ιστορικοί δίνουν περισσότερες εξηγήσεις για αυτό το ταξίδι αναφέροντας ότι ο Χάρολντ ταξίδευσε προκειμένου να μεταφέρει πίσω μέλη της οικογένειας του τα οποία είχαν εξοριστεί το 1051, ή συμμετείχε σε κυνήγι και μια απρόσμενη θύελλα τον έριξε πέρα από το κανάλι. Ο Γκυ Α', Κόμης του Ποντιέ τον συνέλαβε αιχμάλωτο και τον μετέφερε στο κάστρο του Μπωρέν. Ο δούκας Γουλιέλμος της Νορμανδίας έφτασε εκείνη την στιγμή και ζήτησε από τον Γκυ να του τον παραδώσει προκειμένου να τον συνοδεύσει στον πόλεμο με τον Κόναν Β΄ της Βρετάνης. Ο Χάρολντ έσωσε δυο στρατιώτες του Γουλιέλμου και ανάγκασε τον Κόναν να του παραδώσει τα κλειδιά του κάστρου, ο Γουλιέλμος της Νορμανδίας τον έστεψε ιππότη. Η ταπεστρί του Μπαγιέ περιγράφει τον όρκο που πήρε ο Χάρολντ στον Γουλιέλμο τον Κατακτητή να τον αναγνωρίσει βασιλιά της Αγγλίας μετά τον θάνατο του Εδουάρδου του Εξομολογητή, μετά τον θάνατο του Εδουάρδου όμως έσπασε τον όρκο του. Ο συγγραφέας Όρντερικ Βιτάλις (1075 - 1142) αναφέρει ότι ο Χάρολντ ήταν πολύ ψηλός, όμορφος με μεγάλη σωματική δύναμη και θάρρος. Η σκληρή φορολογία του Τόστικ Γκόντουινσον (1065) παραλίγο να προκαλέσει εμφύλιο πόλεμο στην Αγγλία, ο Χάρολντ υποστήριξε τους επαναστάτες της Νορθούμπριας εναντίον του αδελφού του, αντικατέστησε τον Τόστικ με τον Μόρκαρ. Το γεγονός αυτό αύξησε πολύ την δημοτικότητα του Χάρολντ και του έδωσε σοβαρό προβάδισμα για την διαδοχή στον Αγγλικό θρόνο κάτι που ανάγκασε τον Τόστικ να προχωρήσει σε συμμαχία με τον Χάραλντ Χαράλντα.
Στα τέλη του 1065 ο βασιλιάς Εδουάρδος ο Εξομολογητής έπεσε σε κώμα και πέθανε στις 5 Ιανουαρίου 1066 πριν προλάβει να διευκρινίσει ποιον ορίζει για διάδοχο του, η χήρα του δήλωσε ότι άφησε το βασίλειο του υπό την προστασία του Χάρολντ. Οι προθέσεις του είναι αμφίβολες, η ταπεστρί του Μπαγιέ παρουσιάζει να προτείνει έναν άντρα που μοιάζει με τον Χάρολντ, η στέψη του έγινε την επόμενη μέρα στο αβαείο του Ουέστμινστερ αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις για να το επιβεβαιώσουν. Ο πραγματικός λόγος που συγκεντρώθηκαν οι ευγενείς την επόμενη μέρα ήταν περισσότερο για να γιορτάσουν τα Θεοφάνια παρά για να γιορτάσουν την στέψη του Χάρολντ. Στις αρχές του Ιανουαρίου 1066 όταν ο Γουλιέλμος Β΄ της Νορμανδίας έμαθε για την στέψη του Χάρολντ άρχισε να προετοιμάζεται για εισβολή στην Αγγλία συγκεντρώνοντας 700 πλοία στην Νορμανδική ακτή. Στην αρχή ο Γουλιέλμος αρνήθηκε να πραγματοποιήσει την εισβολή με τον ισχυρισμό ότι ο Χάρολντ του είχε ορκιστεί στα ιερά λείψανα ότι θα είναι ο Γουλιέλμος διάδοχος του θρόνου, ο Γουλιέλμος δέχτηκε την ευλογία της εκκλησίας και όλοι οι ευγενείς συντάχθηκαν μαζί του. Ο Χάρολντ συγκέντρωσε τον στρατό του στην Νήσο Γουάιτ, μετά από 7 μήνες παραμονής αναγκάστηκε στην συνέχεια λόγω κακοκαιρίας να αποχωρήσει και να επιστρέψει στο Λονδίνο. Την ίδια εποχή ο Νορβηγός βασιλιάς Χάραλντ Χαράλντα που διεκδικούσε επίσης τον θρόνο της Αγγλίας πραγματοποίησε επίθεση μαζί με τον Τόστικ στο στόμιο του ποταμού Τάιν.
Οι δυνάμεις του Χάραλντ Χαράλντα και του Τόστικ νίκησαν τις δυνάμεις του Έντουιν της Μερκίας και του Μόρκαρ της Νορθούμπριας στην Μάχη του Φούλφορντ κοντά στην Γιορκ στις 20 Σεπτεμβρίου 1066. Ο Χάρολντ βάδισε βόρεια και έφτασε σε τέσσερις μέρες από το Λονδίνο στην Γιορκσάιρ αιφνιδιάζοντας τον Χάραλντ Χαράλντα, στις 25 Σεπτεμβρίου στην Μάχη του Στάμφορντ Μπριτζ ο Χάραλντ Χαράλντα και ο Τόστικ ηττήθηκαν και σκοτώθηκαν. Ο Σνόρρι Στούρλουσον αναφέρει ότι λίγο πριν την μάχη ένας άγνωστος άντρας που δεν είπε το όνομα του ήρθε να βρει τον Χάραλντα Χαράλντα και τον Τόστικ, μίλησε στον Τόστικ και του πρόσφερε την επιστροφή της κομητείας του αν στραφεί εναντίον του Χαράλντα. Ο Τόστικ ρώτησε τον άντρα τι του προσφέρει ο βασιλιάς Χάρολντ για να το πραγματοποιήσει και ο άντρας του απάντησε "επτά πόδια από το Αγγλικό έδαφος αφού είναι ψηλότερος από όλους τους άντρες". Ο Χάραλντ Χαράλντα εντυπωσιάστηκε με το θάρρος του άντρα και ρώτησε τον Τόστικ ποιος ήταν, ο Τόστικ του απάντησε ότι ο άγνωστος άντρας ήταν ο ίδιος ο Χάρολντ Γκόντουισον. Ο Χένρυ του Χάντινγκτον αναφέρει ότι ο άντρας είπε: "έξι πόδια εδάφους ή όσο περισσότερο χρειάζεται αφού είναι ψηλότερος από όλους τους άντρες".
Στις 12 Σεπτεμβρίου 1066 ο στόλος του Γουλιέλμου εξέπλευσε για την Νορμανδία, πολλά πλοία του βυθίστηκαν από την τρικυμία αλλά ο στόλος του τελικά κατόρθωσε στις 27 Σεπτεμβρίου να φτάσει στην ακτή του ανατολικού Σάσσεξ. Ο στρατός του Χάρολντ βάδισε 386 χιλιόμετρα με 7000 άντρες για να συναντήσει τον Γουλιέλμο και άρχισε να κατασκευάζει βιαστικά αμυντικά φρούρια γύρω από το Χέιστινγκς. Οι δυο στρατοί συναντήθηκαν στην μάχη του Χέιστινγκς στις 14 Οκτωβρίου, μετά από εννιά ώρες σκληρής μάχης ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής ήταν ο μεγάλος νικητής, ο Χάρολντ Γκόντουινσον έπεσε στην μάχη μαζί με τους αδελφούς του Γκίρθ και Λέοφγουιν όπως περιγράφει το Αγγλοσαξωνικό χρονικό. Η αναφορά ότι ο Χάρολντ πέθανε από ένα βέλος ανάμεσα στα μάτια δεν είναι βέβαιη και μπορεί να είναι θέμα συζήτησης. Μια Νορμανδική πηγή που είχε γραφτεί αμέσως μετά την μάχη από τον Γκυ, επίσκοπο της Αμιένης αναφέρει ότι ο Χάρολντ σκοτώθηκε από τέσσερις ιππότες ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και ο ίδιος ο Γουλιέλμος και το σώμα του διαμελίστηκε. Οι Άγγλο-Νορμανδοί ιστορικοί του 12ου αιώνα όπως ο Γουλιέλμος του Μαλμέσμπουρι και ο Χένρυ του Χάντινγκτον αναφέρουν ότι σκοτώθηκε από ένα βέλος που τον τραυμάτισε στο κεφάλι, η αναφορά ότι το βέλος τον χτύπησε ανάμεσα στα μάτια πιθανότατα είναι προσθήκη του 14ου αιώνα.
Μια σκηνή στην ταπεστρί του Μπαγιέ με την επιγραφή "Χάρολντ ο βασιλιάς είναι νεκρός" παρουσιάζει μια ανθρώπινη μορφή χτυπημένη από βέλος στα μάτια, δίπλα της είναι άλλη μια ανθρώπινη μορφή ακρωτηριασμένη στα σκέλη ενός αλόγου. Η Γραμμική οξυγραφία που υπάρχει στην σκηνή της ταπεστρί ανάγκασε τους μελετητές να την εξηγήσουν με διαφορετικούς τρόπους, o Μπενουά (1729) τονίζει ότι η γραμμή του βέλους είναι διακεκομμένη κάτι που σημαίνει ότι δεν χτυπήθηκε ο άνθρωπος αυτός με το βέλος όπως φαίνεται στις υπόλοιπες ανθρώπινες μορφές. Ο Μπερνάρ ντε Μονφωκόν τονίζει ότι στην δεύτερη μορφή η γραμμή του βέλους είναι γεμάτη καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η δεύτερη ανθρώπινη μορφή ανήκει στον Χάρολντ, στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν οι περισσότεροι μελετητές εκείνης της εποχής. Άλλοι μελετητές ανέφεραν ότι η επιγραφή παραπέμπει απ'ευθείας στην πρώτη μορφή με το βέλος στα μάτια δημιουργώντας έντονες διαφωνίες σχετικά με την παρουσία του Χάρολντ στην σκηνή που εμφανίζει η ταπεστρί. Οι τελευταίοι μελετητές σημειώνουν ότι πιθανότητα και οι δυο μορφές να ανήκουν στον Χάρολντ εξηγώντας ότι πρώτα χτυπήθηκε με το βέλος και στην συνέχεια ακρωτηριάστηκε, η σκηνή δηλαδή παρουσιάζει τον ίδιο άνθρωπο σε ακολουθία γεγονότων.
Ο σύγχρονος ιστορικός Γουλιέλμος του Πουατιέ σημειώνει ότι το σώμα του Χάρολντ δόθηκε στον Γουλιέλμο Μάλετ για ταφή. Οι δυο αδελφοί του Χάρολντ βρέθηκαν πολύ κοντά του, ο ίδιος απογυμνωμένος από όλα τα επίσημα ενδύματα θα μπορούσε να αναγνωριστεί μονάχα από μερικά σημάδια στο σώμα του. Ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής πρόσφερε το σώμα του Χάρολντ για τα ταφή στον Γουλιέλμο Βάλετ και όχι στην μητέρα του αν και εκείνη του πρόσφερε όλο το βάρος του Χάρολντ σε χρυσό για να πάρει το σώμα του γιου της, ο Γουλιέλμος ισχυρίστηκε ότι τα θέματα ταφής δεν πρέπει να έχουν σχέση με χρηματικές συνδιαλλαγές. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι η χήρα του Χάρολντ Έντιθ η Ισχυρή κλήθηκε να αναγνωρίσει το πτώμα του συζύγου της από διάφορα σημάδια που ήταν πολύ γνωστά στην ίδια. Η συσχέτιση του Χάρολντ με το Μπόσαμ τον τόπο γέννησης του και η ανακάλυψη ενός Αγγλοσαξωνικού τάφου στην εκκλησία της πόλης το 1954 οδήγησε πολλούς να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο συγκεκριμένος τάφος ανήκει στον βασιλιά Χάρολντ Γκόντουινσον. Η επισκοπή του Τσίτσεστερ απέρριψε το αίτημα εκταφής στον συγκεκριμένο τάφο τον Δεκέμβριο του 2003 με τον ισχυρισμό ότι ο συγκεκριμένος τάφος είναι απίθανο να ανήκει σε βασιλιά. Μια πρώιμη εκταφή ανακάλυψε τον σκελετό ενός άντρα κάτω των 60 ετών με κομμένο το κεφάλι, το ένα χέρι και το μισό πόδι καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι είναι το σώμα του βασιλιά Χάρολντ όπως περιγράφεται στην Κάρμεν. Το ποίημα αναφέρει ότι ο βασιλιάς Χάρολντ τάφηκε κοντά στην θάλασσα που ήταν ο κύριος τόπος δράσης του, το Μπόσαμ πραγματικά βρισκόταν σε πολή κοντινή απόσταση με το λιμάνι του Τσίτσεστερ στο Αγγλικό κανάλι.
Υπάρχει κάποιος θρύλος ότι το σώμα του Χάρολντ μεταφέρθηκε λίγα χρόνια αργότερα σε μια νέα εκκλησία η οποία είχε ιδρυθεί στο Γουόλθαμ, ιερό τόπο στο Έσσεξ γύρω στο 1060. Ένας άλλος θρύλος αναφέρει ότι ο Χάρολντ Γκόντουινσον δεν έπεσε στην μάχη του Χέιστινγκς αλλά κατόρθωσε να δραπετεύσει, πέθανε αργότερα σαν ερημίτης στο Τσέστερ ή στο Καντέρμπερι. Ο γιος του Χάρολντ Ουλφ μαζί με τον Μόρκαρ και άλλους δυο απελευθερώθηκαν μετά τον θάνατο του Γουλιέλμου του Κατακτητή, ο Ουλφ μπήκε στην υπηρεσία του Ροβέρτου Β΄ της Νορμανδίας ο οποίος τον έστεψε ιππότη, από τότε εξαφανίστηκε από την ιστορία. Δυο άλλοι από τους γιους του Χάρολντ ο Γκόντουιν και ο Έντμουντ επιτέθηκαν στην Αγγλία (1068, 1069) με την βοήθεια του υψηλού βασιλιά της Ιρλανδίας, έκαναν επιδρομή στην Κορνουάλη (1082) αλλά πέθαναν λίγο αργότερα στην Ιρλανδία υπό ύποπτες συνθήκες.
Ο Χάρολντ ήταν νυμφευμένος για περίπου έξι χρόνια με την Έντυθ τη δίκαιη ή με τον λαιμό κύκνου. Ο γάμος έγινε με τον τρόπο των Δανών (Νορβηγικό έθος), ο κλήρος όμως δεν αναγνώριζε αυτόν τον γάμο του. Απέκτησαν τουλάχιστον έξι παιδιά: Γκόντγουιν (1049), Έντμουντ (1049), Μάγκνους (1051), Γκύθα 1053-1098/1107, παντρεύτηκε τον Βλαδίμηρο Β΄ Μονομάχο μεγάλο πρίγκιπα τού Κιέβου και Γκούνχιλντ 1055-1097.
Ο χρονικογράφος Όρντερικ Βιτάλις αναφέρει ότι ο Χάρολντ αρραβωνιάστηκε την Αδελίζα, κόρη του Γουλιέλμου Α΄ του Κατακτητή της Αγγλίας, αλλά ο γάμος μαζί της τελικά δεν έγινε ποτέ.
Τον Ιανουάριο του 1066 ο Χάρολντ έκανε δεύτερο γάμο με την Έντιθ/Ίλντγκυθ, κόρη του Έλφγκαρ κόμη της Μερκίας και χήρα του Ουαλλού πρίγκιπα Γκρίφφιντ-απ-Λιουέλιν. Μαζί της απέκτησε δυο γιους, τους: Χάρολντ και Ουλφ, γεννημένοι γύρω στο 1066· απεβίωσαν και οι δύο στην εξορία. Μετά τον θάνατο του συζύγου της η Έντιθ κατέφυγε στους δύο αδελφούς της, τον Έντουιν κόμη της Μερκίας και τον Μόρκαρ κόμη της Νορθούμπριας. Οι αδελφοί της αρχικά δήλωσαν υποταγή στον Γουλιέλμο Α΄ τον Κατακτητή, μετά όμως εξεγέρθηκαν και έχασαν τις γαίες τους και τις ζωές τους. Τότε η Έντιθ μάλλον διέφυγε στο εξωτερικό με την Γκύθα μητέρα (ή κόρη) τού Χάρολντ. Οι γιοι του Χάρολντ, ο Γκόντουιν και ο Έντμουντ δραπέτευσαν στην Ιρλανδία· μετά εισέβαλαν στο Ντέβον, όπου ηττήθηκαν από τον Μπράιαν κόμη της Κορνουάλης.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/09/14.html
<>
Άγιος Γουσταύος ο Ερημίτης. Ημέρα Μνήμης: 10 Μαρτίου.
Ο Άγιος Γουσταύος (Gustav - Σουηδικά: Gustaf)) ήταν Σουηδός και γεννήθηκε το 810. Όταν ο Άγιος Ανσέριος (Ansgar) Επίσκοπος Αμβούργου - Βρέμης και Φωτιστής των Σκανδιναβών (τιμάται 3 Φεβρουαρίου) επισκέφθηκε την Σουηδία για να κηρύξει το Ευαγγέλιο, ο Άγιος Γουσταύος άκουσε το κήρυγμα του Αγίου Ανσερίου, έγινε χριστιανός και δέχθηκε το Άγιο Βάπτισμα. Λέγεται ότι ο Άγιος Γουσταύος ήταν ο πρώτος Σουηδός που βαπτίστηκε.
Μετά τη βάπτισή του, ο Άγιος Γουσταύος ενεδύθη το Άγιο Αγγελικό Σχήμα και ακολούθησε τον Άγιο Ανσέριο ως ιεραπόστολος, βοηθώντας τον στον ευαγγελισμό της χώρας. Η συνδρομή του Αγίου Γουσταύου στον ευαγγελισμό της Σουηδίας ήταν μεγάλη δεδομένου ότι αποτέλεσε γέφυρα επικοινωνίας με τους ντόπιους και τον Άγιο Ανσέριο για την διάδοση του Ευαγγελίου.
Αργότερα και μέχρι το θάνατό του αποσύρθηκε στα βόρεια της Σουηδίας όπου έζησε ερημιτική ζωή αφιερωμένη στη μετάνοια, την προσευχή και την νηστεία. Ο Άγιος Γουσταύος κοιμήθηκε οσιακά στις 10 Μαρτίου το έτος 890.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/09/10_29.html
<>
Άγιος Ιερομάρτυς Πιάτος, Επίσκοπος Τορνάκου. Ημέρα Μνήμης: 1η Οκτωβρίου.
Ο Άγιος Ιερομάρτυς Πιάτος (Πιάτ) γεννήθηκε στο Μπενεβέντο της Ιταλίας. Η παράδοση αναφέρει ότι ήταν υποτακτικός του Αγίου Διονυσίου Παρισίων (τιμάται 9 Οκτωβρίου) και χειροτονήθηκε ιερέας από αυτόν.
Εστάλη από τον Αρχιεπίσκοπο Ρώμης στην Σαρτρ και στο Τορνάκο (σημ. Τουρναί) για να ευαγγελίσει τους κατοίκους. Συνελήφθη για αυτή του τη δράση επί αυτοκράτορος Μαξιμιανού και μαρτύρησε για την πίστη και την αγάπη του στο Χριστό αφαιρώντας του το πάνω μέρος του κρανίου του.
Αργότερα ο Άγιος Ελίγιος Επίσκοπος Νοβιομάγου - Τορνάκου (τιμάται 1η Δεκεμβρίου) ανακάλυψε τα ιερά λείψανα του Αγίου Μάρτυρος και τα τοποθέτησε σε περίτεχνη λειψανοθήκη.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/1.html
<>
Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἐλευθέριος Ἐπίσκοπος Τορνάκου, Φωτιστὴς τῆς βορείου Γαλατίας καὶ πολέμιος τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Ήμέρα Μνήμης: 20 Φεβρουαρίου.
῾Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος (ἢ Λεΐρ, κατὰ ἀρχαίαν παράδοσιν), γεννήθηκε στὸ Τορνάκο (σημ. Τουρναὶ) τοῦ Βελγίου τὸ 454 (ἢ 456). Ὁ πατέρας του Εἰρηναῖος (Serenus) καὶ ἡ μητέρα του Λευκὴ (Blanda) ἦσαν εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι.
Ὁ προπάππος του Εἰρηναῖος, ἕνας ἐκ τῶν πρώτων κατοίκων τοῦ Τορνάκου, οἱ ὁποῖοι ἀσπάσθηκαν τὸν Χριστιανισμὸ στὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου Πιὰτ (τιμάται 1η Ὀκτωβρίου), ἐδώρησε ἕνα κτῆμα, στὸ ὁποῖο ἀνεγέρθη ὁ πρῶτος Ναὸς τῆς Παναγίας μας καὶ μαρτύρησε μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἱεραπόστολο Πιάτ.
Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος εἶχε προικισθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ πολλὰ χαρίσματα καὶ προώδευσε θαυμαστῶς τὴν θύραθεν παιδεία καὶ στὴν ἐν Χριστῷ ζωή. Ἀνατράφηκε στὴν Αὐλὴ τοῦ Χιλδέριχου († 481), Βασιλέως τῶν Σαλίων Φράγκων, ἕδρα τοῦ ὁποίου ἦταν τὸ Τορνάκο. Ἐκεῖ συναναστράφηκε μὲ τὸν Χλωδοβῖκο (Κλόβι Α', υἱὸ τοῦ Χιλδέριχου καὶ διάδοχο αὐτοῦ, 481-511) καὶ μὲ τὸν Ἅγιο Μεδάρδο (τιμάται 8η Ἰουνίου), ὁ ὁποῖος τοῦ προεφήτευσε, ὅτι θὰ ἐγίνετο κάποτε Ἐπίσκοπος Τορνάκου.
Ἡ πρόρρησις αὐτὴ ἐκπληρώθηκε τὸ 486 ὅταν ὁ Ἐλευθέριος σὲ ἡλικία περίπου 30 ἐτῶν ἐξελέγη, προκειμένου νὰ διαδεχθῆ τὸν Ἐπίσκοπο Θεόδωρο καὶ χειροτονήθηκε ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Ρεμιγίου (τιμάται 13 Ἰανουαρίου).
Ἤδη ὅμως, πρὸ τῆς κοιμήσεως τοῦ Θεοδώρου, οἱ βιαιοπραγίες τῶν εἰδωλολατρῶν κατὰ τῶν Χριστιανῶν εἶχαν ἀναγκάσει τοὺς πλείστους τῶν πιστῶν τοῦ Τορνάκου καὶ ἰδίως τὶς σημαίνουσες οἰκογένειες, νὰ καταφύγουν στὸ χωριὸ Μπλαντέν, 4 περίπου χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν πόλι, ὅπου οἱ γονεῖς τοῦ Ἐλευθερίου εἶχαν κτήματα.
Οἱ Χριστιανοὶ τοῦ Τορνάκου εἶχαν πολὺ ἐκπέσει ἀπὸ τὸν πρώτο τους ζῆλο, μετὰ τὴν κοίμησι τοῦ Ἁγίου Πιάτ, ἡ πίστις αὐτῶν ὅλο καὶ ἔσβηνε, λόγῳ τῆς συναναστροφῆς καὶ τῆς βίας τῶν εἰδωλολατρῶν, ἢ τῶν ἀταξιῶν τῶν Φράγκων Βασιλέων, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἀκόμη εἰδωλολάτρες.
Τὰ πρῶτα χρόνια τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου ἦσαν περίοδος διαταραχῶν καὶ δοκιμασιῶν. Τὸ ποίμνιό του ἀνεμειγνύετο μὲ τοὺς Φράγκους εἰδωλολάτρες τῆς χώρας καὶ μὲ ποικίλους αἱρετικούς, κυρίως Ἀρειανούς, οἱ ὁποῖοι διέδιδαν στὸν λαὸ διδαχὲς ἀντίθετες πρὸς τὸ δόγμα τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος ἔδωσε μεγάλους ποιμαντικοὺς καὶ ἀπολογητικοὺς ἀγῶνες. Ἀπέσπασε πολλοὺς Φράγκους ἀπὸ τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων καὶ ὑπεράσπισε διὰ τοῦ κηρύγματος καὶ διὰ συγγραμμάτων τὸ Μυστήριο τῆς Ἐνσαρκώσεως ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν. Ὁ ζῆλος του νὰ κερδίζη ψυχὲς γιὰ τὸν Χριστό μας τὸν ὤθησε νὰ εἰσέλθη ἀρκετὲς φορὲς κρυφίως στὴν πόλι τοῦ Τορνάκου γιὰ νὰ κηρύξη τὸ Εὐαγγέλιο.
Ἡ δὲ θεία Πρόνοια ἐπέτρεψε ἕνα γεγονός, τὸ ὁποῖο ἄνοιξε πάλι τὶς πύλες τῆς γενέτειράς του στὸν Ἀρχιερέα καὶ τοὺς λοιποὺς ἐξόριστους Χριστιανούς.
Ἡ θυγάτηρ τοῦ Διοικητοῦ τοῦ Τορνάκου, εἰδωλολάτρις ὡς ὁ πατέρας της, εἶχε ἐρωτευθῆ κρυφίως τὸν νέο καὶ ἐνάρετο Ἐλευθέριο, προτοῦ νὰ ἐξορισθῆ μὲ τὴν οἰκογένειά του. Δὲν εἶχε ἐκμυστηρευθῆ ποτὲ τὸ αἴσθημα αὐτό, ἀλλὰ ἀπεφάσισε μία ἡμέρα νὰ μεταβῆ στὸ Μπλαντὲν νὰ τοῦ τὸ φανερώση.
Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐπληροφόρησε τὸ δοῦλον τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἐπικείμενο κίνδυνο. Μόλις λοιπὸν ἦλθε ἐνώπιόν του ἡ νέα εἰδωλολάτρις, τῆς εἶπε ὁ Ἅγιος: «Ἀθλία, δὲν ἄκουσες, ὅτι ὅταν ὁ σατανᾶς ἐτόλμησε νὰ πειράξη τὸν Κύριό μας, Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: “Ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ... Οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου”. Κατὰ τὸ ὑπόδειγμα τοῦ Σωτῆρος μου καὶ ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος σὲ διατάζω νὰ ὑπάγης ὀπίσω καὶ νὰ μὴν ἐπανέλθης στὸν τόπο αὐτό». Στὸ ἄκουσμα τῶν λόγων αὐτῶν, ἡ νεάνιδα ἔπεσε ὡς κεραυνόπληκτος καὶ ἐξεψύχησε.
Ὁ Διοικητής, ἀπεγνωσμένος ἐκ τοῦ τόσο ἀπροόπτου αὐτοῦ θανάτου, ἀλλὰ καὶ ἀναγνωρίζων τὴν δύναμι τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἐλευθερίου, ὑποσχέθηκε νὰ ἀσπασθῆ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ, ἂν ὁ Ἅγιος χάριζε πάλι τὴν ζωὴ στὴν θυγατέρα του.
Ὁ Ἐπίσκοπος δέχθηκε νὰ προσευχηθῆ γιὰ τὴν νεάνιδα καὶ παρεκάλεσε ταπεινῶς τὸν Χριστό μας νὰ τελέση τὸ θαῦμα αὐτό, ὥστε νὰ ἔλθουν εἰς ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας τόσοι δυστυχεῖς εἰδωλολάτρες. Ἀφοῦ ἔμεινε μερικὲς ἡμέρες νηστεύων καὶ προσευχόμενος, προσῆλθε στὸν τόπο, ὅπου εἶχε ταφῆ τὸ σῶμα της καὶ διέταξε νὰ σηκώσουν τὴν πλάκα. Ἔπειτα ἐκάλεσε τρὶς τὴν νεάνιδα προστάζων αὐτὴ νὰ ἔγερθη ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ ἀναστάντος ἐκ νεκρῶν. Ἡ νεάδιδα ἐξῆλθε ἐκ τοῦ μνήματος ἐνώπιον πάντων καὶ ἐζήτησε τὸ Ἅγιο Βάπτισμα.
Παρὰ τὸ ἔκλαμπρον αὐτὸ θαῦμα, ὁ πατέρας της συνέχιζε ἀκόμη νὰ ἀνθίσταται στὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, φοβούμενος ἴσως τοὺς ἄλλους εἰδωλολάτρες. Τότε μία αἰφνίδιος ἐπιδημία ἐθέρισε τὸν λαό. Οἱ τετυφλωμένοι εἰδωλολάτρες ἀπέδωσαν τὴν οὐράνιον παίδευσιν σὲ τεχνάσματα τοῦ Ἐλευθερίου, τὸν ὁποῖον ὠνόμασαν μάγο καὶ ἀπεφάσισαν νὰ θανατώσουν αὐτόν.
Ὅταν ἐνύκτωσε, ἕνα στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα ἀπήγαγε τὸν Ἐπίσκοπο καὶ τὸν ἔφερε ἐνώπιον τοῦ Διοικητοῦ, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ τὸν μαστιγώσουν μὲ βέργες καὶ νὰ τὸν ρίξουν στὴν φυλακή.
Ἐκεῖ ὅμως, Ἄγγελος Κυρίου τὸν ἐπισκέφθηκε, τὸν ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὶς ἀλυσίδες, ἄνοιξε τὴν πύλη τῆς φυλακῆς καὶ τὸν ὡδήγησε στὸ Μπλαντέν.
Ἡ ἀξιοθαύμαστη ὑπομονὴ καὶ οἱ προσευχὲς τοῦ Ἁγίου Ὁμολογητοῦ εἵλκυσαν τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ Κυρίου στὸν ἄτακτο αὐτὸ λαό: ὁ Διοικητής, αἰφνιδίως ἀλλοιωμένος ὑπὸ τῆς Θείας Χάριτος, προσῆλθε αὐτοπροσώπως καὶ τὸν παρεκάλεσε νὰ ἐπιστρέψη στὸ Τορνάκο.
Ὁ Ἅγιος ἐχάρη λίαν καὶ ἐπέστρεψε στὴν πόλι. Ἐβάπτισε στὶς ἑπόμενες ἡμέρες 11.000 εἰδωλολάτρες! Ἡ λαμπρὰ ἡμέρα τῆς ἐπιστροφῆς του στὴν ἕδρα του (26η Δεκεμβρίου 496) καθιερώθη ὡς Πανήγυρις, ἡ ὁποία τελεῖται ἐτησίως μέχρι σήμερον.
Ἡ μεταστροφὴ τοῦ Χλωδοβίκου, ὁ ὁποῖος εἶχε διαδεχθῆ τὸν Χιλδέριχο, καὶ ἡ βάπτισις αὐτοῦ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Ρεμιγίου, ἡ ὁποία συνέπεσε μὲ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου, ὡς καὶ ἡ θεραπεία ἑνὸς τυφλοῦ ὀνόματι Μαντηλίου, πολλαπλασίασαν τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ λαοῦ καὶ τὶς μεταστροφὲς στὴν πίστι.
Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος διοίκησε πλέον τὴν Ἐπισκοπή του εἰρηνικά. Μετέβη τρεῖς φορὲς στὴν Ρώμη γιὰ νὰ συμβουλευθῆ τὸν Πάπα γιὰ τὴν ἀντιμετώπισι τῶν κακοδοξιῶν στὴν Ἐκκλησία του.
Κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ ἀπὸ τὴν τρίτη ἐπίσκεψί του στὴν Ρώμη, ἔφερε ἅγια Λείψανα τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου καὶ τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας.
Ὁ Κλῆρος καὶ ὁ Λαὸς ἐξῆλθον εἰς προϋπάντησιν αὐτοῦ καὶ ἤδη κατέβαιναν ἀπὸ τὸ λεγόμενο Ἅγιο Λόφο (σημ. Λόφος τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου), ὅταν ἐμφανίσθηκε ὁ Ἅγιος βαστάζων τὰ πολύτιμα Λείψανα. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ δύο φωτεινὰ στεφάνια τὸν περιεκύκλωσαν. Μὲ ἐπιφωνήσεις χαρᾶς καὶ θαυμασμοῦ ὁ λαὸς τὸν προϋπήντησε καὶ τὸν ἠκολούθησε ἐν Λιτανείᾳ πρὸς τὸν Ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς. Καθ᾿ ὁδὸν πλῆθος ἀσθενῶν καὶ ἀναπήρων ἰατρεύθησαν καὶ ἕνας ἄλαλος πολὺ γνωστὸς στοὺς κατοίκους τῆς πόλεως ἀνέκτησε θαυμαστῶς τὴν φωνή του.
Ὁ Βασιλεὺς Χλωδοβῖκος, ἱδρυτὴς τῆς Φραγκικῆς Μοναρχίας καὶ Μονοκράτορας τῆς Γαλατίας, διακρίθηκε γιὰ τὶς ἐπιτυχίες του στοὺς πολέμους καὶ γιὰ τὴν προστασία, τὴν ὁποία παρεῖχε στὴν Ἐκκλησία τῶν Χριστιανῶν, ἀλλὰ ἀμαύρωσε τὴν μνήμη του μὲ τὶς βιαιοπραγίες καὶ τὶς δολιότητές του.
Μία ἡμέρα, μόλις ἔφθασε στὸ Τουρνάκο, ἦλθε στὴν Ἐκκλησία νὰ εὐχαριστήση τὸν Θεὸ γιὰ τὶς νίκες του. Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος τὸν ἀνέμενε στὰ πρόθυρα τοῦ Ναοῦ: «Κύριε Βασιλεῦ, γνωρίζω γιὰ ποιὸν λόγο προσήλθατε σὲ μένα». Ἔκπληκτος, ὁ Χλωδοβῖκος διαμαρτυρήθηκε, ὅτι δὲν εἶχε τίποτε τὸ ἰδιαίτερο νὰ πῆ στὸν Ἐπίσκοπο. «Μὴν τὸ λέτε, Βασιλεῦ», ἀπάντησε ὁ Ἀρχιερεύς, «ἔχετε ἁμαρτήσει καὶ δὲν τολμᾶτε νὰ τὸ ὁμολογήσετε».
Τότε ὁ νικητὴς συγκλονίσθηκε, ἐδάκρυσε, ὡμολόγησε τὶς ἁμαρτίες του καὶ παρεκάλεσε τὸν Ἅγιο νὰ τελέση τὴν Θεία Λειτουργία καὶ νὰ παρακαλέση τὸν Θεὸ νὰ συγχωρήση τὰ ἐγκλήματά του.
Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος ἔμεινε ὅλη τὴν νύκτα προσευχόμενος ἔνδακρυς. Τὸ πρωῒ ἐτέλεσε τὴν Θεία Λειτουργία ὑπὲρ τοῦ συντετριμμένου Βασιλέως. Τὴν ὥρα κατὰ τὴν ὁποίαν ἑτοιμάζε το νὰ κοινωνήση τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, φῶς λαμπρότατον ἐχύθη στὸν Ναὸ καὶ Ἄγγελος Κυρίου ἐμφανίσθηκε: «Ἐλευθέριε, δοῦλε τοῦ Θεοῦ, ἀκούσθηκαν οἱ προσευχές σου». Ταυτοχρόνως τοῦ παρέδωσε ἕνα χειρόγραφο, στὸ ὁποῖο ἦταν ἐγγεγραμμένη ἡ ἄφεσις τῶν ἀκατανόμαστων ἁμαρτιῶν τοῦ Βασιλέως.
Ὁ Χλωδοβῖκος, ἀφοῦ ἔλαβε συγχώρησι ἀπὸ τὴν θεία Εὐσπλαγχνία, ἀνέπεμψε εὐχαριστίες στὸν Θεὸ καὶ στὸν Ἅγιο Ἀρχιερέα καὶ ἔκανε μεγάλες δωρεὲς στὴν Ἐκκλησία τοῦ Τορνάκου.
Γιὰ νὰ ξεριζώση τελείως τὶς αἱρετικὲς δοξασίες, οἱ ὁποῖες ἔπλητταν τὴν Ἐπαρχία του, ὁ Ἅγιος συνεκάλεσε τὸ ἔτος 520 τοπικὴ Σύνοδο, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐξεφώνησε μία Ὁμολογία Πίστεως περὶ τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία σώζεται καὶ μέχρι σήμερα.
Τὸν ζῆλο του αὐτὸν γιὰ τὴν διαφύλαξι τῆς Παρακαταθήκης καὶ τὴν καθαρότητα τῆς Πίστεως ἐπλήρωσε ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος μὲ τὸ αἷμα του: μία ἡμέρα, ὅπως ἐξήρχετο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου, τοῦ ἐπιτέθηκε μία συμμορία αἱρετικῶν Ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι τὸν ἐξυλοκόπησαν ἀνελέητα. Ὁ Ἅγιος ἐπέζησε μόνο ὀλίγες ἡμέρες καὶ ἐκοιμήθη τὴν 20ὴ Φεβρουαρίου 531.
Ὁ περίφημος φίλος τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου, ὁ Ἅγιος Μεδάρδος, Ἐπίσκοπος Νοβιομάγου (σημ. Νουαγιόν), ἔσπευσε στὸ Τορνάκο,
ὅταν ἐπληροφορήθη τὴν ἐπίθεσι κατὰ τοὺ Ἁγίου Ἀρχιερέως. Ἔκλαυσε μεγάλως ἐπὶ τοῦ σκηνώματος τοῦ Ἁγίου καὶ ἐφρόντισε νὰ γίνη μετὰ πάσης τιμῆς ὁ ἐνταφιασμὸς Αὐτοῦ.
Ὁ ἴδιος προΐστατο τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῆς Ἐξοδίου Ἀκολουθίας, εὐχαριστῶν τὸν Θεόν, τὸν ἀξιώσαντα τὸν Ἅγιο Ἐλευθέριο νὰ εἰσέλθη στὰ σκηνώματα τῆς δόξης Αὐτοῦ.
Μετὰ τὸ πέρας τῆς Τελετῆς, τὸ ἱερὸ σκήνωμα κατετέθη στὸν Ναὸ τοῦ Μπλαντέν, ὅπου παρέμεινε μέχρι τὸ τέλος τοῦ 9ου αἰῶνος.
Μία εὐσεβὴς πιστή, κάτοικος τοῦ Ρουμπέ, εἶδε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη μία ὀπτασία, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος τῆς παρήγγειλε νὰ ἐπισκεφθῆ ἐκ μέρους του τὸν Εἱδήλωνα, Ἐπίσκοπο Τορνάκου καὶ Νοβιομάγου, καὶ νὰ τοῦ ζητήση νὰ τελέση τὴν ἐκταφὴ τῶν Λειψάνων του καὶ νὰ τὰ μεταφέρη στὸ Τορντάκο.
Ὁ Ἀρχιερεὺς καὶ ὁ Κλῆρος ἔσπευσαν νὰ ἐκπληρώσουν τὸ θεῖο πρόσταγμα. Τὸ 1247, τὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου Ὁμολογητοῦ μετεφέρθησαν σὲ νέα λειψανοθήκη, ἡ ὁποία ὑπάρχει μέχρι σήμερα.
Κατὰ τοὺς ἐμφυλίους θρησκευτικοὺς πολέμους τοῦ 16ου αἰῶνος, ὁ Κλῆρος τοῦ Τορνάκου ἔστειλε αὐτὰ στὸ Ντουαὶ γιὰ νὰ τὰ προστατεύση ἀπὸ ἱεροσυλία. Καὶ πάλι, κατὰ τὴν Γαλλικὴ Ἐπανάστασι, διεφυλάχθησαν σὲ μία οἰκία τοῦ Τορνάκου (πλέον Τουρναί). Τὸ 1801, ἐπεστράφησαν πανηγυρικῶς στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῆς πόλεως.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/20.html
<>
Ἅγιος Μεδάρδος, Ἐπίσκοπος Νοβιομάγου. Ήμέρα Μνήμης: 8 Ίουνίου.
Ὁ Ἅγιος Μεδάρδος ἐγεννήθηκε τὸ 470 μ.Χ. στὴ Σαλενσία, περιοχὴ τῆς Πικαρδίας τῆς Γαλλίας καὶ καταγόταν ἀπὸ εὐγενὴ οἰκογένεια. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Νεκτάρδος καὶ Προταγία καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Γιλδάρδου, Ἐπισκόπου τῆς πόλεως Ρουὲν τῆς Γαλλίας (τιμάται 8 Ίουνίου).
Σὲ ἡλικία τριάντα τριῶν ἐτῶν ἐχειροτονήθηκε ἱερεὺς καὶ ἐπιδόθηκε στὸ ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς. Τὸ 553 μ.Χ., ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Νογυὸν καὶ ἐποίμανε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του.
Ὀ Ἅγιος εἶχε ἰδιαίτερη εὐλάβεια στὸν Ἅγιο Κουεντίνο (τιμάται 31 Ὀκτωβρίου), τοῦ ὁποίου τὸ ἱερὸ λείψανο ἦταν ἐνταφιασμένο σὲ ναὸ τῆς ἐπισκοπικῆς του ἔδρας.
Ὁ Θεὸς τοῦ ἐδώρισε τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκαλεῖται «Θαυματουργός». Ὁ Ἅγιος Μεδάρδος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 558 μ.Χ.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/470.html
<>
Ἅγιος Νικήτιος ᾿Επίσκοπος Τρεβήρων. Ήμέρα Μνήμης: 5 Δεκεμβρίου.
Ὁ Ἅγιος Νικήτιος (Νιζιὲ) γεννήθηκε στὴν περιοχὴ τῆς Λιμὸζ τῆς Γαλλίας στὰ τέλη τοῦ 5ου αἰ. Σὲ νεαρὰ ἡλικία τὸν ἐμπιστεύθηκαν σὲ μία Μονή, τῆς ὁποίας κατόπιν ἔγινε Ἡγούμενος.
Ἔχαιρε τῆς ἰδιαιτέρας ἐκτιμήσεως τοῦ Βασιλέως τῆς Αὐστρασίας Θεοδώριχου Α΄ (511-534), ὁ ὁποῖος ἦταν καὶ πνευματικό του τέκνο. Ὁ Θεοδώριχος ὥρισε τὸν Ἅγιο Νικήτιο Ἐπίσκοπο Τρεβήρων (σημ. Τρίερ, στὴν Γερμανία), σπουδαιοτάτης τότε ἐπισκοπικῆς περιφερείας.
Ὁ Ἅγιος ἐφρόντισε γιὰ τὴν ἀνοικοδόμησι τοῦ περιφήμου Καθεδρικοῦ Ναοῦ, ἀφιερωμένου στὸν Ἅγιο Ἀπόστολο Πέτρο, ποὺ Ὁ Ἅγιος Νικήτιος. εἶχε οἰκοδομήσει ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰ. ὁ Ἐπίσκοπος Ἀγρίτιος (τιμάται 13/19 Ἰανουαρίου) σὲ χῶρο, τὸν ὁποῖο τοῦ εἶχε παραχωρήσει ἡ Ἁγία Ἑλένη, ἡ Μητέρα τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου.
Μετὰ φόβου Θεοῦ, ἀλλὰ ἀπτόητος ἔναντι τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἐποχῆς του, ὁ Ἅγιος ἄρχισε καὶ τὸ ἔργο τῆς διορθώσεως τῶν ἠθῶν τοῦ Κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, καθὼς καὶ τὴν ἀναμόρφωσι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου.
Μία ἡμέρα ὁ υἱὸς τοῦ Θεοδώριχου, Θεοδεβέρτος, διαβόητος γιὰ τὸν ἔκλυτο βίο του, ἐμφανίσθηκε στὸν Ναό, μὲ τὴν συνοδία Ἀρχόντων ἐπίσης ἀκολάστων. Ὁ Ἅγιος Ποιμενάρχης διέκοψε τὴν τέλεσι τῆς Θείας Λειτουργίας, ἕως ὅτου ἀποχωρήσουν ἐκεῖνοι, τοὺς ὁποίους εἶχε ἀφορίσει. Ὁ νεαρὸς Βασιλεὺς διαμαρτυρήθηκε, ἀλλὰ αἴφνης ἕνας δαιμονισμένος ἄρχισε νὰ διαλαλῆ τὴν ἀρετὴ τοῦ Ἁγίου καὶ τὰ πάθη τοῦ Βασιλέως καὶ ἔπαυσε μόνο, ὅταν ἀπεχώρησαν οἱ σύντροφοι τοῦ Θεοδεβέρτου. «Μετὰ χαρᾶς θὰ ἔδινα τὴν ζωή μου χάριν τῆς δικαιοσύνης», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Νικήτιος.
Τὸ 561, δὲν ἐδίστασε νὰ ἀφορίση τὸν Βασιλέα Κλοταῖρο Α' (558564). Ἐξωρίσθηκε, ἀλλὰ μόλις ἀπέθανε ὁ Βασιλεύς, ἐπέστρεψε ταχέως στὸ ποίμνιό του.
Ἀταλάντευτος νηστευτής, καρτερικὸς σὲ κάθε εἴδους δοκιμασία, δραστήριος καὶ ἀποφασισμένος κήρυξ τῆς Ἀληθείας, ὁ Ἅγιος Νικήτιος ἦταν ἀγαπητὸς σὲ ὅλους γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὴν φιλανθρωπία του.
Ἡ ἐπιρροή του ἁπλώθηκε πολὺ εὐρύτερα ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς ἐπισκοπικῆς του περιφέρειας. Συμμετεῖχε σὲ πολλὲς Συνόδους γιὰ τὴν προάσπισι τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ τὴν διατύπωσι τοῦ Εὐαγγελικοῦ Ἤθους: Σύνοδος τῆς Ἀρβένης (νῦν Κλερμὸν) τὸ 535, Σύνοδος τοῦ Αὐρελιανοῦ (νῦν Ὀρλεὰν) τὸ 549, Σύνοδος τοῦ Τούλλου (νῦν Τοὺλ) τὸ 550, Σύνοδος τοῦ Παρισίου τὸ 552.
Ἔγραψε ἐπιστολὲς στὸν εὐσεβῆ Αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ Α΄ (527-565), γιὰ νὰ τὸν προτρέψη νὰ καταπολεμήση τὶς αἱρέσεις τῶν Μονοφυσιτῶν καὶ τῶν Νεστοριανῶν. Στὴν Βασίλισσα Χλοδεσβίνδη τῆς Λομβαρδίας, ἔγραψε ἐπίσης ἐπιστολή, ἡ ὁποία κατακλείεται μὲ τὴν φράσι: «Ἀδιαλείπτως κράζετε, ἀδιαλείπτως ψάλλετε... Γρηγορεῖτε, γρηγορεῖτε!».
Ἀφοῦ διέλαμψε ἐπὶ τριακονταετία στὸν Ἐπισκοπικὸ Θρόνο, ὁ Ἅγιος Νικήτιος παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Κύριο περὶ τὸ 561 (ἢ 585).
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/5.html
<>
Ο Άγιος Maelruain ηγούμενος του Tallaght της Ιρλανδίας (+792) και ο βασιλιάς Artri
Αυτά άκουσα να λέει ο Crundmael, πως ο Αγ. Maelruain του Tallaght της Ιρλανδίας (7/7, +792) νήστεψε τρείς φορές από τότε που εγκαταστάθηκε στο Tamlacht. Αυτό το έκανε ενάντια στον βασιλιά Artri τον γιο του Faelmuire όταν μια διαμάχη ξέσπασε ανάμεσα στο μοναστήρι του Tallaght και αυτόν. Μετά την πρώτη νηστεία το πόδι του βασιλιά έσπασε στα δύο. Μετά τη δεύτερη πυρ έπεσε και τον κατάκαψε από την κορυφή ως τα πόδια. Μετά την τρίτη νηστεία ο βασιλιάς πέθανε.
https://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2022/11/maelruain-tallaght-artri.html
<>
Ωφέλιμες διηγήσεις από το βιβλίο του Tallaght. *
Ένα βότανο που κόβεται την Κυριακή ή λάχανο που μαγειρεύεται, ή ψωμί που ψήνεται, ή μούρα ή καρύδια πού μαζεύονται την Κυριακή δεν πρέπει να τρώγονται από τους πραγματικούς ιερείς.
Εάν κάποιος λαϊκός δέχεται πνευματική καθοδήγηση, πρέπει να απέχει από την επαφή με την γυναίκα του αυτές τις τρεις νύχτες. Την νύχτα της Τετάρτης, την νύχτα της Παρασκευής και την νύχτα του Σαββάτου. Την νύχτα της Κυριακής επιτρέπεται εάν θέλει. Και όταν μία γυναίκα έχει την έμμηνο ρύση της ο άνδρας θα πρέπει να μένει μακριά της.
Δεν υπάρχει κάτι το οποίο κάνει ένας άνθρωπος για το καλό κάποιου που έχει πεθάνει που να μην είναι ωφέλιμο , είτε αυτό είναι αγρυπνία, είτε νηστεία, είτε το να διαβάζει προσευχές ή το να δίνει ελεημοσύνη. Ο Moedoc και όλοι οι μοναχοί του για έναν ολόκληρο χρόνο έτρωγαν μόνο ψωμί και έπιναν μόνο νερό για να βοηθήσουν την ψυχή του Brandub mac Echach. Τα παιδιά οφείλουν να μετανοούν για το καλό της ψυχής των κεκοιμημένων γονέων τους.
Σχετικά με το θέμα της πνευματικής καθοδήγησης, μερικοί πιστεύουν πως είναι αρκετό το ότι απλώς εξομολογήθηκαν και δεν μετανόησαν για τις αμαρτίες τους έπειτα. Αυτό δεν είναι αποδεκτό. Ο Helair έκανε το εξής σχετικά με αυτό: Αρχικά δεχόταν πολλούς για εξομολόγηση. Αλλά κατέληξε να τους διώξει όλους γιατί είδε πως δεν έδειχναν ζήλο στην μετάνοια τους και επιπλέον απέκρυπταν τα αμαρτήματά τους όταν εξομολογούνταν. Έπειτα από αυτό δεν δεχόταν να καθοδηγήσει κανέναν πνευματικά. Παρόλα αυτά επέτρεπε ορισμένες φορές σε αγίους ανθρώπους να τον συμβουλεύουν.
*Ένα αρχαίο ιερό βιβλίο που γράφτηκε από τους μοναχούς του Μοναστηριού του Tallaght της Ιρλανδίας. Οι μοναχοί εκεί διακρίνονταν για την ασκητικότητα τους. Για περισσότερα από αυτό το βιβλίο κάντε αναζήτηση μέσα στο ιστολόγιο την λέξη Tallaght.
https://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2022/11/tallaght.html
<>
Αγία Μπέγκα του Χάκνες(+31 Οκτωβρίου)
Η Αγία Μπέγκα ήταν μοναχή από το Χάκνες, Γιορκσάιρ (Ντέιρα). Υπηρέτησε στο μοναστικό κελί στη μονή του Χάκνες, κοντά στο Σκάρμπόροου, το οποίο χτίστηκε από την Αγία Χίλντα του Γουίτμπυ [17 Νοεμβρίου] λίγο πριν από το θάνατό της.
Η Αγία Μπέγκα ήταν η Αγία εκείνη γυναίκα που είδε την ψυχή της Αγίας Χίλντα να ανεβαίνει στον ουρανό από Αγγέλους, όταν η Αγία Χίλντα κοιμήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 680.
Η παράδοση αναφέρει ότι τη στιγμή που η Αγία Χίλντα παρέδωσε την ψυχή της, οι καμπάνες της μονής χτύπησαν μόνες τους. Η Αγία Μπέγκα ξύπνησε για να βρει τις αδελφές στα κελιά τους. Τότε η Αγία Μπέγκα ανέφερε ότι είδε σε όραμα την οροφή του σπιτιού να ανοίγει και η ψυχή της Αγίας Χίλντα να ανεβαίνει στον παράδεισο συνοδεία Αγγέλων. Οι μοναχές ξύπνησαν και προσευχήθηκαν για την ψυχή της Αγίας Χίλντα μέχρι την αυγή, μερικοί μοναχοί έφτασαν να τις πληροφορήσουν για το θάνατό της.
Η Αγία Μπέγκα κοιμήθηκε οσιακά στις 31 Οκτωβρίου 690.
Χρόνια μετά το θάνατο της, οι μοναχοί του Γουίτμπυ αναζητούσαν ιερά λείψανα για να αντικαταστήσουν εκείνα της Αγίας Χίλντα, καθώς μεταφέρθηκαν στο Γκλάστονμπερι λόγω των επιδρομών από τους Βίκινγκς τον 10ο αιώνα.
Μέσω μιας θείας αποκάλυψης, μια σαρκοφάγος αποκαλύφθηκε στο Χάκνες όπου η Αγία Μπέγκου είχε υπηρετήσει. Έφερε την επιγραφή "Hoc est sepulchrum Begu", δηλαδή "Εδώ είναι ο τάφος της Μπέγκα".
Τα ιερά λείψανα μεταφέρθηκαν στο Γουίτμπυ όπου σύντομα αναφέρθηκαν θαύματα.
https://orthodoxy-rainbow.blogspot.com/2022/11/31.html
<>
Οσία Ευδοκία η δια Χριστόν σαλή της μονής Αγίας Σκέπης Μιχαϊλόφ του Ριαζάν. Ημέρα Μνήμης: 24 Οκτωβρίου.
Η Σταρίτσα Ευδοκία γεννήθηκε το 1830 στην πόλη Τούλα. Σε όλη την επίγεια ζωή της αδιάκοπα φλεγόταν ολόκληρη από το Πνεύμα του Θεού. Όλος ο νους και οι σκέψεις της βρίσκονταν στον ουρανό. Στην ηλικία των είκοσι ετών, η Ευδοκία αποφάσισε να εισέλθει στο μονοπάτι της μοναχικής ζωής. Οι γονείς της την ευλόγησαν και πήγε να συμβουλευτή έναν δια Χριστόν σαλό που ζούσε στη Τούλα. Γύρισε το κεφάλι του προς την κατεύθυνση της μονής της Αγίας Σκέπης της πόλης Μιχαϊλόφ του Ριαζάν και της είπε: “Αγαπητή, εσείς είστε για εκεί.” Μετά από αυτή τη συμβουλή, το νεαρό κορίτσι με μια τσάντα στους ώμους της πήγε στο μοναστήρι Μηχαϊλόφσκαγια, όπου έγινε δεκτή από την γερόντισσα Ελπιδοφόρα (Afanasova).
Στο έβδομο έτος της μοναχικής της ζωής, η Ευδοκία εισήλθε στο δρόμο του πιο υψηλού ασκητισμού, της δια Χριστόν σαλότητας.
Έτρωγε σπάνια. Όταν περιπλανιόταν στην Τούλα σε συγγενείς, τις έδιναν βραστές πατάτες και ψωμί και έτσι ζούσε.
Η ευλογημένη γυναίκα πάντα είχε ένα γατάκι στην αγκαλιά της και, όταν ρωτήθηκε γιατί το έκανε, τους έλεγε ότι έτσι ζεσταινόταν. Περπατούσε γρήγορα και μιλούσε λίγο. Πάνω απ ‘όλα, εισερχόταν βαθύτερα στον εαυτό της. Δεν δέχοταν καμία προσφορά. Ζούσε σε μια κρύα σοφίτα και το χειμώνα – με το φοβερό κρύο, για δεκαεπτά χρόνια.
Μια μέρα, ενώ ξεκουραζόταν στο δάσος (όταν περπατούσε στο δρόμο της άρεσε να μην κοιμάται στα χωριά, αλλά κάπου κοντά σε ένα μικρό άλσος δέντρων), την πλησίασαν δύο λύκοι, έφτασαν κοντά στην προσκυνήτρια, και χωρίς να την πειράξουν, γύρισαν κι έφυγαν μακριά. Όταν μια κοπέλα, στην οποία το ανέφερε η Ευδοκία, την ρώτησε αν φοβήθηκε, της απάντησε: «Καθόλου». Σε μια άλλη περίπτωση, την περίοδο που έλιωναν οι πάγοι, η Ευδοκία πέρασε με ασφάλεια στην άλλη πλευρά του ποταμού , όταν φαινόταν ότι δεν υπήρχε τρόπος να σωθεί. Κάποια στιγμή, αναγκάστηκε να φύγει από το πατάρι και μεταφέρθηκε σε ένα κελάρι κάτω από ένα κελί, όπου έζησε για πέντε χρόνια.
Η χάρη του Θεού αναπαυόταν πάνω της και ο Κύριος, ακόμη και στην επίγεια ζωή, την τίμησε με το δώρο της διορατικότητας και της σοφίας. Σε πολλούς που προέβλεπε την καταστροφή τους τους προέτρεπε να μετανοήσουν. Όταν έβλεπε μια καρδιά έτοιμη να δεχτεί συμβουλή, ήταν γεμάτη έμπνευση Θεού και μερικές φορές μιλούσε για ώρες με σοφία για την σωτηρία. Ήταν ανδρεία με απέραντη αγάπη για τον Θεό, ανιδιοτελής στην βοήθεια όλων, υπέμεινε ό,τι της έστελνε ο Θεός αγόγγυστα. Ήταν μια μεγάλη ασκήτρια προσευχής, είχε το δώρο της εσωτερικής ησυχίας, ήταν πλήρης Πνεύματος Αγίου. Είχε υποστεί πολλές δοκιμασίες, αδικίες και προσβολές.
Πριν από το θάνατό της, η ευλογημένη Ευδοκία κοινωνούσε συνέχεια. Ήσυχα και ειρηνικά αναπαύθηκε εν Κυρίω στις 24 Οκτωβρίου το 1890, 61 ετών.
Την τεσσαρακοστή μέρα μετά το θάνατό της, η ευλογημένη Ευδοκία εμφανίστηκε στο όνειρο μια μοναχής και της είπε ότι είχε βρει έλεος και παρρησία στον Κύριο. Ήταν πανέμορφη, και το πρόσωπό της έλαμπε με απέραντη ουράνια χαρά. Όταν η μοναχή ζήτησε την ευχή της, η μακαρία της είπε: «Επειδή εσείς μετά το θάνατό μου μου συμπεριφερθήκατε μητρικά εγώ δεν θα σας αφήσω».
Και πρόσθεσε: “Προσπάθησε να αγωνίζεσαι. Στην εκκλησία, να στέκεσαι πάντα με φόβο Θεού, να θυμάσαι ότι αυτός είναι ο οίκος Του, και τη νύχτα να σηκώνεσαι και να προσεύχεσαι!”
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/24_36.html
<>
Αγία Οὐϊνεφρίδη ἐν Τρεφφύννῳ (Χόλυγουελ). Ήμέρα Μνήμης: 3 Νοεμβρίου.
Ή Ἁγία Οὐϊνεφρίδη (Winefred) ἦταν κόρη ἑνὸς εὐγενοῦς Συμβούλου τοῦ Βασιλέως τῶν Οὐαλλῶν, στὴν βόρεια Οὐαλλία κατὰ τὸν Ζ´ αἰῶνα.
Ἀνηψιὰ καὶ πνευματικὴ θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Μπεούνω (τιμάται 21 Ἀπριλίου), ἀνατράφηκε στὴν πίστι σύμφωνα μὲ τὸ εὐαγγελικὸ ἦθος καὶ ἐπόθησε ἐκ νεότητος νὰ ἀφιερωθῆ στὸν Νυμφίο Χριστό.
Ὁ υἱὸς ἑνὸς ἀρχηγοῦ μιᾶς γειτονικῆς φυλῆς, ὀνομαζόμενος Κάραντοκ, κατελήφθη ἀπὸ ἀνίερο πάθος γιὰ τὴν νέα παρθένο. Ἀφοῦ ἀντιμετώπισε τὴν σταθερὴ της ἄρνησι νὰ ὑποκύψη στὶς προτάσεις του, τὴν κατεδίωξε ἔφιππος καὶ ἀπέτεμε τὴν κεφαλή της μὲ τὸ ξῖφος του, πλησίον τοῦ Ναοῦ, ὅπου ἡ Οὐϊνεφρίδη προσπαθοῦσε νὰ εὕρη καταφύγιο.
Στὸ σημεῖο ὅπου ἔπεσε ἡ ἁγία κεφαλή της ἀνέβλυσε μιὰ ἰαματικὴ πηγὴ γιὰ ὅσους ἀντλοῦσαν μὲ πίστι ἀπὸ τὸ νερό της, ἡ ὁποία ὠνομάσθηκε Τρέφφυννον ἢ Χόλυγουελ (Holywell), δηλαδὴ Ἁγίασμα.
Ὁ Ἅγιος Μπεούνω, ἐξελθὼν τοῦ Ναοῦ συνήρμωσε τὴν κεφαλὴ τῆς Ἁγίας στὸ σῶμα της καὶ προσευχήθηκε στὸν Ζωοδότη Χριστὸ νὰ ἐπαναφέρη τὴν ψυχή της. Καὶ ὤ τοῦ θαύματος! ἡ νέα ἐπανῆλθε στὴν ζωή.
Μετὰ τὴν κοίμησι τοῦ Ἁγίου Μπεούνω, ἡ ἁγία παρθένος εἰσῆλθε στὴν Μονὴ Οὐΐθεριν, ὅπου ἔζησε ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγησι τῆς θείας αὐτῆς, τῆς Ὁσίας Τενουά, τὴν ὁποίαν πιθανῶς διαδέχθηκε.
Κοιμήθηκε τὴν 24η Ἰουνίου 660 καὶ τιμήθηκε ἀμέσως ὡς Ἁγία ἀπὸ τοὺς πιστούς, τόσο γιὰ τὴν ὁσία αὐτῆς βιοτή, ὅσο καὶ γιὰ τὰ θαύματα τῆς ἁγίας αὐτῆς Πηγῆς.
Τὸ Χόλυγουελ παραμένει μέχρι σήμερα σημαντικὸς τόπος προσκυνήματος στὴν Μεγάλη Βρετανία καὶ τὰ πολλὰ ἀφιερώματα μαρτυροῦν γιὰ τὶς θαυμαστὲς ἰάσεις, τὶς ὁποῖες ἐνεργεῖ ἡ Ἁγία.
Τὸν πρῶτο Βίο τῆς Ἁγίας συνέγραψε ὁ Ἅγιος Ἐλέριος (τιμάται 13 Ἰουνίου), συνκτήτωρ τῆς Μονῆς Οὐΐθεριν, ἡ ὁποία κατὰ τὴν συνήθεια τοῦ καιροῦ ἐκείνου, συμπεριελάμβανε δύο κεχωρισμένες Ἀδελφότητες, ἀνδρώα καὶ γυναικεία.
Στὰ χρόνια τῆς Μεταρρυθμίσεως, ἐχάθηκαν τὰ τίμια Λείψανα τῆς Ἁγίας, πλὴν ἑνὸς δακτύλου.
Ἐπικαλεῖται ὡς Προστάτις τῶν παρθένων.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2021/03/3.html
<>
Ἁγία Λιουμπὸβ (Ἀγάπη) τοῦ Ριαζάν, ἡ διὰ Χριστὸν Σαλὴ. Ήμέρα Μνήμης: 8 Φεβρουαρίου.
Ἡ ῾Ἁγία Λιουμπὸβ Σημένοβα Σουσάνοβα γεννήθηκε τὴν 28η Αὐγούστου 1852 στὴν πόλι Ριαζὰν τῆς Ρωσίας.
Οἱ γονεῖς της, Συμεὼν καὶ Μαρία Σουχάνωφ, ἀπέκτησαν καὶ ἄλλα τρία παιδιά, τὸν Βασίλειο, τὸν Γρηγόριο καὶ τὴν Ὄλγα. Ἡ Λιουμπὸβ ἦταν ἐκ μικρᾶς ἡλικίας παράλυτη στὸ πόδι. Σὲ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ἰατρεύθη, ὅταν τῆς ἐμφανίσθηκε ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Θαυματουργός, ὁ ὁποῖος τῆς συνέστησε νὰ ἀκολουθήση τὴν ἀσκητικὴ πολιτεία τῆς Σαλότητος χάριν τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
Παρέμεινε τρία ἔτη ἔγκλειστη στὸ σπίτι της, ὅπου ζοῦσε μὲ τὴν μητέρα καὶ τὴν ἀδελφή της. Ὅταν ἔφθασε ὁ κατάλληλος χρόνος, ἐξῆλθε γιὰ νὰ ἀναλάβη τὸν ἀσυνήθιστο ἀγῶνα της καὶ ἔζησε ὅλη τὴν ζωή της στοὺς δρόμους τοῦ Ριαζάν, πλησιάζουσα μὲ ἱλαρότητα τοὺς περαστικούς, στοὺς ὁποίους ἀπεκάλυπτε τὸ μέλλον τους.
Ἡ μακαρία Λιουμπὸβ ἐπισκεπτόταν πολλὲς Ἐκκλησίες στὸ Ριαζάν, ἀλλὰ ἀγαποῦσε ἰδιαιτέρως τὴν γυναικεία Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν, ὅπου ἔζησε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα φιλοξενούμενη ἀπὸ κάποιες Μοναχὲς καὶ ἀπὸ τὴν Ἡγουμένη Αἰκατερίνη.
Ἡ προσφορά της στὸν Θεὸ καὶ στοὺς συνανθρώπους της ἦταν ἡ προσευχὴ γιὰ τὸν πλησίον καὶ ἕνας καλὸς λόγος. Μερικὲς φορὲς εἰσερχόταν στὰ καταστήματα καὶ ἔπαιρνε κάτι ἀπὸ τὰ προτιθέμενα ἀγαθά. Ποτὲ δὲν διεμαρτυρόταν ὁ καταστηματάρχης, διότι ἐγνώριζε ἐκ πείρας, ὅτι ἐκείνη τὴν ἡμέρα θὰ ἔκανε «χρυσὲς δουλειές». Ὅσα ἔπαιρνε τὰ διεμοίραζε στοὺς πτωχοὺς τῆς πόλεως.
Ἡ Λιουμπὸβ ἐρχόταν χωρὶς πρόσκλησι σὲ ὁποιοδήποτε σπίτι, εὕρισκε ἕνα ψαλίδι καὶ ἕνα χαρτί, ἔκοβε ἕνα σκιαγράφημα, τὸ ὁποῖο χάριζε στὸν οἰκοδεσπότη. Μὲ τὸν ἀσυνήθιστο αὐτὸ τρόπο, προειδοποιοῦσε καὶ προεφήτευε, π.χ. σὲ ὅποιον ἔδινε ἕνα ἄλογο ἢ ἕνα ἀτμόπλοιο, σήμαινε ὅτι αὐτὸς θὰ ἔκανε κάποιο ταξίδι, σὲ ὅποιον ἔδινε ἕνα στεφάνι, θὰ νυμφευόταν, σὲ ὅποιον ἔδινε ἕνα φέρερτο, θὰ τὸν εὕρισκε σύντομα ὁ θάνατος. Ἔδινε τὰ σκιαγραφήματα αὐτὰ σιωπηλὰ καὶ ἔφευγε.
Ἡ Λιουμπὸβ ἦταν προικισμένη μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα καὶ ὅ,τι προεφήτευε γινόταν.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1917, περιπλανιώταν στοὺς δρόμους τῆς πόλεως καὶ ἐπαναλάμβανε τὸ ἑξῆς: «Τὰ τείχη τῆς Ἱεριχοῦς πέφτουν, τὰ τείχη τῆς Ἱεριχοῦς πέφτουν». Μὲ τὴν ἔναρξι τῆς Ἐπαναστάσεως ὅλοι κατάλαβαν τὸν λόγο, γιὰ τὸν ὁποῖο τοὺς προειδοποιοῦσε ἡ Μακαρία.
Σὲ ἡλικιωμένες Μοναχὲς τῆς Μονῆς τοῦ Καζὰν προεφήτευσε: «Μερικὲς ἀπὸ ἐσᾶς θὰ ἀφήσετε τὰ κοκαλάκιά σας στὸ Μοναστήρι, ὄχι ὅμως ὅλες». Σύντομα ἡ Μονὴ ἔκλεισε.
Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ τὴν 8η Φεβρουαρίου 1921. Ἐνταφιάσθηκε στὸ Κοιμητήριο τῆς «Παναγίας πάντων θλιβομένων ἡ Χαρὰ» τοῦ Ριαζὰν καὶ ὁ τάφος της ἔγινε ἔκτοτε τόπος προσκυνήματος.
Τὴν 12η Ἰανουαρίου 1987, συναριθμήθηκε στὴν χορεία τῶν Ἁγίων τοῦ Ριαζάν, ὡς τοπικὰ τιμωμένη Ἁγία.
Ἀπὸ τὸν Ἰούνιο τοῦ 1998, τὰ τίμια Λείψανα Αὐτῆς ἀναπαύονται στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Θαυματουργοῦ, στὴν περιοχὴ Ἰάμσκαϊα στὸ Ριαζάν.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/10/8.html
<>
Ἅγιος Ἱερομάρτυς Σατουρνῖνος, Πρῶτος Ἐπίσκοπος Τουλούζης. Ήμέρα Μνήμης: 29 Νοεμβρίου.
Ὁ Ἁγιος Σατουρνῖνος, ἐπονομαζόμενος ἐπίσης Σερνῖνος, ἑλληνικῆς καὶ εὐγενοῦς καταγωγῆς, ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ Ἱεραποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἐστάλησαν ἀπὸ τὸν Πάπα Ρώμης Ἅγιο Φαβιανὸ (τιμάται Αὐγούστου) γιὰ νὰ εὐαγγελίσουν τὴν Γαλατία, ἐπὶ βασιλείας Δεκίου (περὶ τὸ 250).
Οἱ Ἅγιοι ἑπτὰ Ἐπίσκοποι ἦσαν οἱ ἑξῆς: Ἅγιος Διονύσιος Παρισίου (τιμάται 9 Ὀκτωβρίου), Ἅγιος Αὐστρεμόνιος Ὠβέρνης (τιμάται 1η Νοεμβρίου), Ἅγιος Σατουρνῖνος Τουλούζης (τιμάται 29 Νοεμβρίου), Ἅγιος Γατιανὸς Τουρώνης (τιμάται 18 Δεκεμβρίου), Ἅγιος Τρόφιμος Ἀρελάτης (τιμάται 29 Δεκεμβρίου), Ἅγιος Παῦλος Ναρβόννης (τιμάται 22 Μαρτίου) καὶ Ἅγιος Μαρτιάλιος Λιμόζης (τιμάται 30 Ἰουνίου).
Ὅταν οἱ Ἅγιοι ἔφθασαν στὴν Ἀρελάτη, στὸν Σατουρνῖνο ἀνετέθησαν οἱ περιοχὲς τοῦ Λανγκεντόκ, τῆς Γασκώνης (ΝΔ Γαλλία) καὶ ἡ ἱσπανικὴ μεθόριος.
Μετὰ τὶς μεγάλες ἐπιτυχίες τοῦ εὐαγγελικοῦ του κηρύγματος, ἦλθε ἀντιμέτωπος μὲ τὴν σκληροκαρδία τῶν εἰδωλολατρῶν τῆς Καρκασόν, οἱ ὁποῖοι τὸν ἐφυλάκησαν. Ἐλευθερώθηκε μὲ τὴν παρέμβασι ἑνὸς Ἀγγέλου καὶ συνέχισε τὴν ἀποστολή του πρὸς τὴν Τουλούζη, ὅπου συνήντησε ψυχὲς περισσότερο εὐεπίφορες στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἵδρυσε ἐκεῖ ἕναν Ναό.
Ἐθεράπευε ἀρρώστους καὶ λεπροὺς μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ ἐνέπνεε στοὺς ἀκροατὲς τῶν θεοπνεύστων λόγων του φλογερὴ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό.
Ἐν συνεχείᾳ, ἀφοῦ ἄφησε τὸν Ἅγιο Παπύλο νὰ συνεχίση τὸ ἔργο του, προχώρησε στὴν Ἱσπανία, ὅπου ἐκήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Παμπλόνα καὶ στὸ Τολέδο.
Μετὰ τὸ Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Παπύλου (τιμάται 3 Νοεμβρίου), ὁ Ἅγιος Ἐπίσκοπος ἐπέστρεψε στὴν Τουλούζη, ὅπου ἀκτινοβολοῦσε σὲ τέτοιο βαθμὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ὥστε τὰ εἴδωλα ἔπαυσαν νὰ δίνουν τοὺς ἀπατηλοὺς χρησμούς τους καὶ ἐσιώπησαν, παρὰ τὶς ἱκεσίες καὶ τὶς θυσίες τῶν ὀπαδῶν τους.
Οἱ εἰδωλολάτρες εἶχαν ἀπελπισθῆ καὶ ἑτοιμάζοντο νὰ θυσιάσουν ἕναν ταῦρο στὸ Καπιτώλιο, ὅταν διῆλθε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Σατουρνῖνος, στὸ δρόμο του γιὰ τὸν Ναό, ὅπου θὰ τελοῦσε τὴν Θεία Λειτουργία.
Κάποιος ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν εἰδωλολατρῶν τὸν ἀναγνώρισε καὶ ἐφώναξε: «Ἰδοὺ ὁ ἐχθρὸς τῆς θρησκείας μας, ὁ ἀρχηγὸς τοῦ νέου δόγματος, ὁ ὁποῖος διδάσκει ὅτι πρέπει νὰ καταστρέψουμε τοὺς ναούς μας, καταδικάζει τοὺς θεούς μας ἀποκαλώντας τους δαίμονες, καὶ μὲ τὴν παρουσία του μᾶς ἐμποδίζει νὰ λάβουμε τὶς ἀπαντήσεις ὅπως ἄλλοτε. Ἂς ἐκδικηθοῦμε τὴν προσβολὴ ἀπέναντί μας καὶ ἀπέναντι στοὺς θεούς μας. Ἂς τὸν ἀναγκάσουμε νὰ θυσιάση γιὰ νὰ ἐξευμενίση τοὺς θεούς, εἰ δὲ μή, νὰ πεθάνη γιὰ νὰ τοὺς εὐχαριστήση μὲ τὸν θάνατό του!».
Οἱ σύντροφοι τοῦ Ἁγίου ἐτράπησαν εἰς φυγήν. Ὁ δὲ Σατουρνῖνος, παρέμεινε γαλήνιος, καὶ ἀπήντησε: «Δὲν γνωρίζω παρὰ τὸν μόνο καὶ ἀληθινὸ Θεό. Πῶς θὰ μποροῦσα, λοιπόν, νὰ φοβηθῶ τοὺς φανταστικοὺς θεούς σας, τὴν ὥρα ποὺ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι τρέμουν ἐμένα;».
Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Ἐπισκόπου, ἡ ἀναταραχὴ στὸ πλῆθος ἀποκορυφώθηκε. Ἄρπαξαν τὸν Σατουρνῖνο, καὶ μὲ ἕνα χονδρὸ σχοινὶ τὸν ἔδεσαν ἀπὸ τὰ πόδια πίσω ἀπὸ τὸν ἄγριο ταῦρο, τὸν ὁποῖον εἶχαν ἕτοιμο πρὸς θυσίαν. Τὸ ζῶο, βιαίως κεντριζόμενο, ὥρμησε μαινόμενο ἔξω ἀπὸ τὸν ναό.
Τὸ κεφάλι τοῦ Μάρτυρος συνετρίβη ἀμέσως καὶ τὰ μυαλά του σκορπίσθηκαν στὴν γῆ. Ὁ ταῦρος συνέχισε τὴν ξέφρενη πορεία του στοὺς δρόμους τῆς πόλεως κομματιάζοντας τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου, ὥσπου κόπηκε τὸ σχοινί. Στὸ σημεῖο αὐτὸ κτίσθηκε ἀργότερα Ναὸς πρὸς τιμήν τοῦ Ἁγίου.
Περιφρονώντας τὸν κίνδυνο, δύο πτωχὲς γυναῖκες ἦλθαν ὀλίγο ἀργότερα στὸν τόπο τοῦ Μαρτυρίου, ἔλαβαν τὸ πολύαθλο σῶμα τοῦ Ἁγίου Σατουρνίνου, ἐναπέθεσαν αὐτὸ σὲ ξύλινο κιβώτιο καὶ τὸ ἔθαψαν ἐκεῖ πλησίον.
Στοὺς αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν, πλῆθος προσκυνητῶν προσήρχετο στὸν Τάφο τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου τῆς Τουλούζης, ἐπὶ τοῦ ὁποίου εἶχε ἀνεγερθῆ μεγάλη Βασιλική.
Ἐξ αἰτίας τῶν ἀναριθμήτων θαυμάτων Του, ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου Σατουρνίνου ἁπλώθηκε σὲ ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη. Στὴν Γαλλία, πολλὰ μέρη φέρουν τὸ ὄνομά Του.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2021/03/29.html
<>
Ὅσιος Γιλδάσιος ὁ Σοφός, τοῦ Ρουῒς ἐν Βρετάνῃ. Ήμέρα Μνήμης: 29 Ἰανουαρίου.
῾Ο Ὅσιος Γιλδάσιος γεννήθηκε τὸ 497 στὸ Ἄλτσγουϊθ, στὴν νοτιοδυτικὴ Σκωτία, στὶς ὄχθες τοῦ Κλάϊντ. Ἦταν ὁ νεώτερος υἱὸς πριγκιπικῆς οἰκογενείας. Τρεῖς ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς του καὶ μιὰ ἀδελφή του ἐγκαταβίωναν ἤδη ὡς Ἐρημῖτες.
Σὲ ἡλικία ἑπτὰ ἐτῶν βαπτίσθηκε καὶ εἰσῆλθε στὴν Μονὴ Λάντγουϊτ, στὴν νότια Οὐαλλία, γιὰ νὰ λάβη τὴν ἐγκύκλιο παιδεία καὶ νὰ διδαχθῆ τὸν Νόμο τοῦ Εὐαγγελίου, ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τοῦ Ἁγίου Ἰλτούδου (τιμάται 6 Νοεμβρίου), ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε πνευματικὸς Πατέρας τοῦ Ἁγίου Μαλό (τιμάται 15 Νοεμβρίου), τοῦ Ἁγίου Σαμσὼν (τιμάται 28 Ἰουλίου), τοῦ Ἁγίου Παύλου τῆς Λεὸν (τιμάται 12 Μαρτίου) καὶ ἄλλων βρετόνων Ἁγίων.
Στὴν Μονὴ ἐπιδόθηκε μὲ θερμὸ ζῆλο στὴν πνευματικὴ ζωή, τὴν ἄσκησι καὶ τὴν νοερὰ ἐργασία. Περατώνοντας τὶς σπουδές του, ὁ Ὅσιος Γιλδάσιος θέλησε νὰ ἐνδυναμωθῆ στὴν ἄσκησι μὲ νηστεία καὶ προσευχή. Ἔτρωγε μόνον τρεῖς ἡμέρες τὴν ἑβδομάδα λίγο φαγητό.
Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος (περὶ τὸ 518), καὶ ἀποφάσισε νὰ μεταβῆ καὶ νὰ στηρίξη μὲ τὸ κήρυγμά του τοὺς χριστιανικοὺς πληθυσμοὺς στὰ βόρεια τῆς Μεγάλης Βρετανίας. Μετέβη κατόπιν στὴν Ἰρλανδία, συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν Ἅγιο Κάντο καὶ τὸν Ἅγιο Δαβίδ (τιμάται 1η Μαρτίου), γιὰ νὰ συμβάλη στὴν ἵδρυσι Μονῶν καὶ στὴν κατήχησι τοῦ λαοῦ, καθὼς ἀπειλοῦνταν ἡ πίστις καὶ ἡ ἁγνότητα τῶν ἠθῶν μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἁγίου Πατρικίου (τιμάται 17η Μαρτίου).
Διατηροῦσε φιλικὲς σχέσεις μὲ τὴν Ἁγία Μπριγκίτα τοῦ Κιλνταὶρ (τιμάται 1η Φεβρουαρίου) καὶ λέγεται, ὅτι τῆς κατεσκεύασε μία λάρνακα καὶ μία καμπάνα.
Στὸ Ἀρμὰ ἵδρυσε (523) μοναστηριακὴ Σχολή, ἡ ὁποία κατέστη ὀνομαστὴ στὴν Ἰρλανδία καὶ ὡδήγησε πολλοὺς στὴν πίστι χάρις στὰ ἐντυπωσιακὰ θαύματα ποὺ ἐπιβεβαίωναν τὴν ἀλήθεια τοῦ κηρύγματός του.
Κατόπιν ἀνεχώρησε γιὰ προσκύνημα στὴν Pώμη, γιὰ νὰ προσευχηθῆ στοὺς Τάφους τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου. Στὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς, φθάνοντας στὴν Γαλατία, ἀπεφάσισε νὰ ζήση ὡς Ἐρημίτης στὴν Ἀρμορικὴ καὶ ἐγκαταστάθηκε στὸ νησάκι Οὐάτ, μεταξὺ τῆς νήσου Μπέλ-Ἰλ καὶ τῆς πόλης Βάνν.
Μακριὰ ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη παρηγορία καὶ μὲ μοναδικὴ ἀπασχόλησι τὴν μελέτη τῶν ἱερῶν Γραφῶν καὶ τὴν προσευχή, ἔλαβε ἄφθονη τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἀκτινοβολία τῆς ἀρετῆς του προσείλκυσε σύντομα μερικοὺς ψαράδες ποὺ ἔτρεξαν νὰ πληροφορήσουν τοὺς κατοίκους τῆς ἀκτῆς, ὅτι ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εὑρίσκεται ἀνάμεσά τους. Ὅλο καὶ περισσότεροι μαθητὲς ἄρχισαν νὰ συγκεντρώνωνται γύρω του, ἐπιθυμώντας νὰ μοιρασθοῦν μαζί του τὴν ἀγγελικὴ βιοτή, καὶ τὸν ἔπεισαν νὰ ἱδρύση Μονὴ στὴν χερσόνησο Pούϊς, βοηθούμενος στὸ ἐγχείρημα ἀπὸ ἕναν ἄρχοντα τῶν περιχώρων τῆς Βάνν.
Ὠργάνωσε τὴν Ἀδελφότητα κατὰ τὸν κοινοβιακὸ τρόπο, μὲ βάσι τὶς εὐαγγελικὲς ἀρετὲς τῆς ἀκτημοσύνης, τῆς μετανοίας καὶ τῆς ταπεινοφροσύνης, καὶ κατόπιν ἀποσύρθηκε σὲ ἕνα ἐρημητήριο στὶς ὄχθες τοῦ Μπλαβέ, πλησίον τοῦ Καστεννέκ· ἐπισκεπτόταν ὅμως τακτικὰ τὴν Οὐάτ.
Μὲ τὴν μεσιτεία τοῦ Ἁγίου, τῆς διδαχῆς καὶ τῆς προσευχῆς του μὲ τὰ θαυματουργὰ ἀποτελέσματα, ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἦταν ὄντως παρὼν ἐν δυνάμει στὴν περιοχὴ ἐκείνη.
Πολλοὶ ἄρρωστοι εὕρισκαν διὰ τοῦ Ἁγίου τὴν σωματικὴ καὶ ψυχική τους ὑγεία, ἐνῶ ἡ Μονὴ τοῦ Pούϊς ἀπέβη κέντρο γιὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ ὅλης τῆς χώρας.
Ὁ Ὅσιος διδάσκαλος συνέθεσε τότε τὸ ἔργο του «Ἡ πτώση καὶ ἡ ἅλωση τῆς Βρετανίας»
(De excidio et conquestu Britanniae)*, συνοψίζοντας τὴν ἱστορία τῆς Μεγάλης Βρετανίας ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς ρωμαϊκῆς κατάκτησης ἕως τὴν ἐποχή του· τὸ ἔργο ἦταν ταυτόχρονα μιὰ εὔγλωττη παρότρυνση νὰ ἀσπασθῆ ὁ λαὸς τὴν χριστιανικὴ πίστι, ὥστε νὰ ἀποφύγη τὰ δεινὰ ποὺ τὸν ἀπειλοῦσαν: ἐμφύλιο πόλεμο καὶ ἐπιδρομὴ ἀλλοφύλων.
Ἐκτος ἀπὸ τὴν φήμη ποὺ ἀπέκτησε μὲ τὸ κήρυγμά του, μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἔργο τοῦ ἔδωσαν τὴν ἐπωνυμία Γιλδάσιος ὁ Σοφός.
Στὸ δεύτερο μέρος τοῦ βιβλίου του στηλίτευσε θαρραλέα τοὺς πέντε Βρετόνους Βασιλεῖς. Αὐτὸς ὁ ἔλεγχος ἐκίνησε ἐναντίον του τὸ μένος τῶν Βασιλέων, οἱ ὁποῖοι ἔστειλαν τέσσερις ἄνδρες μεταμφιεσμένους σὲ μοναχοὺς γιὰ νὰ τὸν ἀπαγάγουν. Αὐτοὶ πέταξαν τὸν Ὅσιο στὴν θάλασσα, ἀλλὰ ὁ Γιλδάσιος κατώρθωσε κολυμπώντας νὰ φθάση στὴν νῆσο Οὐὰτ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Μοναστήρι του.
Τὸ 565, ἐκλήθη στὴν Ἰρλανδία ἀπὸ τὸν Βασιλέα Ἄϊνμιρ γιὰ νὰ ἀποκαταστήση τὴν εἰρήνη στὸ Βασίλειο καὶ τὴν ὀρθὴ τάξι σὲ μιὰ Μονή. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ χρονολογοῦνται οἱ Κανόνες ἐκκλησιαστικῆς τάξεως καὶ ἕνα Ἐξομολογητάριον.
Μετὰ τὴν ἐπάνοδό του στὴν νῆσο Οὐάτ, ὁ Κύριος τὸν πληροφόρησε, ὅτι τοῦ ἀπομένουν ὀκτὼ ἡμέρες ἐπίγειας ζωῆς.
Ὁ Ὅσιος Γιλδάσιος κληροδότησε στοὺς Μοναχούς του ἐν εἴδει πνευματικῆς διαθήκης ἕναν Ὕμνο, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν δύναμι νὰ ἀποτρέπη τοὺς δαίμονες. Κατόπιν ἔδωσε ἐντολὴ μετὰ τὸν θάνατό του, τὸ σῶμα του νὰ τοποθετηθῆ σὲ βάρκα καὶ νὰ ἀφεθῆ στὴν τύχη τῶν κυμάτων. Ἀκούγοντας τὸ «Ἀμὴν» τῆς ἀποκρίσεώς τους παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Κύριο, στὶς 29 Ἰανουαρίου 570.
Οἱ Μοναχοὶ τοῦ Pούϊς ἐπέβαλαν τρεῖς ἡμέρες νηστείας καὶ προσευχῆς μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ βροῦν τὸ Σκήνωμά του, καὶ τότε σὲ ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς ἀποκαλύφθηκε, ὅτι τὸ Λείψανο εἶχε ἐκβρασθῆ πλησίον τοῦ Ναϋδρίου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ποὺ εἶχε ἀνεγείρει ὁ Ἅγιος. Μετέφεραν τὰ τίμια Λείψανα στὸ Pούϊς, στὶς 11 Μαΐου, ὅπου τιμῶνται ἕως τὶς ἡμέρες μας.
(*) Σύμφωνα μὲ ὁρισμένους ἱστορικούς, ὁ Γιλδάσιος ὁ Σοφός, συγγραφέας τοῦ ἔργου «De excidio et conquestu Britanniae» καὶ τοῦ «Ἐξομολογηταρίου» εἶναι ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γιλδάσιο τοῦ Pούϊς.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2021/04/29.html
<>
Οσία Μαρία Ιβάνοβνα του Ντιβέεβο, η Δια Χριστόν Σαλή. Ημέρα Μνήμης: 26 Αυγούστου.
Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στο χωριό Γκολέτκοβα της επαρχίας Ταμπόφ της Ρωσίας. Σε ηλικία 13 χρόνων έμεινε ορφανή και από τους δυο γονείς της Ζαχαρία και Πελαγία και πήγε να μείνει με την οικογένεια του μεγαλύτερου της αδελφού. Εκεί δεν την ήθελαν, λόγω κυρίως του γεγονότος ότι παραμελούσε τον εαυτό της και ένοιωθαν προσβεβλημένοι από το όλο παρουσιαστικό της. Ποτέ δεν χτενιζόταν και τα ρούχα της αποτελούνταν κυρίως από κουρέλια. Είχε επίσης από πολύ μικρή μια τάση να συμπεριφέρεται παράξενα.
Έτσι έφυγε και άρχισε να περιπλανιέται μεταξύ των περιοχών του Σάρωφ, του Ντιβέγεβο και του Αρντάτωφ. Πάντοτε μισόγυμνη και πεινασμένη φορώντας κατεστραμμένα παπούτσια χειμώνα-καλοκαίρι. Τα βράδια τα περνούσε στο δάσος προσευχόμενη και ήταν σχεδόν πάντοτε λασπωμένη.
Συχνά επισκεπτόταν το μοναστήρι του Ντιβέγεβο και εκεί όσες καλογριές τη λυπόντουσαν της έδιναν καθαρά ρούχα, τα οποία σε λίγες μέρες ή Μαρία απαλλασσόταν δίνοντας τα στους φτωχούς. Υπήρχαν όμως και οι μοναχές εκείνες πού την έδιωχναν κακήν κακώς. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για κανέναν και για τίποτα.
Από κάποιο χρονικό σημείο και μετά τη δέχτηκαν στο μοναστήρι οπού εκάρη μοναχή. Εκεί συνέχισε να προσποιείται τη σαλή για να κρύβει τις αρετές της, ιδίως το προορατικό χάρισμα που ο Κύριος μας της έδωσε. Άρχισαν σιγά-σιγά να την επισκέπτονται διάφοροι που άκουσαν γι’ αυτήν και ζητούσαν συμβουλή για κάποιο πρόβλημα τους ή για να πάρουν πνευματικές νουθεσίες.
Κάποτε την επισκέφτηκε ένα μικρό αγόρι και η Μαρία είπε: «Κοίταξε, ήρθε ο ιερέας Αλέξιος». Το παιδί αργότερα έγινε ιερομόναχος με το όνομα αυτό. Όταν κάποτε την επισκέφτηκε ο πατήρ Αλέξιος η οσία του είπε: «Δεν τρώω κρέας. Άρχισα να τρώω χορταρικά και τώρα είμαι καλύτερα». Τα λόγια αυτά ήταν για εκείνον, που είχε αρχίσει να τρώει κρέας μετά από κάποια αρρώστια του. Της έβαλε μετάνοια και έκοψε το κρέας.
Άλλοτε την επισκέφτηκε μια κυρία από το Μούρομ και μόλις την είδε της είπε ότι κάπνιζε σαν φουγάρο. «Δεν μπορώ να το κόψω, καπνίζω και τη νύχτα, ακόμα και πριν τη Θεία Λειτουργία» της απάντησε. Τότε η Μαρία είπε στη συγκελλιώτισσά της να πάρει την ακριβή ταμπακέρα της και να την πετάξει στη φωτιά. Μετά από καιρό πήραν ένα γράμμα από την κυρία αύτη που έκφραζε την ευγνωμοσύνη της, αναφέροντας ότι από τότε που τους επισκέφτηκε ούτε που σκέφτεται το τσιγάρο.
Μια άλλη φορά την επισκέφτηκαν κάποιες μοναχές, εξαδέλφες του Μίσα Αρτσιμπούσεβα και τη ρώτησαν γι' αυτόν. Η οσία τους είπε ότι ο Μίσα έμπλεξε τελευταία με μια γύφτισσα. Μετά αφού συναντήθηκαν και τον ρώτησαν σχετικά, τους εξήγησε ότι ενώ ποτέ δεν κάπνιζε, τελευταία αγόρασε ένα πακέτο τσιγάρα που είχαν για μάρκα μια «γύφτισσα».
Μετά την μεταπολίτευση στη Ρωσία από την Κομμουνιστική Επανάσταση του 1917 μ.Χ., η Μαρία άρχισε να χρησιμοποιεί πολύ άσχημη γλώσσα, θέλοντας έτσι να υποδείξει τα νέα δεινά της Εκκλησίας από το νέο καθεστώς. Οι υπόλοιπες μοναχές σκανδαλιζόμενες τη ρώτησαν πώς ήταν δυνατόν μια καλογριά να μην μιλάει ευγενικά και η Μαρία απάντησε: «Υπό τον Τσάρο Νικόλαο αυτό ήταν εύκολο, για δοκιμάστε το και με τους Σοβιετικούς».
Η Μαρία Ιβάνοβνα κοιμήθηκε ειρηνικά το 1927 μ.Χ.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/08/26_13.html
<>
Ὅσιοι Ρωμανὸς καὶ Λουπικῖνος, Κτήτορες τῆς ἐν Ἰούρᾳ Μονῆς Κονταδίσκου. Ήμέρα Μνήμης: 28 Φεβρουαρίου.
῾Ο Ὅσιος Ρωμανὸς γεννήθηκε περὶ τὸ 400 ἀπὸ εὐγενῆ οἰκογένεια τῆς Ἐλευθέρας Κομητείας (σημ. Franche-Comté στὴν Γαλλία), μιᾶς περιοχῆς ὅπου ὁ ἀσκητικὸς βίος ἦταν ἀκόμη ἄγνωστος.
Ἀπαρνούμενος τὸν ἔγγαμο βίο, πῆγε νὰ ζήση γιὰ λίγο σὲ Μονὴ τοῦ Λουγδούνου (σημ. Λυών), πλησίον τοῦ Ἀββᾶ Σαβίνου, ὁ ὁποῖος τοῦ μετέδωσε τὶς στοιχειώδεις γνώσεις τοῦ ἀγγελικοῦ βίου, τὶς ὁποῖες εἶχε ὁ ἴδιος κληρονομήσει ἀπὸ Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς καὶ τοὺς Μοναχοὺς τοῦ Λερίνου.
Σὲ ἡλικία τριάντα πέντε ἐτῶν, ὁ Ρωμανὸς ἀνεχώρησε μόνος γιὰ τὰ πυκνὰ δάση ὀροσειρᾶς τοῦ Ἰούρα, παίρνοντας μαζί του μόνο τὴν Ἁγία Γραφή, τὸ Γεροντικὸν καὶ τὶς Κοινοβιακὲς Διατυπώσεις τοῦ Ἁγίου Κασσιανοῦ (τιμάται 29 Φεβρουαρίου) καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ ἕναν ἀπομονωμένο καὶ δυσπρόσιτο τόπο, περίκλειστο ἀπὸ τρία βουνά, στὴν συμβολὴ δύο χειμάρρων, τὸ ὁποῖο ὀνομαζόταν Κονταδίσκο. Γιὰ στέγη εἶχε τὰ ἁπλωμένα κλαδιὰ ἑνὸς μεγάλου ἐλάτου καὶ ἀφιέρωνε ὅλο τὸν χρόνο του στὴν προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη, τρεφόμενος μὲ ἄγριους καρπούς. Παρέμεινε ἐκεῖ μόνος ἐπὶ μερικὰ χρόνια, ξεχασμένος ἀπὸ τὸν κόσμο, τὸν ὁποῖο πρῶτος αὐτὸς εἶχε λησμονήσει ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό.
Κάποτε ὁ δευτερότοκος ἀδελφός του, Λουπικῖνος*, ἐλεύθερος, μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του καὶ τῆς συζύγου του, ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ γάμου, τὸν ὁποῖο εἶχε συνάψει παρὰ τὴν θέλησί του, ἦλθε πρὸς αὐτὸν κατόπιν ὀπτασίας, στὴν ὁποία εἶδε τὸν Ρωμανὸ νὰ τὸν προσκαλῆ πλησίον του.
Ἑνωμένοι ἀπὸ ἁγία ἀγάπη περισσότερο καὶ ἀπὸ τοὺς δεσμοὺς αἵματος καὶ συναγωνιζόμενοι μὲ διάπυρο ζῆλο στὶς σκληραγωγίες, οἱ δύο ἀδελφοὶ ἀξιώθηκαν νὰ ξεπεράσουν μὲ γνῶσι τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος προσπαθοῦσε νὰ σπείρη διχόνοια μεταξύ τους καὶ σὲ λίγο χρόνο ἡ ὀσμὴ εὐωδίας τῶν ἀρετῶν τους σκόρπισε στὶς γύρω κοιλάδες καὶ προσείλκυε ὅλο καὶ περισσότερους φίλους τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔρχονταν γιὰ νὰ ἀσπασθοῦν τὴν ἀγγελικὴ βιοτή τους.
Ἔφερναν ἐπίσης σ᾿ αὐτοὺς ἀρρώστους καὶ δαιμονισμένους, οἱ ὁποῖοι ὅταν θεραπεύονταν μὲ τὶς προσευχές τους, ζητοῦσαν συχνὰ νὰ παραμείνουν καὶ αὐτοὶ πλησίον τῶν δύο Ἁγίων.
Στὴν ἀρχὴ ἐγκαθιστοῦσαν τοὺς μαθητές τους σὲ ὑποτυπώδεις καλύβες γύρω ἀπὸ τὸ ἔλατο, ἀλλὰ καθὼς ἡ ἀδελφότητα πλήθαινε καὶ ὁ τόπος δὲν τοὺς χωροῦσε, ὁ Ρωμανὸς προχώρησε στὴν ἵδρυσι σὲ κοντινὴ ἀπόστασι ἑνὸς δεύτερου Μοναστηριοῦ, τὸ ὁποῖο ὠνομάσθηκε Μονὴ Λαυκῶννος**.
Ἀπὸ ἐκεῖ οἱ μαθητές τους διασκορπίσθηκαν πέρα τοῦ Ἰούρα στὰ Βόσγια καὶ μέχρι τὴν Γερμανία, ἔτσι ὥστε ἡ ἵδρυση τοῦ Κονταδίσκου θεωρεῖται ἀποφασιστικὸ ὁρόσημο τῆς διάδοσης τοῦ Μοναχισμοῦ ποὺ προῆλθε ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς.
Ἡ ἀδελφὴ τῶν Ἁγίων Ἰόλα (Yole) ἐτέθη καὶ ἐκείνη ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγησί τους καὶ ἔγινε Ἡγουμένη μιᾶς Μονῆς φωλιασμένης σὲ ψηλὸ βράχο ἄνωθεν τοῦ Λαυκῶννος τῆς Βάλμας, ἡ ὁποία σύντομα ἀριθμοῦσε περισσότερες ἀπὸ ἑκατὸ Μοναχές. Πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς ἦταν ἀδελφὲς ἢ συγγενεῖς τῶν Μοναχῶν τῶν δύο ἀνδρώων Μονῶν, ἀλλὰ διατηροῦσαν αὐστηρὰ ἔγκλειστο βίο, θεωρώντας τὸν ἑαυτό τους ἤδη νεκρὸ γιὰ τὸν κόσμο καὶ τοὺς κατὰ σάρκα δεσμούς.
Οἱ δύο Ἅγιοι διοικοῦσαν ἀπὸ κοινοῦ τὶς Μονὲς ἐν θείᾳ ὁμονοίᾳ, παρὰ τοὺς διαφορετικοὺς χαρακτῆρες τους, τοὺς ὁποίους ἡ Θεία Χάρις καθιστοῦσε συμπληρωματικούς. Διότι, ἂν ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς ἦταν πολὺ ἐλεήμων ἀπέναντι σὲ ὅλους καὶ διατηροῦσε πάντα μιὰ τέλεια γαλήνη, ὁ ἀδελφός του ἦταν αὐστηρότερος καὶ ἤξερε νὰ διορθώνη μὲ πυγμὴ τὶς παρεκκλίσεις τῶν μαθητῶν τους. Ὁ Ρωμανὸς δὲν ἐπέβαλλε στοὺς ἀδελφοὺς μεγαλύτερες ἀσκήσεις ἀπὸ ἐκεῖνες, τὶς ὁποῖες τοὺς ὑπαγόρευε ἡ βούλησί τους, ὁ δὲ Λουπικῖνος προσέφερε τὸ παράδειγμά του σὲ ὅλους, δείχνοντας πὼς μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, «νικᾶται φύσεως τάξις».
Ξεπερνώντας μὲ τὴν αὐστηρότητά του τοὺς Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονταν ἐναντίον ἠπιότερων καιρικῶν συνθηκῶν, δὲν φοροῦσε παρὰ ἕναν τρίχινο χιτῶνα ὅλες τὶς ἐποχές, δὲν ἀναπαυόταν ποτὲ σὲ κλίνη, δὲν γευόταν ποτὲ λάδι καὶ κατὰ τὰ ὀκτὼ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του δὲν ἔπινε οὔτε κἂν νερό, ἀρκούμενος ἀντὶ τροφῆς καὶ ποτοῦ σὲ λίγο μουσκεμένο ψωμί.
Ἐνῶ ὁ Λουπικῖνος ἀπαιτοῦσε ἀπὸ ὅλους τὴν ἴδια τελειότητα καὶ δὲν δεχόταν εὔκολα δοκίμους, ὁ Ρωμανὸς ἔκανε δεκτοὺς ὅσους ἐμφανίζονταν, μὲ κίνδυνο ὡρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν Μονή. Ὅταν ἕνας ἀπὸ τοὺς γέροντες τοῦ ἔκανε πικρὰ παράπονα καὶ τοῦ συνέστησε νὰ μὴ δέχεται παρὰ μόνο ὅσους ἔδιναν ἀποδείξεις καλὰ δοκιμασμένης κλήσεως, ὁ Ἅγιος ἀπάντησε, ὅτι ὁ Θεὸς μονάχα γνωρίζει τὸ βάθος τῆς καρδίας καὶ ὅτι ἀκόμη καὶ σὲ ὅσους ἐνέδωσαν στὸ κακό, ὁ σπόρος τῆς ἀρετῆς, ὁ ὁποῖος ἔπεσε κατὰ τὴν διαμονή τους στὴν Μονή, μπορεῖ νὰ ἀποφέρη καρποὺς μιᾶς σωτήριας μετάνοιας.
Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ ἔφθασε μέχρι τὸν Ἅγιο Ἱλάριο Ἀρελάτης (τιμάται 5 Μαΐου), τὸν ἐπὶ κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Γαλατίας, ὁ ὁποῖος τὸν ἐχειροτόνησε Πρεσβύτερο, κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς ἐπισκέψεώς του στὴν Μπεζανσόν, ὥστε νὰ ὑπηρετῆ καλύτερα τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες τῆς Ἀδελφότητος (444). Ἀλλὰ ὁ Ρωμανὸς ἤξερε τόσο καλὰ νὰ παραμένη ταπεινός, ὥστε ἐκτὸς τῆς τελέσεως τῆς Θείας Λειτουργίας, ἦταν δύσκολο νὰ τὸν ξεχωρίσης μεταξὺ τῶν Ἀδελφῶν.
Παρ᾿ ὅλο ποὺ ἦταν ὁ πρωτότοκος, ὁ Ρωμανὸς ἄφηνε συχνὰ στὸν Λουπικῖνο τὴν πρωτοβουλία στὰ διοικητικὰ ζητήματα, ἀλλὰ ὑπερίσχυε μὲ τὴν ἐπιείκεια καὶ τὴν ὑπομονή.
Μία χρονιὰ ποὺ ἡ σοδειὰ ἦταν ἄφθονη, οἱ Μοναχοὶ τοῦ Κονταδίσκου βρῆκαν εὐκαιρία νὰ χαλαρώσουν καὶ ξεσηκώθηκαν μὲ ἀλαζονεία κατὰ τοῦ Ρωμανοῦ, ὁ ὁποῖος βλέποντας ὅτι οἱ ἤπιες ἐπιπλήξεις του δὲν εἶχαν ἀποτέλεσμα, κάλεσε τὸν Λουπικῖνο. Μόλις ἔφθασε ἐκεῖνος στὸ Κονταδίσκο, ζήτησε ἐπίτηδες νὰ σερβίρουν στὸ γεῦμα μία ἄνοστη σούπα, ὅπως συνήθιζε αὐτὸς νὰ τρώη.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ φύγουν ἀμέσως δώδεκα ἀμελεῖς Μοναχοί, οἱ ὁποῖοι δὲν μπόρεσαν νὰ ἀντέξουν τὴν ἐπιστροφὴ αὐτὴ στὴν λιτότητα. Ἐν συνεχείᾳ, ὁ Ἅγιος Ρωμανὸς κατώρθωσε νὰ φέρη πίσω τὰ ἀπολωλότα αὐτὰ πρόβατα μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὶς θερμὲς προσευχές του.
Ἐπαγρυπνώντας γιὰ τὴν διαφύλαξι τῆς ἑνότητος τοῦ μοναχικοῦ κινήματος, τὸ ὁποῖο εἶχε ἐκβλαστήση ἀπὸ τὸ Κονταδίσκο, ὁ Ρωμανὸς ἐπισκεπτόταν συχνὰ τὰ ἐξαρτήματά του γιὰ νὰ καταρτίζη τοὺς μαθητές του καὶ νὰ τοὺς ἐνισχύη στὴν προσδοκία τῶν ἀγαθῶν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
Ἐπιστρέφοντας ἀπὸ ἕνα προσκύνημα στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Μαυρικίου καὶ τῶν ἄλλων Μαρτύρων τῆς Θηβαϊκῆς Λεγεώνας στὸ Ἄγαυνον***, σταμάτησε μία ἡμέρα κοντὰ στὴν Γενεύη, σὲ μιὰ καλύβη στὴν ὄχθη τοῦ δρόμου, ὅπου ζοῦσαν δύο λεπροί, τοὺς ὁποίους καὶ θεράπευσε ἀγκαλιάζοντάς τους τρυφερά. Μέσα στὴν χαρά τους αὐτοί, ἔτρεξαν νὰ κοινοποιήσουν τὸ θαῦμα στὴν Γενεύη, ὅπου ὁ Ἅγιος ἔγινε δεκτὸς θριαμβευτικὰ ἀπὸ ὅλο τὸν λαό. Ἐν συνεχείᾳ, ἀφοῦ θεράπευσε τοὺς ἀρρώστους καὶ νουθέτησε τὸν λαὸ νὰ παραμείνη εὐσταθὴς στὴν πίστι, ἔσπευσε νὰ ἐπιστρέψη στὸ Μοναστήρι του.
Ὁ Ἅγιος Ρωμανὸς ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ λίγα χρόνια ἀργότερα, στὶς 28 Φεβρουαρίου 465, στὴν Μονὴ τῆς Βάλμας, προσφέροντας στοὺς Ἀδελφοὺς ποὺ ἦσαν παρόντες τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε διαφυλάξει σὲ ὅλη τὴν ζωή του, χάρις στὴν ἁγνότητα καὶ πραότητα τῆς ψυχῆς του.
Ἐμπιστεύθηκε τὴν καθοδήγησι τῶν δύο Μονῶν στὸν Ἅγιο Λουπικῖνο, ὁ ὁποῖος διαμένοντας συνήθως στὸν Λαυκῶννο τοποθέτησε ἕναν ἐπίτροπο στὸ Κονταδίσκο.
Μὲ τὸ κῦρος τῆς Θείας Χάριτος διοικοῦσε ὅλη ἐκείνη τὴν στρατιὰ τῶν Μοναχῶν τοῦ Ἰούρα, διορθώνοντάς τους μὲ τὸ παράδειγμά του, μὲ λεπτότητα καὶ τρυφερὴ ἀγάπη, καὶ διδάσκοντάς τους τὴν βασιλικὴ ὁδὸ τῆς ἀρετῆς, ἡ ὁποία δὲν παρεκκλίνη οὔτε δεξιά, ἀπὸ ὑπερβολικὴ αὐστηρότητα, οὔτε ἀριστερά, ἀπὸ ὀλέθρια χαλάρωσι τοῦ φρονήματος.
Ὅταν πλέον γέρων καὶ καταβεβλημένος ἀπὸ τὴν ἀρρώστια ἔφθασε στὰ τελευταῖα του, οἱ μαθητές του θέλησαν νὰ τοῦ δώσουν νὰ πιῆ ἕνα ποτήρι νερό, ὅπου εἶχαν διαλύσει λίγο μέλι.
Ὁ Λουπικῖνος τὸ γεύθηκε καὶ ἀμέσως στράφηκε ἀπότομα λέγοντας: «Ἐχθρέ, ἀκόμη καὶ τώρα, στὸ τέλος μου, προσπαθεῖς νὰ διαφθείρης τὴν ταπεινότητά μου μὲ τὸ δέλεαρ μιᾶς μάταιης ἡδονῆς!». Καὶ ἀμέσως ἀπεδήμησε πρὸς τὸν Χριστὸ μὲ περίχαρη σπουδὴ (περὶ τὸ 480). Ἐνταφιάσθηκε στὴν Μονὴ τοῦ Λαυκῶννος, στὴν ὁποία ἐπιτέλεσε κατόπιν πλῆθος θαυμάτων****.
* Στὰ Δυτικὰ Μαρτυρολόγια ὁ Ἅγιος Λουπικῖνος (Lupicinus) μνημονεύεται χωριστὰ στὶς 21 Μαρτίου. Τοπικὰ ὅμως, συνεορτάζονται στὶς 28 Φεβρουαρίου. Βλ.Vies des Pères du Jura, SC 142.
** Τὸ Κονταδίσκο ἐξελίχθηκε σὲ μεγάλη Μονή, ἡ ὁποία πῆρε τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Εὐγενδίου (Saint-Oyend) καὶ ἀπετέλεσε τὸν πυρήνα τῆς πόλεως Σαίν-Κλὼντ (Saint-Claude), ἐνῶ ἡ Μονὴ Λαυκῶννος ἔγινε ἡ Μονὴ Ἁγίου Λουπικίνου (Saint-Lupicin).
*** Εἶναι τὸ σημερινὸ Σαίν-Μωρὶς (Saint-Maurice) στὸ ἑλβετικὸ καντόνιο Βαλαί. Κατὰ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς καιρούς, στὴν Γαλατία ὑπῆρξε περίφημος τόπος προσκυνήματος καὶ ἐξελίχθηκε σὲ ὀνομαστὴ Μονὴ (ἱδρύθηκε τὸ 515), ἡ ὁποία στάθηκε ἀφετηρία τῆς μετέπειτα διαδόσεως τῆς μοναχικῆς παραδόσεως ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν Μονὴ τοῦ Λερίνου. Βλ. Μνήμη Ἁγίου Μαυρικίου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ (τιμώνται 27 Δεκεμβρίου).
**** Ἡ μνήμη τοῦ διαδόχου καὶ πιστοῦ μαθητοῦ τῶν Ἁγίων Ρωμανοῦ καὶ Λουπικίνου, Ὁσίου Ὀγενδίου ἢ Εὐγενδίου (†510), ὁ ὁποῖος ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀρετές του καὶ τὰ πολλὰ θαύματά του ἔδωσε στὰ Μοναστήρια τοῦ Ἰούρα τὴν ὁριστικὴ κοινοβιακή τους τάξι, τιμᾶται τὴν 1η Ἰανουαρίου. Βλ. ἐπίσης τὴν Μνήμη τοῦ Ἁγίου Κλαυδίου τῆς Μπεζανσὸν (τιμάται 6 Ἰουνίου).
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2021/04/28.html
<>
Οσία Μαρία Ιβάνοβνα του Ντιβέεβο, η Δια Χριστόν Σαλή. Ημέρα Μνήμης: 26 Αυγούστου.
Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στο χωριό Γκολέτκοβα της επαρχίας Ταμπόφ της Ρωσίας. Σε ηλικία 13 χρόνων έμεινε ορφανή και από τους δυο γονείς της Ζαχαρία και Πελαγία και πήγε να μείνει με την οικογένεια του μεγαλύτερου της αδελφού. Εκεί δεν την ήθελαν, λόγω κυρίως του γεγονότος ότι παραμελούσε τον εαυτό της και ένοιωθαν προσβεβλημένοι από το όλο παρουσιαστικό της. Ποτέ δεν χτενιζόταν και τα ρούχα της αποτελούνταν κυρίως από κουρέλια. Είχε επίσης από πολύ μικρή μια τάση να συμπεριφέρεται παράξενα.
Έτσι έφυγε και άρχισε να περιπλανιέται μεταξύ των περιοχών του Σάρωφ, του Ντιβέγεβο και του Αρντάτωφ. Πάντοτε μισόγυμνη και πεινασμένη φορώντας κατεστραμμένα παπούτσια χειμώνα-καλοκαίρι. Τα βράδια τα περνούσε στο δάσος προσευχόμενη και ήταν σχεδόν πάντοτε λασπωμένη.
Συχνά επισκεπτόταν το μοναστήρι του Ντιβέγεβο και εκεί όσες καλογριές τη λυπόντουσαν της έδιναν καθαρά ρούχα, τα οποία σε λίγες μέρες ή Μαρία απαλλασσόταν δίνοντας τα στους φτωχούς. Υπήρχαν όμως και οι μοναχές εκείνες πού την έδιωχναν κακήν κακώς. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για κανέναν και για τίποτα.
Από κάποιο χρονικό σημείο και μετά τη δέχτηκαν στο μοναστήρι οπού εκάρη μοναχή. Εκεί συνέχισε να προσποιείται τη σαλή για να κρύβει τις αρετές της, ιδίως το προορατικό χάρισμα που ο Κύριος μας της έδωσε. Άρχισαν σιγά-σιγά να την επισκέπτονται διάφοροι που άκουσαν γι’ αυτήν και ζητούσαν συμβουλή για κάποιο πρόβλημα τους ή για να πάρουν πνευματικές νουθεσίες.
Κάποτε την επισκέφτηκε ένα μικρό αγόρι και η Μαρία είπε: «Κοίταξε, ήρθε ο ιερέας Αλέξιος». Το παιδί αργότερα έγινε ιερομόναχος με το όνομα αυτό. Όταν κάποτε την επισκέφτηκε ο πατήρ Αλέξιος η οσία του είπε: «Δεν τρώω κρέας. Άρχισα να τρώω χορταρικά και τώρα είμαι καλύτερα». Τα λόγια αυτά ήταν για εκείνον, που είχε αρχίσει να τρώει κρέας μετά από κάποια αρρώστια του. Της έβαλε μετάνοια και έκοψε το κρέας.
Άλλοτε την επισκέφτηκε μια κυρία από το Μούρομ και μόλις την είδε της είπε ότι κάπνιζε σαν φουγάρο. «Δεν μπορώ να το κόψω, καπνίζω και τη νύχτα, ακόμα και πριν τη Θεία Λειτουργία» της απάντησε. Τότε η Μαρία είπε στη συγκελλιώτισσά της να πάρει την ακριβή ταμπακέρα της και να την πετάξει στη φωτιά. Μετά από καιρό πήραν ένα γράμμα από την κυρία αύτη που έκφραζε την ευγνωμοσύνη της, αναφέροντας ότι από τότε που τους επισκέφτηκε ούτε που σκέφτεται το τσιγάρο.
Μια άλλη φορά την επισκέφτηκαν κάποιες μοναχές, εξαδέλφες του Μίσα Αρτσιμπούσεβα και τη ρώτησαν γι' αυτόν. Η οσία τους είπε ότι ο Μίσα έμπλεξε τελευταία με μια γύφτισσα. Μετά αφού συναντήθηκαν και τον ρώτησαν σχετικά, τους εξήγησε ότι ενώ ποτέ δεν κάπνιζε, τελευταία αγόρασε ένα πακέτο τσιγάρα που είχαν για μάρκα μια «γύφτισσα».
Μετά την μεταπολίτευση στη Ρωσία από την Κομμουνιστική Επανάσταση του 1917 μ.Χ., η Μαρία άρχισε να χρησιμοποιεί πολύ άσχημη γλώσσα, θέλοντας έτσι να υποδείξει τα νέα δεινά της Εκκλησίας από το νέο καθεστώς. Οι υπόλοιπες μοναχές σκανδαλιζόμενες τη ρώτησαν πώς ήταν δυνατόν μια καλογριά να μην μιλάει ευγενικά και η Μαρία απάντησε: «Υπό τον Τσάρο Νικόλαο αυτό ήταν εύκολο, για δοκιμάστε το και με τους Σοβιετικούς».
Η Μαρία Ιβάνοβνα κοιμήθηκε ειρηνικά το 1927 μ.Χ.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/08/26_13.html
<>
Ἅγιος Εὐχέριος, Ἐπίσκοπος Ὀρλεάνης. Ήμέρα Μνήμης: 20 Φεβρουαρίου.
᾿Αφιερωμένος ἀπὸ νεαρὰ ἡλικία στὴν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὁ Ἅγιος Εὐχέριος κατάλαβε, ὅτι παροδικὸ εἶναι τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου καὶ ὅτι κάθε ἀνθρώπινο ἐγχείρημα δὲν εἶναι παρὰ ματαιοδοξία.
Ἀπαρνήθηκε, ἔτσι, κάθε δεσμὸ μὲ τὰ ἐπίγεια, μὲ σκοπὸ νὰ εἰσέλθη στὴν ὀνομαστὴ Μονὴ Ζουμιὲζ (Jumièges), στὴν Ἐπισκοπὴ τῆς Ρουέν.
Προώδευσε τόσο στὴν ἁγιότητα, ὥστε μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἐπισκόπου Ὀρλεάνης οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως ἔπεισαν τὸν Κάρολο Μαρτέλο νὰ ὑποχρεώση τὸν Ἅγιο νὰ ἀναλάβη διάδοχός του στὴν Ἐπισκοπικὴ Ἕδρα (717). Ἐγκαταλείποντας παρὰ τὴν θέλησί του καὶ μὲ δάκρυα τὶς ἀπολαύσεις τοῦ μοναχικοῦ βίου, ὁ Ἅγιος Εὐχέριος κυβέρνησε μὲ σοφία τὴν Ἐπισκοπή του, διορθώνοντας τὶς παρεκτροπὲς καὶ διαδίδοντας μὲ τὸν λόγο του τὸν ζῆλο γιὰ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς.
Κατὰ τὴν ταραγμένη ἐκείνη περίοδο, δὲν ἐδίσταζε νὰ ἐπιτιμᾶ μὲ σταθερότητα ὅλους ἐκείνους ποὺ σφετερίζονταν τὰ ἀγαθὰ τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ ἐχθροί του, βρίσκοντας τὴν εὐκαιρία, τὸν κατήγγειλαν τότε ὡς στασιαστὴ στὸν Κάρολο Μαρτέλο, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν νίκη του ἐπὶ τῶν Σαρακηνῶν στὸ Πουατιέ (732) εἶχε ἀνταμείψει τοὺς ἀξιωματικούς του, δημεύοντας πρὸς ὄφελός τους τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία.
Περνώντας ἀπὸ τὴν Ὀρλεάνη, ὁ Ἡγεμόνας διέταξε νὰ συλληφθῆ ὁ Ἅγιος ἱεράρχης καὶ τὸν ἐξώρισε στὴν Κολωνία. Ἡ Χάρις ὅμως τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀκτινοβολοῦσε τὸ πρόσωπό του ἐπέβαλε ἐκεῖ τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἀφοσίωσι τοῦ χριστιανικοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος τὸν θεωροῦσε ὡς ἰδικό του ποιμενάρχη.
Ἐξόριστος ἐκ νέου στὴν περιοχὴ τῆς Λιέγης, ἔκανε τὸν Δούκα Ροβέρτο, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀναλάβει τὴν ἐπιτήρησί του, ἀφωσιωμένο μαθητή του καὶ τοῦ ζήτησε ὡς μόνη χάρι νὰ ἀποσυρθῆ στὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Τράνδου (Σίντ-Τρέϊντεν), ὅπου πέρασε τὰ τελευταῖα χρόνια τοῦ βίου του, εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ ποὺ τὸν ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ποιμαντικῶν καθηκόντων, ἀφοῦ τὸν ἔκρινε ἄξιο νὰ ὑποφέρη γιὰ τὴν δικαιοσύνη.
Ὅπως καὶ σὲ ὅλα τὰ μέρη ποὺ εἶχε διαμείνει προηγουμένως, ἡ θερμὴ ἀγάπη του πρὸς τὸν Θεὸ στάθηκε ζωντανὴ διδαχὴ γιὰ ὅλους τοὺς Μοναχούς, καὶ κατὰ τὸ παράδειγμά του, ὅλοι περιφρονοῦσαν τὶς βιοτικὲς μέριμνες καὶ δὲν ποθοῦσαν παρὰ τὸν οὐρανό.
Μετὰ τὴν μακαρία κοίμησί του (περὶ τὸ 738 ἢ τὸ 743) οἱ λαμπάδες κοντὰ στὸν Τάφο του ἔκαιγαν ἄλειωτες καὶ τὸ λάδι στὰ καντήλια θεράπευε πλῆθος ἀρρώστων, ποὺ προσέτρεχαν μὲ πίστι στὴν μεσιτεία τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2021/04/20.html
<>
Οσία Αλυπία του Κιέβου, η Δια Χριστόν Σαλή. Ημέρα Μνήμης: 17/30 Οκτωβρίου.
«ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι» (Α’ Κορ. 4,10)
«ὅτι ἐν πυρὶ δοκιμάζεται χρυσὸς καὶ ἄνθρωποι δεκτοὶ ἐν καμίνῳ ταπεινώσεως» (Σοφ. Σειραχ. 2,5)
«καὶ ὀλίγα παιδευθέντες μεγάλα εὐεργετηθήσονται, ὅτι ὁ Θεὸς ἐπείρασεν αὐτοὺς καὶ εὗρεν αὐτοὺς ἀξίους ἑαυτοῦ· ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ ἐδοκίμασεν αὐτοὺς καὶ ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αὐτούς». (Σοφίας Σολομώντος Κεφ. 3, 5-6)
Γεννήθηκε το 1910 στην περιοχή της Πένζα, και στο βάπτισμά της της δόθηκε το όνομα της Αγίας Μάρτυρος Αγάθης, της οποίας την εικόνα έφερε όλη της τη ζωή στην πλάτη της. Η μητέρα της ήταν πολύ ευσπλαχνική και ελεήμων. Ήταν φορές, που έβαζε κάθε είδους τρόφιμα στην ποδιά της και της έλεγε να τα πάει στους φτωχούς του χωριού τους.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 άλλαξε ανελέητα τη ζωή της. Η ίδια επέζησε με θαυμαστό τρόπο. Το 1918 οι γονείς της πυροβολήθηκαν ενώ αυτή έλειπε από το σπίτι.
Παρά τη βαθειά θλίψη της, όλη τη νύχτα η οκτώχρονη κοπέλα διαβάζε το Ψαλτήρι για τους νεκρούς γονείς της. Το ορφανό φιλοξενήθηκε για λίγο στη θεία της. Μετά από σπουδές στο σχολείο για δύο μόνο χρόνια, πήγε να “περιπλανηθεί” στα ιερά μέρη, πήρε το σταυρό της και ακολούθησε τον Χριστό, έτοιμη να υποφέρει γι ‘αυτόν. Έγινε εντελώς σιωπηλή και αφοσιώθηκε τελείως στην προσευχή. Ζούσε με ό,τι της έστελνε ο Θεός, και ήταν φορές που περνούσε τη νύχτα στην ύπαιθρο.
Οι σκληρές δοκιμασίες δεν σκλήρυναν την συμπονετική καρδιά της, αλλά την έκαναν ακόμα πιο φιλεύσπλαχνη. Η απέραντη ανθρώπινη θλίψη ώθησε το κορίτσι να προσεύχεται συνεχώς για τους πονεμένους και βασανισμένους. Η περιπλάνηση της ζωή της την είχε διδάξει να είναι ευγνώμων στον Θεό και στους ανθρώπους για το παραμικρό καλό: για την μέρα που πέρασε, για μια ήσυχη νύχτα, για μια γουλιά νερό, για τα ψίχουλα από το γεύμα κάποιου, για έναν καλό λόγο και μια φιλική συμπεριφορά. Το δώρο της ευγνώμονος αγάπης, η μάτουσκα το είχε σε όλη της τη ζωή. Γερόντισσα πια ευχαριστούσε έναν άνθρωπο ακόμη και για μια καλή σκέψη που έκανε για αυτήν.
Κατά τα χρόνια της απιστίας και των διωγμών, συνελήφθη και πέρασε δέκα χρόνια φυλακή, παρά τις δύσκολες συνθήκες κράτησης, προσπαθούσε να κρατήσει τη νηστεία και την αδιάλειπτη προσευχή.
Θαυματουργή απελευθέρωση από τη φυλακή, από τον Αποστόλο Πέτρο.
Στη φυλακή όπου κρατήθηκε, υπήρχαν πολλοί ιερείς. Κάθε βράδυ, έπαιρναν 5-6 ανθρώπους και δεν ξαναγύριζαν. Τέλος, όταν έμειναν μόνο τρεις φυλακισμένοι στο κελί: ένας ιερέας, ο γιος του και η μάτουσκα, ο ιερέας είπε στον γιο του:
“Ας ψαλλουμε την κηδεία μας, σήμερα την αυγή θα μας πάρουν “.
Μετά από αυτό, ο ιερέας είπε ότι η μάτουσκα θα ζήσει. Η μάτουσκα παρέμεινε μόνη, η πόρτα άνοιξε ήσυχα μέσα στην φυλακή, κι ο Απόστολος Πέτρος μπήκε μέσα και από την πίσω πόρτα την οδήγησε στη θάλασσα όπου την διέταξε να πάει κατά μήκος της ακτής. Για την υπόλοιπη ζωή της δεν σταμάτησε να τον ευχαριστεί για την απελευθέρωσή της, τον θεωρούσε προστάτη της και στον ναό η θέση της ήταν πάντα στην εικόνα των Ιερών Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Περπάτησε χωρίς φαγητό και νερό για 11 ημέρες. Σκαρφάλωσε σε τεράστια βράχια, χτύπησε, έπεσε, σηκώθηκε, ξανάπεσε… Αλλά ο Κύριος την βοήθησε. Της έμειναν βαθιά σημάδια στα χέρια της, τα οποία μετά έδειχνε.
Η περιπλάνηση άρχισε ξανά, αλλά ο Κύριος προστάτευε την εκλεκτή Του.
Η μητέρα μας προσπαθούσε πάντοτε να μην προκαλέσει τη δίωξη των αρχών. Η ασκήτρια ήταν πάντα μοναχική, αθέατη, ταπεινή, δεν άκουγε τίποτα και δεν κατέκρινε κανέναν. Κανείς δεν γνώριζε για τις προσευχές της, αλλά κάθε εργασία της την εκτελούσε προσεκτικά και ευσυνείδητα. Δεν είχε ποτέ ένα καταφύγιο, και ποτέ δεν είχε ασφαλές σπίτι. Αν κατάφερνε να βρει ένα καταφύγιο κάπου για να περάσει τη νύχτα, προσπαθούσε να μην επιβαρύνει τους οικοδεσπότες σε τίποτα, παντού διατηρούσε την καθαριότητα και την τάξη, ακόμα και στις πιο φτωχές συνθήκες. Η μητέρα μας πάντα ήταν πολύ λιτή.
Ο Αρχιμανδρίτης Κρονίδης ηγούμενος του μοναστηριού της Πετσέρσκαγια Λαύρας έκανε την μοναχική της κουρά και την ονόμασε Αλυπία, προς τιμή του Οσίου Αλυπίου του εικονογράφου της Λαύρας.
Για τρία χρόνια έζησε στην κουφάλα ενός δένδρου υπομένοντας με ανδρεία κάθε δυσκολία. Μόνο η αδιάλειπτη προσευχή του Ιησού την παρηγορούσε, την ενίσχυε και την θέρμαινε. Έμεινε εκεί όσο ζούσε ο γέροντας της Κρονίδης. Στην Πετσέρσκαγια Λαύρα έμεινε περίπου 15-20 χρόνια.
Μετά το κλείσιμο της Κίεβο-Πετσέρσκαγια Λαύρα, το 1961 η ευλογημένη Αλυπία ξεκίνησε ξανά τη μακρόχρονη περιπλανώμενη ζωή της.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας της το Αγιο Πνεύμα, της ενίσχυε την πίστη και την αφοσίωσή της στο θέλημα του Θεού, που υπάκουα δέχθηκε από το χέρι του Κυρίου. Η μητέρα δεν ζήτησε ποτέ βοήθεια και προστασία από τους ανθρώπους, ζήτησε βοήθεια και προστασία μόνο από τον Θεό. Η πίστη και η εμπιστοσύνη της ήταν τόσο ισχυρή ώστε μόνο να άκουγες, με τι παιδική απλότητα έλεγε το Θεό, «Πατέρα!» Και εισακούονταν αμέσως οι προσευχές της, χωρίς καμμία αμφιβολία, πάνω απ ‘όλα ο Πατέρας ήταν γι’ αυτήν ο πιο στενός οικείος, ο πιο αγαπημένος, ο προστάτης της.
Με τον καιρό, πήγε κι έμεινε σε ένα μικρό σπίτι κοντά στην περιοχή Goloseevskaya. Οι ντόπιοι, που γνώριζαν για τα θαύματα με τις προσευχές της, πήγαιναν συνέχεια ζητώντας τις προσευχές της για βοήθεια, θεραπεία ή μια συμβουλή. Αλλά το σπίτι στο οποίο ζούσε κατέρρευσε και ήταν ξανά στο δρόμο.
Τέλος, μέσα από τις προσπάθειες μιας πιστής γυναίκας, βρέθηκε ένα νέο σπίτι στην οδό Zatevakhin. Εδώ, σε ένα μικρό δωμάτιο που είχε ξεχωριστή είσοδο, η μητέρα έζησε τα τελευταία εννέα χρόνια της ασκητικής της ζωής από το 1979 έως το 1988.
Η Σταρίτσα γνώριζε πάντα πόσοι άνθρωποι και με ποιες ανάγκες έρχονταν και για όλους τους προετοίμαζε ένα γεύμα. Πολλοί κατά τη διάρκεια του γεύματος λάμβαναν θεραπεία από τις ασθένειές τους. Επίσης, θεράπευε τους αρρώστους και με μια δική της αλοιφή, η οποία ήταν τόσο θαυματουργή που όλοι πίστευαν ότι η θεραπευτική δύναμη της δεν ήταν στην ίδια την αλοιφή, αλλά στις άγιες προσευχές της. Κατά κανόνα, οι επισκέπτες έφευγαν χαρούμενοι και… θεραπευμένοι, αν και δεν μπορούσαν να το καταλάβουν αμέσως. Η μάτουσκα έλεγε ένα λόγο σε όλους και αυτός γινόταν κατανοητός μόνο από τον άνθρωπο στον οποίο απευθυνόταν αυτός.
Στη μητέρα Αλυπία έρχονταν όχι μόνο πιστοί, αλλά και αθεϊστές και κομμουνιστές με δύσκολα προβλήματα και σοβαρές ασθένειες. Κι όλους τους βοηθούσε με την αγάπη και την προσευχή της, στρέφοντάς τους προς τον Χριστό. Μόνο ο Θεός ξέρει πόσους ανθρώπους έσωσε από την καταστροφή και την απόγνωση, πόσους θεράπευσε, πόσες οικογένειες έσωσε από την διάλυση.
Τον Απρίλιο του 1988 κρατούσα, λέει η συνοδός-φίλη της Μαρία, το Ημερολόγιο της Εκκλησίας και η Μητέρα ρωτάει:
“Κοίτα τι μέρα είναι στις 30 Οκτωβρίου.
” Κοίταξα και είπα: “Κυριακή”.
Επανέλαβε: “Κυριακή”.
Μετά το θάνατό της, συνειδητοποιήσαμε ότι τον Απρίλιο η μητέρα μας γνωστοποίησε την ημέρα του θανάτου της που από έξι μήνες πριν αυτήν ήδη γνώριζε. Και μια άλλη φορά είπε:
«Θα φύγω όταν αρχίσουν οι παγετοί και πέσει το πρώτο χιόνι».
Μια εβδομάδα πριν από το θάνατό της συγκεντρώθηκαν στο κελί της πάλι τα πνευματικά της παιδιά. Απευθύνθηκε σε όλους λέγοντας:
- Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με!
Μετά γύρισε προς τον Θεό:
- Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με!
Και έκανε το σημείο του Σταυρού.
Άρχισε να κλαίει η πιστή διακόνισσα της, αλλά της φώναξε:
”Μην κλαις, θα είμαστε για πάντα μαζί!” Είπε: “Πάντα να έρχεστε στον τάφο μου και όταν έχετε θλίψη και όταν έχετε χαρά, να λέτε τα πάντα σαν να είμαι ζωντανή, και ο Κύριος θα σας ακούει και θα σας βοηθάει!” Το βράδυ του Σαββάτου, στις 16/29 Οκτωβρίου, ήταν πολύ άρρωστη.
Την επόμενη μέρα, στις 17/30 Οκτωβρίου 1988, έπεσε το πρώτο χιόνι και άρχισε ο πρώτος παγετός. Όλοι προσευχόταν. Η μητέρα τους ευλόγησε όλους, εκτός από μία γυναίκα, να πάνε στην έρημο Κιτάγιεβο, και να προσευχηθούν γι ‘αυτήν στους τάφους της Μοναχής Δοσιθέας και του Οσίου Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού.
Στη κοίμησή της, ήταν φωτεινή, σαν να κοιμόταν. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο και ιλαρό. Η κηδεία της έγινε την 1η Νοεμβρίου στην Εκκλησία της Ανάληψης της Μονής Φλωρόβσκι, όπου συγκεντρώθηκαν πολλοί άνθρωποι. Η θλίψη που ένοιωσαν όσοι την αγαπούσαν διαλύθηκε από μια ήσυχη χαρά, γεμάτη πίστη και ελπίδα. Όλοι ένιωθαν ότι αυτό ήταν θρίαμβος της πίστης μας, δεν ήταν θάνατος, αλλά μια νίκη πάνω του.
Είπε ένα πνευματικό της παιδί μετά την κοίμηση της:
Είδα τη Μάτουσκα σε ένα όνειρο να είναι στα λείψανα του Οσίου Ζήνωνος του Νηστευτή της Μεγάλης Λαύρας του Κιέβου (τιμάται 30 Ιανουαρίου), με εξέπληξε το γεγονός ότι η μητέρα ήταν εδώ και εκείνη μου απάντησε:
«Είμαι σε όλα τα Ιερά Σπήλαια».
Κάθε μέρα εκατοντάδες άνθρωποι έρχονται στον τάφο της. Την ημέρα της μνήμης της Μητέρας Αλυπίας, τεράστιες ουρές πιστών σχηματίζονται σε αυτόν. Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων της Αγίας μητέρας Αλυπίας έγινε το πρωί της 5/18 Μαΐου 2006.
Έλεγε ο πατήρ Μεθόδιος Demeevskoy Finkevich για τη μάτουσκα Αλυπία:
- Ήταν μια ενσάρκωση της καλοσύνης και της ευγένειας. Προσεύχομαι σε αυτήν ακόμη και για μικρά πράγματα.
Μεταξύ των πνευματικών της παιδιών ήταν ο πρώην επίσκοπος της Tulchin και Bratslav Ιππόλυτος (Khil’ko), όπου του προείπε ότι θα γίνει επίσκοπος.
Κατά τα χρόνια του πολέμου με το Αφγανιστάν, όσοι στρατιώτες ζήτησαν τις προσευχές της δεν στάλθηκαν στο Αφγανιστάν και έτσι απέφυγαν τον θάνατο.
Τις αποκαλύφθηκε ότι στις 26 Απριλίου 1986 θα γίνει ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνομπίλ. Και η μητέρα Αλυπία προειδοποίησε τους ανθρώπους πολύ πριν από την τραγωδία ότι η γη θα καεί, ότι θα «δηλητηριαστούν» η γη και το νερό.
“Κάτω από το έδαφος καίγεται, Σβήστε τη φωτιά!” Έλεγε η ευλογημένη. “Μην αφήνετε το φυσικό αέριο!” Κύριε! Τι θα συμβεί τη Μεγάλη Εβδομάδα!
Αλλά κανείς δεν την καταλάβαινε. Πάνω από μισό χρόνο, η ευλογημένη γυναίκα παρέμεινε σε έντονη προσευχή για τη σωτηρία της γης και των ανθρώπων από μια τρομερή καταστροφή. Μια ημέρα πριν από το ατύχημα, η μητέρα μας περπατούσε στους δρόμους και φώναζε:
- Κύριε! Λυπήσου τα μωρά, μη καταστρέψεις τους ανθρώπους!
Οι άνθρωποι που ήρθαν σ ‘αυτήν εκείνη την ημέρα, τους συμβούλευε: ”Κλείστε τις πόρτες και τα παράθυρα καλά, θα υπάρξει πολύ αέριο“
Ο Κύριος αποκάλυψε στην γερόντισσα τον πνευματικό λόγο της τραγωδίας του Τσερνομπίλ, αλλά δεν μπορούσε να αποτρέψει εντελώς την οργή του Θεού από τους ανθρώπους που την προκάλεσαν.
Όταν συνέβη το ατύχημα και άρχισε ο πανικός, ειδικά στο Κίεβο και στις πόλεις και τα χωριά κοντά στη ζώνη των 30 χιλιομέτρων, η μητέρα Αλυπία δεν έφυγε από το σπίτι. Αυτή, ως στοργική μητέρα, προέτρεψε όλους να ηρεμήσουν, να στραφούν στον Θεό και να στηριχθούν στη βοήθεια και το έλεός Του. Η μακαρία κάλεσε τους ανθρώπους να στραφούν στον Σταυρωμένο Κύριο Ιησού Χριστό και να θυμούνται τη δύναμη του Σταυρού Του, που νίκησε τον θάνατο.
Την ρώτησαν: Να φύγουμε;
Είπε: όχι. Όταν ρωτήθηκε τι να κάνουν με τα τρόφιμα, είπε:
“Πλύντε τα, προσευχηθείτε λέγοντας το Πάτερ ημών και το Θεοτόκε Παρθένε, σταυρώστε τα και φάτε και θα είναι καθαρά”. Η μητέρα ευλόγησε να καλύψουν τα σπίτια κάνοντας το σημείο του Σταυρού και να συνεχίσουν να ζουν μέσα, να σταυρώνουν το φαγητό και να το τρώνε χωρίς φόβο.
- Πώς να πιούμε ραδιενεργό γάλα; Την ρώτησαν με φόβο.
- Να το σταυρώνετε, απάντησε η μητέρα μας και δεν θα έχει ακτινοβολία.
Σε αυτές τις φοβερές ημέρες, η μάτουσκα στήριζε πολλούς και τους συγκρατούσε από τον πανικό και την απελπισία και τους οδηγούσε στο Θεό.
Η μητέρα προειδοποίησε τα πνευματικά παιδιά της και για μια άλλη καταστροφή,ένα “πνευματικό Τσερνομπίλ”: τη μελλοντική διαίρεση του ”Φιλαρέτου” στην Ουκρανία. Προέβλεψε κι έπειθε τους επισκέπτες της ότι έπρεπε να ανήκουν μόνο στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ο Αλεξέι Α. θυμάται: “Όταν είδε τη φωτογραφία του Φιλαρέτου, είπε: ” Δεν είναι δικός μας “. Αρχίσαμε να τις εξηγούμε ότι αυτός είναι ο Μητροπολίτης μας, νομίζοντας ότι δεν τον ξέρει, αλλά και πάλι η ίδια σταθερά επαναλάμβανε: «Δεν είναι δικός μας.» Τότε δεν καταλαβαίναμε την έννοια των λέξεών της, και τώρα μας εκπλήσσουν, πόσα χρόνια πριν η μητέρα είχε προβλέψει τα πάντα ».
Ο Ν.Τ. θυμάται: «Είμασταν στη μάτουσκα, και μιλάγαμε. Η σόμπα έκαιγε, κάποιος της έδειξε ένα περιοδικό στο οποίο υπήρχε μια μεγάλη φωτογραφία του Mητροπολίτη Φιλαρέτου Denisenko. Η μητέρα άρπαξε το περιοδικό, το πέταξε με τα δύο δάχτυλα και φώναξε: “Ου, ου, ου, πόση θλίψη θα φέρει στους ανθρώπους, πόσο κακό θα κάνει. Λύκος με ένδυμα προβάτου! Στη σόμπα, στη σόμπα! “. Άρπαξε το περιοδικό και το έριξε στη σόμπα. Όταν συνήλθε από την σύγχυση, κάθισε σιωπηλά, και άκουγε τη σόμπα, που καίγονταν το περιοδικό. Είπα στη μητέρα: “Και τι θα συμβεί;” Η μητέρα χαμογέλασε με το μεγάλο παιδικό χαμόγελο της και είπε: “Ο Βλαντιμίρ θα είναι, ο Βλαντιμίρ!”. Και όταν υπήρξε διάσπαση στην εκκλησία μας, εμείς χωρίς καμία αμφιβολία και δισταγμό ακολουθήσαμε αυτή που η μητέρα μας έδειξε ενάμιση χρόνο πριν τον θάνατό της και σχεδόν πέντε χρόνια πριν από τα γεγονότα».
Προέβλεψε όλα τα επόμενα δεινά και τον επερχόμενο πόλεμο.Τα νεκρά σώματα θα είναι σαν βουνά, και κανείς δεν θα τα παίρνει για να τα θάψει. Οι άνθρωποι θα τρέχουν από τόπο σε τόπο. Θα υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που θα μαρτυρήσουν για την Ορθόδοξη πίστη.
Κάθε ανθρώπινη δυστυχία και θλίψη προκαλούσε πάντα μεγάλη συμπόνια στην ψυχή της γερόντισσας. Η επιθυμία της να τους βοηθήσει όλους εκφράστηκε όχι μόνο με εντατικές προσευχές, αλλά και με το να υποβάλει το γεροντικό, ταλαιπωρημένο σώμα της σε στερήσεις. Έτσι, κατά τη διάρκεια μιας ξηρασίας, όχι μόνο δεν έτρωγε φαγητό, αλλά δεν έπινε και νερό, ακόμη και στον καύσωνα.
Προσκύνημα στον τάφο της Οσίας Αλυπίας.
Κάποτε, η ευλογημένη, ικετεύοντας τον Κύριο να βρέξει, δεν έτρωγε ούτε έπινε για δύο εβδομάδες. Και όταν έριξε μια δυνατή νεροποντή, η μητέρα Αλυπία με μεγάλη χαρά πήγαινε γύρω από το σπίτι, σηκώνοντας τα χέρια της προς τον ουρανό.
- Δόξα τω Θεω! Βροχή! Φώναζε δυνατά.
- Δόξα τω Θεω! Βροχή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή! Η συγκομιδή!
Ακόμα η μητέρα ενίσχυε τον αγώνα της και στις περιπτώσεις που τα πνευματικά της παιδιά προσέβαλλαν τον Θεό με την ανυπακοή τους.
Τα τελευταία εννέα χρόνια της ζωής της, έζησε στο Γκολοσεέβο. Εδώ αποκαλύφθηκαν πλήρως τα μεγάλα πνευματικά της χαρίσματα . Το δώρο της προόρασης και διόρασης, που της χάρισε ο Κύριος, να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων που έρχονταν σε αυτήν, σαν ανοιχτό βιβλίο, της ίασης αλλά πάνω απ ‘όλα, το δώρο της αγάπης. Κατανοούσε τη γλώσσα των ζώων και των πουλιών. Προειδοποιούσε τους ανθρώπους για κινδύνους, βοηθούσε να αποφευχθούν προβλήματα και πειρασμοί ή προστάτευε από επικείμενη καταστροφή. Έτσι, μια μέρα προσευχόταν όλη τη νύχτα στα γόνατα να σωθεί μια κοπέλα που βρισκόταν στα χέρια ενός σαδιστή σε μια άγνωστη πόλη, παρακαλούσε τον Κύριο να σώσει τη ζωή του κοριτσιού.
Ήταν και είναι μια ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2020/07/1730.html
<>
Ἅγιος Εὐστάθιος, Ἀββᾶς τοῦ Λουξέϊγ, Διάδοχος τοῦ Ὁσίου Κολομβανοῦ. Ήμέρα Μνήμης: 29 Μαρτίου.
Ὁ Ὅσιος Εὐστάθιος (ἢ Εὐστάσιος) γεννήθηκε στὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 6ου αἰ. ἀπὸ εὐγενῆ οἰκογένεια τῆς Βουργουνδίας στὴν Γαλλία, στὴν χώρα τοῦ Λάνγκρ, τοῦ ὁποίου ὁ ἐκ μητρὸς θεῖος του διετέλεσε Ἐπίσκοπος.
Ἀνετράφη ἐκ νεότητος ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Κολομβανοῦ (τιμάται 23 Νοεμβρίου), ὁ ὁποῖος διέκρινε στὸν νεαρὸ μαθητή του πολλὰ χαρίσματα, τόσο στὴν ἔξωθεν σοφία, ὅσο καὶ κυρίως στὴν ἐν Χριστῷ ζωή.
Τὰ ἔτη 585-590, ὁ Ὅσιος Κολομβανὸς ἵδρυσε τὴν Μονὴ τοῦ Λουξέϊγ, στὰ ἐρείπεια ἀρχαίων εἰδολολατρικῶν λουτρῶν, χάριν στὶς δωρεὲς ἑνὸς Ἄρχοντος τῆς Αὐλῆς τοῦ Χιλδεμπέρτου Γ'.
Ἡ Μονή, ἀφιερωμένη στὸν Ἅγιο Ἀπόστολο Πέτρο, ἔγινε σύντομα μία τῶν σημαντικοτέρων Μονῶν τῆς Γαλατίας. Χάριν στὸν μεγάλο ἀριθμὸ τῶν Μοναχῶν, ἡ Ἀδελφότης ἐτηροῦσε τὴν τάξι τῆς ἀκοιμήτου προσευχῆς (laus perennis). Λειτουργοῦσε Σχολὴ-Σεμινάριο, στὴν διεύθυνσι τῆς ὁποίας ὁ Ὅσιος Κολομβανὸς ἐτοποθέτησε τὸν Εὐστάθιο, ὡς καὶ Ἐργαστήριο ἀντιγραφῆς χειρογραφῶν (scriptorium). Ἀπὸ τὴν Μονὴ ὁμάδες πατέρων ἐπραγματοποιοῦσαν ἱεραποστολικὲς περιοδεῖες.
Ἡ αὐστηρότης τοῦ τυπικοῦ, τὸ ὁποῖο εἶχε ἐφαρμόσει ὁ Ὅσιος Κολομβανὸς στὴν Μονή, ἤγειρε ἀντιδράσεις καὶ τὸ ἔτος 610 ἐξωρίσθη ἀπὸ τὸ Λουξέϊγ μαζὶ μὲ μερικοὺς μαθητές του, κατ᾿ ἐντολὴν τοῦ Βασιλέως Βουργουνδίας Θεοδωρικοῦ Β'.
Ὁ Εὐστάθιος μετέβη ὀλίγον ἀργότερα πρὸς συνάντησι τοῦ μεγάλου Κτήτορος στὴν ἐξορία, πιθανώτατα στὴν Αὐλὴ τοῦ Θεοντεμπέρτου στὸ Μέττη (σημ. Μέτς), μαζὶ ἄλλους μαθητές του. Τὸν ἠκολούθησε στοὺς δρόμους τῆς ἐξορίας, διὰ μέσου τῆς Ἑλβετίας μέχρι τὴν Λίμνη καὶ τὴν πόλι τοῦ Βριγκάντιουμ (σημ. Μπρέγκενζ, στὴν Αὐστρία), ὅπου παρέμειναν μέχρι τὸ 612 καὶ ἵδρυσαν στὴν περιοχὴ τὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Γάλλου, πέριξ τοῦ ὁποίου διημουργήθηκε ἡ πόλις Σὲντ Γκαλέν.
Τὸ 612 ὁ Κολομβανὸς ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὸ Μπρέγκενζ γιὰ τὴν Ἰταλία καὶ στέλνει τὸν Εὐστάθιο πίσω στὸ Λουξέϊγ, μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὸν διαδεχθῆ στὴν ἐπιστασία τῆς Μονῆς. Ἐστάλη κατόπιν ἀπὸ τὸν Βασιλέα Κλοταῖρο Β' στὸ Μπόμπιο, πλησίον τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, γιὰ νὰ προσπαθήση νὰ τὸν ἐπαναφέρη στὴν Γαλατία, ἀλλὰ ὁ Ὅσιος Κολομβανός, ἐπικαλούμενος τὸ προκεχωρήμενο τῆς ἡλικίας του, δὲν ἐδέχθη νὰ τὸν ἀκολουθήση.
Στὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς, παρέμεινε στὴν Μονὴ Ἁγίου Μαυρικίου, στὸ Ἀγὼν (σημ. Σὲντ Μωρίς, στὴν Ἑλβετία), ἀπὸ τὸ ὁποῖο λαμβάνει μαζί του τὸν Ὅσιο Ἀμάτο (Ἀμὲ), τὸν ἐραστὴ τῆς ἐρημικῆς ζωῆς (τιμάται 13 Σεπτεμβρίου). Ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὸ Λουξέϊγ καὶ ὡλοκλήρωσε τὴν ὀργάνωσι τῆς Ἀδελφότητος, ἀνέδειξε τὴν Μονὴ ὡς ἕνα μοναστικὸ Φροντιστήριο φημισμένο σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη, ὡς ἕνα Φυτώριο Ἁγίων καὶ Ἱδρυτῶν Μονῶν σὲ ὅλη τὴν Γαλατία.
Πραγματοποίησε ἱεραποστολικὲς περιοδεῖες γιὰ νὰ μεταδώση τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς εἰδωλολάτρες τῆς περιοχῆς τοῦ Ντούμπ, ὅπου ἵδρυσε τὴν Μονὴ τῆς Κουζάνς, μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Ἰσέριο, καὶ τοῦ Βελτέμπεργ βόρεια τοῦ Μονάχου, στὴν Βαυαρία.
Ὅταν ἐπέστρεψε στὸ Λουξέϊγ, ἀφήνων μαθητὲς νὰ συνεχίσουν τὸ ἔργο, ὁ μισόκαλος ἐχθρὸς τοῦ ἐπιτέθηκε διὰ μέσου ἑνὸς ἐκ τῶν μαθητῶν του: τοῦ ἐναντιώθηκε ἕνας Μοναχὸς ὀνόματι Ἀγρέστιος, ὁ ὁποῖος περιῆλθε σὲ αἵρεσι ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ἅγιος Ἡγούμενος ἠρνήθη νὰ τὸν συμπεριλάβη στὴν ἱεραποστολική του ὁμάδα.
Ὁ Ἀγρέστιος παρουσιάσθηκε στὴν Σύνοδο τοῦ Μακὸν (626) γιὰ νὰ καταδικάση τὸν Κανόνα καὶ τὶς παραδόσεις, τὰ ὁποῖα εἶχε θεσπίσει ὁ Ἅγιος Κολομβανός. Χάρις ὅμως στὸν λόγο καὶ στὴν ἀκτινοβολία τῆς ἁγιότητος τοῦ Εὐσταθίου, ἡ Σύνοδος ἀπώθησε τοὺς ἰσχυρισμοὺς τοῦ Ἀγρεστίου καὶ ἐπεκύρωσε τὸν Κανόνα τοῦ Ἁγίου.
Παρὰ τὸν ἀσπασμὸ εἰρήνης, τὸν ὁποῖο ἀντήλλαξε μὲ τὸν Εὐστάθιο, ὁ Ἀγρέστιος δὲν ἔπαυσε τὶς ἐπιθέσεις του καὶ προσεπάθησε νὰ πάρη μὲ τὸ μέρος του τοὺς μαθητὲς τοῦ Ἁγίου, οἱ ὁποῖοι διηύθυναν καθιδρύματα προερχόμενα ἀπὸ τὸ Λουξέϊγ.
Οἱ Μοναχοί, τοὺς ὁποίους ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος εἶχε θέσει ἐπὶ κεφαλῆς τῆς Μονῆς τοῦ Ἁμπέντουμ (ὕστερα Ρεμιρεμόν, ἵδρυσις 620), Ρομαρὶκ (Romaric) καὶ Ἀμὲ (Amé), ἀφέθηκαν νὰ πλανηθοῦν ὑπὸ τοῦ Ἀγρεστίου.
Ἡ δὲ Ὁσία Φάρα/Βουργονδροφόρα (τιμάται 3 Απριλίου), πνευματικὴ θυγατέρα τοῦ Ὁσίου Κολομβανοῦ καὶ ἔπειτα τοῦ Ὁσίου Εὐσταθίου (ὁ ὁποῖος τὴν ἐθεράπευσε θαυματουργικὰ ἀπὸ τύφλωσι), ἱδρύτρια τῆς Μονῆς τοῦ Ἐμποριακοῦ (ὕστερα Φαρμουτιέ, 625), ἀπώθησε τὸν ἄθλιο μὲ ἀποστροφή, ἀφοῦ τοῦ ὑπενθύμισε, ὅτι οἱ παραδόσεις τοῦ Ἁγίου Κολομβανοῦ καὶ τῶν μαθητῶν του εἶχαν ἐπικυρωθῆ μὲ θαύματα, τῶν ὁποίων ὑπῆρξε ἡ ἴδια αὐτόπτης μάρτυς.
Τέλος, σύμφωνα μὲ πρόρρησι τοῦ Ὁσίου Εὐσταθίου, ὁ αἱρετικὸς εὗρε πρὶν τὸ τέλος τοῦ ἔτους οἰκτρὸ θάνατο, κτυπημένος μὲ τσεκούρι ἀπὸ ἕναν ὑπηρέτη του.
Οἱ Ὅσιοι Ἀμὲ (τιμάται 3 Σεπτεμβρίου) καὶ Ρομαρὶκ (τιμάται 8 Δεκεμβρίου 653) μετενόησαν βαθειὰ καὶ ἐζήτησαν συγχώρησι ἀπὸ τὸν Ὅσιο Εὐστάθιο γιὰ τὴν πτῶσι των, τὴν ὁποίαν ὁ Ὅσιος Ἀμὲ ἐθρηνοῦσε μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του. Ἔζησαν τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς τους διαλάμποντες ἐν ὁσιότητι, πλήρεις εὐσπλαγχνίας καὶ θείου ἔρωτος.
Μετὰ τὴν Σύνοδο τοῦ Μακόν, ὁ Ὅσιος Εὐστάθιος συνέχισε τὴν διακονία του στὴν διεύθυνσι τῆς Μονῆς καὶ συνέβαλε μὲ τὴν ἵδρυσι ἄλλων Μονῶν στὴν διάδοσι σὲ ὁλόκληρη τὴν Γαλατία τῆς παραδόσεως τοῦ Ἁγίου Κολομβανοῦ, τῆς ὁποίας εἶχε μετριάσει ὀλίγον τὴν αὐστηρότητα, γιὰ νὰ γίνη προσιτὴ σὲ μεγαλύτερο βαθμό.
Τὸ ἔργο αὐτὸ ὡλοκληρώθηκε κυρίως ἀπὸ τὸν μαθητὴ καὶ διάδοχό του, τὸν Ὅσιο Βαλμπέρτο, ὁ ὁποῖος εἰσήγαγε καὶ ὡρισμένα στοιχεῖα δανεισμένα ἀπὸ τὸν Κανόνα τοῦ Ἁγίου Βενέδικτου.
Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν Ὅσιο Εὐστάθιο σὲ ὅραμα, νὰ ἐπιλέξη ἀνάμεσα σὲ σαράντα ἡμέρες ἀργῆς ἀγωνίας καὶ σὲ τριάντα ἡμέρες σκληρῶν ὀδύνων. Ὁ Ἅγιος προτίμησε τὴν ἀσθένεια, ὥστε νὰ ἀπολαύση ἐνωρίτερα τὰ οὐράνια ἀγαθά. Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ τὴν 29η Μαρτίου 629 καὶ ἐτάφη στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου στὸ Λουξέϊγ.
Τὸν διαδέχθηκε ὁ Ὅσιος Βαλμπέρτος (τιμάται 2 Μαΐου, 595-670), ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν περίοδο τῆς μοναχικῆς του μορφώσεως, εἶχε ἀποσυρθῆ σὲ ἕνα σπήλαιο στὸ δάσος, μερικὰ χιλιόμετρα ἀπὸ τὴν Μονή.
Μετὰ τὴν κοίμησι τοῦ Ὁσίου Εὐσταθίου, ἦλθαν οἱ Μοναχοὶ τοῦ Λουξέϊγ νὰ φέρουν τὸν Ἀσκητὴ στὴν Μονή, γιὰ νὰ τοὺς διαποιμάνη.
Ὁ Ὅσιος Βαλμπέρτος συνέχισε πιστὰ νὰ διαδίδη τὸ μοναχικὸ ἰδεῶδες τοῦ Λουξέϊγ σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη, τόσο μὲ τὴν ἵδρυσι Μοναστικῶν καθιδρυμάτων, ὅσο καὶ μὲ τὴν ἔντονη πολιτιστικὴ καὶ πνευματικὴ προσφορὰ τῶν σχολειῶν καὶ τοῦ Ἐργαστηρίου ἀντιγραφῆς χειρογράφων.
Ἡ Μονὴ τοῦ Λουξέϊγ ἐγνώρισε στὸ πέρασμα τοῦ χρόνου περιόδους αἴγλης καὶ παρακμῆς. Κατὰ τὴν Γαλλικὴ Ἐπανάστασι, οἱ Μοναχοὶ ἐδιώχθηκαν καὶ τὰ κτήρια ἐπωλήθησαν ὡς ἐθνικὴ περιουσία.
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2021/04/29_4.html
<>
Άγιος Cybi της Κορνουάλης. Ημέρα Μνήμης: 8 Νοεμβρίου.
Ο πρίγκηπας Cybi ο καστανόξανθος γεννήθηκε σχεδόν σίγουρα γύρω στο 485 στην περιοχή Callington του Cerniw (Κορνουάλη). Είχε πολύ καλή μόρφωση και έντονο ενδιαφέρον για τον Χριστιανισμό από τη νεότητα του. Στην ηλικία των 27 πραγματοποίησε προσκυνήματα στη Ρώμη, την Ιερουσαλήμ και τελικά έγινε ιερέας, έπειτα χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον επίσκοπο του Poitiers.
Επιστρέφοντας σπίτι, ανακάλυψε πως ο πατέρας του βασιλιάς Salom είχε πεθάνει και πως αυτός ήταν σύμφωνα με το νόμο ο μονάρχης της χώρας του. Παρόλα αυτά, ο Cybi είχε τοποθετήσει την καρδιά του σε μια ζωή αφιερωμένη στο Θεό και έτσι όταν του προσφέρθηκε με επισημότητα ο θρόνος της Κορνουάλης εκείνος αρνήθηκε με ευγένεια και έτσι η Κορνουάλη ενώθηκε για ακόμη μια φορά με την Dumnonia.
Έπειτα ο Cybi άρχισε να ταξιδεύει μέσα στον Κελτικό κόσμο. Ίδρυσε εκκλησίες στις περιοχές Duloe, Tregony, Cubert και Landulph στο Cerniw. Έπειτα διέσχισε το κανάλι του Bristol προς το Edeligion στη Νότιο-Ανατολική Ουαλία, με πολλούς ακολούθους (συμπεριλαμβανομένου του αγίου Cyngar του Llangefni). Ο τοπικός βασιλιάς Edelig, δεν τους καλωσόρισε αρχικά. Τελικά, ο μονάρχης μεταπείστηκε και τους έδωσε δύο εκκλησίες στο Llangybi-upon-Usk και στο Llanddyfrwyr-yn-Edeligion. Ο Cybi κινήθηκε έπειτα προς την Ιρλανδία (μένοντας με τον ξάδερφο του άγιο Δαβίδ στο Mynyw).
Εγκαταστάθηκε στο νησί του Aran Mor όπου έγινε γνωστός ανάμεσα στους Ιρλανδούς με το όνομα Mo-Chop. Μετά την περιοχή Aran ο Cybi και οι ακόλουθοι του μετακινήθηκαν στο Meath και έπειτα στο Mochop, όμως κάθε φορά τους κυνηγούσε ένας τοπικός επίσκοπος. Έτσι ο Cybi έπλευσε προς την Ουαλία για μια ακόμη φορά. Αποβιβάστηκε στην χερσόνησο Lleyn και έζησε για έναν καιρό στο Llangibi κοντά στο Pwllheli. Εκεί ο τοπικός βασιλιάς Maelgwn Gwynedd, τον συνάντησε ενώ κυνηγούσε μια γίδα. Ο Cybi χρησιμοποίησε την γαλήνη του για να ηρεμήσει την οργή του βασιλιά ο οποίος ανακάλυψε την χριστιανική του κοινότητα η οποία δεν είχε έγκριση προκειμένου να δημιουργηθεί μέσα στη γη του. Ακόμη τον έπεισε να του δώσει ένα από τα παλάτια του, αυτό που έπειτα έγινε το Caer-Gybi στο Ynys-Gybi. Ο Cybi και οι ακόλουθοι του εγκαταστάθηκαν εκεί και ίδρυσαν ένα μοναστήρι που άκμαζε. Ο Cybi έγινε φίλος με τον άγιο Seiriol ο οποίος ζούσε στην αντίθετη πλευρά του Ynys Mon (Anglesey) και οι δυο τους αντάμωναν συχνά προκειμένου να προσευχηθούν στο Clorach Wells του Llandyfrydog στο κέντρο του νησιού.
Λέγεται πως ο άγιος Cybi έλαβε μέρος στη σύνοδο του Llandewi Brefi το 545. Όταν βρισκόταν στο Dyfed, ο Cybi ίδρυσε την εκκλησία του Llangybi κοντά στο Lampeter. Κοιμήθηκε στις 8 Νοεμβρίου του 555 και θάφτηκε στο Ynys Enlli (τη νήσο Bardsey).
https://agioi-oi-kaliteroi-mas-filoi.blogspot.com/2021/11/cybi-8.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου